Στη χώρα της κατεξοχήν παγκόσμιας πρωτοτυπίας, κατά την οποία για πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά ιστορικά το επίκεντρο ελέγχου, κρίσης και προσοχής είναι η μείζων και η ελάσσων αντιπολίτευση αντί της προσφάτως εκλεγμένης κυβέρνησης, οφείλουμε κάποτε να ανατρέξουμε στις πιο εξόφθαλμες αναντιστοιχίες λόγων και έργων των σημερινών αιρετών, προς αναζήτηση της ουσιαστικής και όχι επιδερμικής – όπως είθισται – αποκάλυψης του σύγχρονου λαϊκισμού. Διότι αυτή ίσως είναι και η ιδιομορφία του πανάρχαιου αυτού φαινομένου: εκείνοι που προσχηματικά ή λεκτικά τον αποδοκιμάζουν, είναι συνήθως οι πάγιοι εκφραστές του.
Αξίζει να τονιστεί, ευθύς εξαρχής, πως τα ακόλουθα γεγονότα δεν αποτελούν εξιλέωση για καμία προηγούμενη ή μελλοντική κυβέρνηση, πολλώ δε μάλλον, όταν στην δεκαετία της κρίσης κάθε κόμμα εξουσίας προέβη σε υπέρμετρη παροχολογία, με τα γνωστά αποτελέσματα. Ακολουθούν τα 3 μεγαλύτερα ψεύδη, που συνιστούν εκούσια και μετά δόλου κοροϊδία του λαϊκού αισθήματος, από πλευράς της νυν κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Η καταστροφή στο Μάτι: Από Πολιτική σε «Κλιματική» ευθύνη
Η πρωτοφανής πυρκαγιά που οδήγησε στον τραγικό θάνατο 102 ανθρώπων τον Ιούλιο του 2018, αποτελεί ίσως την επιτομή της πολιτικής εργαλειοποίησης ενός δράματος. Το παρόν περιστατικό αποτέλεσε την προμετωπίδα του κυβερνώντος κόμματος, όχι μονάχα εις ότι αφορά τις Κοινοβουλευτικές Εκλογές του 2019, αλλά και τις αυτοδιοικητικές, καθώς η επίσημη θέση της Ν. Δημοκρατίας ήταν ότι η πυρκαγιά δεν ανάγεται σε χρόνιες παθογένειες όπως τα αυθαίρετα ακίνητα (σπίτια, κατασκευές, μάντρες κ.α.), αλλά στην έλλειψη επιχειρησιακής ετοιμότητας από τις καθ’ύλην υπεύθυνες Υπηρεσίες. Εν ολίγοις, σύμφωνα με την τότε θέση του κόμματος, οι ευθύνες ήταν πρωτίστως πολιτικές και δευτερευόντως υπηρεσιακές/διοικητικές.
Μόλις ένα χρόνο μετά την τραγωδία, η νέα Κυβέρνηση έκανε του πάντες να απορούν. Διόρισε ως Γενικό Γραμματέα (για όσους δεν γνωρίζουν η συγκεκριμένη θέση είναι μετακλητή και αποτελεί τοποτηρητή της κομματικής γραμμής στην αντίστοιχη υπηρεσία του Δημοσίου) τον ίδιο Αρχηγό Αστυνομίας που δήλωνε πως είναι ‘«περήφανος για τον τρόπο που η αστυνομία χειρίστηκε την κρίση στο Μάτι». Συνεπώς, πρόκειται περί οξύμωρου σχήματος, κατά το οποίο υποτίθεται πως φταίνε οι πολιτικοί διοικούντες και οι υπηρεσιακοί φορείς που συντόνιζαν για την διαχείριση της κρίσης, όμως την ίδια στιγμή οι ίδιοι αυτοί δρώντες που κατηγορούνται… επιβραβεύονται με υψηλόβαθμες διοικητικές θέσεις. Στο ίδιο πλαίσιο παράνοιας, ο υπουργός κ. Χατζηδάκης διαβεβαίωσε πως το κράτος θα προβεί σε κατεδάφιση αυθαιρέτων στην επίμαχη περιοχή (Μάτι), για πάνω από 140 σπίτια και 340 κατασκευές, λέγοντας μάλιστα ότι το ίδιο θα συμβεί και στη Μάνδρα, όπου παρατηρούνται έντονες πλημμύρες. Άλλο ένα αντιφατικό σχήμα: ενώ κατά το προεκλογικό αφήγημα η ευθύνη ήταν πολιτική, υπηρεσιακή και διαχειριστική, ξαφνικά υπάρχει παραδοχή – ω του θαύματος- πως τα αυθαίρετα ήταν η ουσία του προβλήματος.
