«Το όνομά μας είναι η ψυχή μας και δεν το ξεπούλαμε!»

Αυτή η φράση, η οποία έμελλε να περάσει στην ιστορία, διατυπώθηκε το 1993 στην τότε κεντρική προεκλογική ομιλία του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ και πρώην πρωθυπουργού, Ανδρέα Παπανδρέου, στην Θεσσαλονίκη και ήχησε σε όλη την ελληνική Μακεδονία, στέλνοντας πολλαπλά μηνύματα εντός και εκτός Ελλάδας για τα εθνικά μας συμφέροντα και τις επιδιώξεις μας.

Η εν λόγω συγκέντρωση, που χαρακτηρίστηκε και ως μεγαλειώδης – όπως και το εκλογικό αποτέλεσμα του 1993 – ουσιαστικά σηματοδότησε την αθώωση του Ανδρέα Παπανδρέου στα μάτια του ελληνικού λαού μετά από μια σωρεία σκανδάλων, αλλά αποτέλεσε και ένα κύμα διαμαρτυρίας και ισχυρής αποδοκιμασίας στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, που μεθόδευσε την επίλυση του μακεδονικού ζητήματος, με πραγματικά επιζήμιες για τα ελληνικά συμφέροντα συνέπειες.

Η νίκη του 1993, το εμπάργκο στα Σκόπια, καθώς και η πρώτη επίσημη επίσκεψή του ως εν ενεργεία πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής με τον πρόεδρο Κλίντον, σηματοδότησαν το τέλος ενός πολιτικού άνδρα, ο οποίος εν ζωή ακόμη κατάφερε να κερδίσει την ελληνική κοινωνία και τον οποίο ακόμη και μετά από είκοσι και πλέον έτη από τον θάνατό του όλοι τον επικαλούνται και όλοι τον μνημονεύουν με το μικρό του όνομα σαν να προσπαθούν να συνδέσουν το όνομα, την ιστορία, τον μύθο και το θαύμα με τους εαυτούς τους.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου αναμφίβολα αποτελεί μια μεγάλη πολιτική μορφή της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής μας ιστορίας, καθώς – όπως και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής – διέθεταν πολιτικό πολιτισμό, μιλούσαν ξεκάθαρα χωρίς περιστροφές, είχαν δυναμισμό και αίσθημα ευθύνης, όμως κατ’ ουσίαν δεν άνηκαν και δεν ανήκουν σε παρατάξεις, αλλά στον λαό και την ιστορία.

Ακόμα και αν κάποιος δεν ήταν ή δεν είναι ενταγμένος σε χώρο πολιτικά προσκείμενο στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ, αναμφίβολα, αν ζούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, θα του δημιουργούσε τη σπίθα της ταλάντευσης, δημιουργώντας μια πιθανότητα να στηριχθεί, ο λεγόμενος κατά εκείνον, σοσιαλισμός στην Ελλάδα. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς: το διθυραμβικό 48% και την αλλαγή του 1981, την αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, την κατάργηση των φακέλων πολιτικών φρονημάτων – ένα γεγονός που και ενώνει, αλλά και αφαίρεσε ένα χρόνιο καρκίνωμα από την Ελλάδα;

Τα σπουδαία ανοίγματα της πρώτης σοσιαλιστικής κυβέρνησης της Ελλάδας στον αραβικό κόσμο, τη σφυρηλάτηση ισχυρών δεσμών με μορφές παγκόσμιας εμβέλειας, τον Φρανσουά Μιτεράν, τον Ούλοφ Πάλμε; Ή την σημαντικότατη μέχρι τότε κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις το 1987, που η Ελλάδα δεν φοβήθηκε, δεν υποχώρησε, αλλά αντίθετα διετράνωσε ότι δεν παραχωρεί σπιθαμή εδάφους, αέρα ή θαλάσσης, γεγονός που οδήγησε στην αποκλιμάκωση της έντασης από πλευράς Τουρκίας;

Κορύφωση της σχεδόν οκταετίας του Ανδρέα Παπανδρέου αποτελεί το ορθώς αποκαλούμενο βρώμικο 1989, που σημαδεύτηκε από σωρεία σκανδάλων και παρασκηνιακών συζητήσεων, που στόχο είχαν την πάσης φύσεως εξόντωση του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Ο λαός όμως ελπίζει και στο πρόσωπο του Ανδρέα Παπανδρέου βρίσκει τον άνθρωπο που, αν και άρρωστος, μπορεί να κυβερνήσει όπως θέλει και όπως πρέπει την πατρίδα.

Η ασθένεια όμως προλαβαίνει τις εξελίξεις. Λίγο πριν το τέλος του, ο Ανδρέας δηλώνει με νόημα στους εσωκομματικούς Εφιάλτες πως το ΠΑΣΟΚ δεν γεννήθηκε για να αποτελέσει διάττοντα αστέρα, δεν χαρίζεται και δεν τεμαχίζεται σε τιμάρια, αλλά και με νόημα στον μετέπειτα διάδοχό του, Κώστα Σημίτη, πως δεν υπάρχουν ηγέτες σε αναμονή.

Πράγματι, ηγέτες σε αναμονή δεν υπάρχουν και αυτό φάνηκε, όταν σε όλες τις εκλογικές μάχες, κυρίως μετά το 2010, το ΠΑΣΟΚ, για να καταφέρει να επιβιώσει, επικαλούταν σχεδόν καθημερινά το όνομα και τις θέσεις του ιδρυτή του.

Μια ανίκανη ηγεσία είναι χειρότερη από μια ανύπαρκτη ηγεσία.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου κέρδισε τον λαό με την αλλαγή, επομένως, όποιος προτάξει την αλλαγή και κερδίσει ξανά τον λαό της παράταξης, μπορεί να ελπίζει πως ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ θα ανατείλει με νέα ιστορία και όχι κολλημένο στο παρελθόν.