Είναι γεγονός ότι στη σύγχρονη πραγματικότητα η ενωσιακή έννομη τάξη ρυθμίζει με τους κανόνες της ένα ευρύ πεδίο εννόμων σχέσεων των Ευρωπαίων πολιτών.

Με αυτόν τον τρόπο, θα έλεγε κανείς ότι το δίκαιο της Ε.Ε. επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητα των ανθρώπων αγγίζοντας πολλές πτυχές της. Υπό αυτή την έννοια, η εφαρμογή του στην πράξη καθίσταται υψίστης σημασίας, καθώς εμφανίζει ουσιώδη αντίκτυπο στις ζωές μας. Την εξέταση λοιπόν ενός πρακτικού ζητήματος σχετικά με την ενωσιακή έννομη τάξη και την θέση της σχετικά με τη διεθνή κλήθηκε να διερευνήσει και το συνέδριο “EU Responsibility in the International System Jean Monnet Project” που πραγματοποιήθηκε το Σαββατοκύριακο στην Θεσσαλονίκη.

Πιο συγκεκριμένα, το συνέδριο πραγματεύτηκε ζητήματα όπως οι εφαρμοστέοι κανόνες που δεσμεύουν την Ε.Ε., οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωση της ευθύνης της, καθώς και το ζήτημα διαμοιρασμού της ευθύνης αυτής μεταξύ της Ένωσης και των Κρατών – Μελών, αλλά και η αντιπαραβολή της ενωσιακής έννομης τάξης με άλλες, όπως η διεθνής – ιδίως όταν τίθενται ζητήματα ειρήνης και ασφάλειας – ή η αφρικανική. Τα πεδία αναφοράς που καλύφθηκαν σχετίζονταν τόσο με ζητήματα γενικότερης φύσεως περί ευθύνης διεθνών οργανισμών, όσο και με την ευθύνη της Ε.Ε. για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή για ζητήματα που εγείρονται από δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στη θάλασσα και στο Διεθνή Βυθό, στο πλαίσιο λειτουργίας της FRONTEX, αλλά και στο πλαίσιο του Eurogroup και των επενδύσεων.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από τα θέματα που αναλύθηκαν παρουσιάζει μεταξύ άλλων η στροφή της Ε.Ε. προς περισσότερο ευέλικτες λύσεις σχετικά με τον σεβασμό του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Χαρακτηριστική είναι εδώ η  υιοθέτηση το Δεκέμβριο του 2020 του μηχανισμού του Ταμείου Ανάκαμψης για την Covid-19, όπου ο σεβασμός στο κράτος δικαίου συνδέθηκε με την αποτελεσματική εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ένωσης.

Στο πλαίσιο αυτό για παράδειγμα, τέθηκε ζήτημα αναστολής της χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης της Πολωνίας και της Ουγγαρίας. Στην πρώτη αποδίδεται η παραβίαση των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και απειλή της δικαστικής ανεξαρτησίας και στη δεύτερη η έλλειψη ελευθερίας του Τύπου. Μολαταύτα, πρακτικά προβλήματα εφαρμογής του Μηχανισμού εξακολουθούν να εντοπίζονται.

Μία ακόμη περίπτωση ελληνικού ενδιαφέροντος συνιστά η εμπλοκή της FRONTEX για επαναπροωθήσεις που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, συστάθηκε διερευνητική ομάδα για τις παραβιάσεις της υπηρεσίας στα Κράτη-Μέλη που εξέτασε τα εν λόγω περιστατικά. Η έκθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η FRONTEX γνώριζε τις παραβιάσεις που έγιναν στα Κράτη -Μέλη αλλά παρέλειψε τη λήψη μέτρων αποτροπής τους. Γι’ αυτό τον λόγο αναμένεται Ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την πολιτική της λογοδοσία.

Τέλος, ένα εξίσου σημαντικό σημείο αποτελεί το ζήτημα προσχώρησης της Ε.Ε. στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Οι εν λόγω διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν το 1970 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Οι πυλώνες στους οποίους εκτυλίσσεται η διαπραγμάτευση είναι η πρόσκληση της Ε.Ε να παρίσταται ως διάδικος στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) όταν δεν είναι διάδικος αλλά κρίνεται υπόθεση Κράτους – Μέλους, οι διακρατικές προσφυγές, η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ). Ομολογουμένως η προσχώρηση της Ε.Ε στην ΕΣΔΑ θα επιλύσει ορισμένα προβληματικά σημεία μεταξύ άλλων και σημεία που δημιουργούνται από νομικές κατασκευές του ΕΔΔΑ.

Βέβαια, σε αυτό το σημείο επισημάνθηκε και η αναφορά του Βασιλείου Σκουρή, που διετέλεσε Πρόεδρος του ΕΔΔΑ, ότι «για να πραγματοποιηθεί η προσχώρηση της Ε.Ε. στην ΕΣΔΑ θα χρειαστεί τροποποίηση της ΕΣΔΑ. Και αυτό διότι η ΕΣΔΑ σχεδιάστηκε να ρυθμίσει τις σχέσεις μεταξύ κρατών. Η Ε.Ε. δεν είναι κράτος και αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη από τη Συνθήκη».

Εν ολίγοις, το συνέδριο κρίνεται επιτυχημένο και η πορεία της Ε.Ε έχει ακόμη μέλλον. Συγκρατείται μάλιστα ότι έχουν γίνει θετικά βήματα, διότι έχει γίνει η αρχή σε πολλά ζητήματα και έχουν τεθεί τα θεμέλια για γόνιμο διάλογο που θα οδηγήσει σε ουσιαστικές λύσεις. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι το Ευρωπαϊκό Μοντέλο Ολοκλήρωσης χαρακτηρίζεται από το Σύνδρομο της Συνεχούς Εξέλιξης.

Με άλλα λόγια το Μοντέλο Ολοκλήρωσης είναι λογικό να διαθέτει ατέλειες, ωστόσο η διέξοδος που προτείνεται για την υπέρβαση αυτών είναι η φυγή προς τα εμπρός, δηλαδή η συνεχής βελτίωσή του.