Το τραγελαφικό όμως εντοπίζεται στο Διεθνές Πλαίσιο. Στην ακόλουθη ομιλία του Πρωθυπουργού Μητσοτάκη στον ΟΗΕ, έγινε αναφορά στην υπό εξέταση καταστροφική πυρκαγιά, μόνο που για πρώτη φορά, από επίσημα και δη πρωθυπουργικά χείλη, η όλη καταστροφή συνδέεται με την κλιματική αλλαγή (!). Συνδυαστικά, εντοπίζουμε τουλάχιστον 3 τραγελαφικές και οξύμωρες αντιφάσεις, οι οποίες αποδεικνύουν τι προτίθεται να κάνει ένα κόμμα εξουσίας για την κατάληψη και νομή της εξουσίας: να εργαλειοποιήσει την οργή ή και τους θανάτους δύσμοιρων ανθρώπων της Ελληνικής επικράτειας.
Συμφωνία των Πρεσπών: Από Μειοδοσία σε «Πυλώνα Σταθερότητας»
Η εν λόγω συμφωνία δεν χρειάζεται συστάσεις. Δεν υπάρχει ανάγκη, εν προκειμένω, να αξιολογήσουμε το περιεχόμενο ή και τις συνθήκες υπό τις οποίες δημιουργήθηκε, τα δεδομένα αυτά είναι προς την κρίση του εκάστοτε πολίτη. Αυτό που μας ενδιαφέρει ως προς τον δικό μας θεματικό άξονα είναι μια εκ νέου στροφή 180 μοιρών.
Αναφορικά με τη συμφωνία, το νυν κυβερνόν και τότε αντιπολιτευόμενο κόμμα, είχε ταχθεί εξαρχής απέναντι, παρά το γεγονός ότι επίσημα αρχεία του ΥΠΕΞ, τα οποία δημοσίευσε και πρώην Υπουργός, αποδείκνυαν προηγούμενες τυπικές και άτυπες δεσμεύσεις της χώρας προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις, και μάλιστα επί των ημερών παλαιότερων κυβερνήσεων του εν λόγω κόμματος. Παρόλα αυτά, η Νέα Δημοκρατία, μέσω εκπροσώπων της, δεν δίστασε να μιλήσει μέχρι και περί μειοδοσίας ενώ την ίδια στιγμή υποστήριξε τις αντιδράσεις διαμαρτυρίας. Ως εδώ κάποιος θα μπορούσε να πει πως πρόκειται για συνεπή στάση. Όμως τα στοιχεία είναι αμείλικτα.
Ανώτατοι κομματικοί αξιωματούχοι, με αποκορύφωμα την Ντόρα Μπακογιάννη (πρώην ΥΠΕΞ και τρομακτικώς έμπειρη στην Ελληνική Εξωτερική Πολιτική) να παραδέχεται δημόσια πως πρόκειται για μια συμφωνία που δεν μπορούσε να αποφευχθεί, γραμμή την οποία, σύμφωνα με επίσημες πλέον πληροφορίες, είχε τηρήσει και η κυβέρνηση του πατέρα της, λίγο πριν την ενδοκατάρρευσή της. Το καλύτερο όμως έρχεται για το τέλος. Παρά τις άκρως λαϊκιστικές αν όχι κωμικές «δεσμεύσεις» πολιτευτών του κόμματος για διεθνή καταγγελία, επαναδιαπραγμάτευση ή και ακύρωση της συμφωνίας, ο νέος ΥΠΕΞ Νίκος Δένδιας προέβη στην εξής – πολιτικώς και διεθνολογικώς αναμενόμενη – έκφραση, αποδομώντας έτσι κάθε προεκλογική τακτική του ίδιου του κόμματος του οποίου μέλος αποτελεί:
«Η συμφωνία των Πρεσπών είναι εργαλείο για την Ελλάδα, που με την προοπτική ένταξης της γείτονος χώρας μπορεί να οδηγήσει στη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή».
Αυτή η έκφραση δεν αποτελεί πρωτοτυπία, καθώς ο ίδιος ο σημερινός ΥΠΕΘΑ, επί της συμφωνίας, είπε επί λέξει:
«Η συμφωνία θα παράξει θετικά αποτελέσματα μέσω της τήρησής της».
Εν τέλει μια συμφωνία που ήταν «επιζήμια», βαφτίστηκε, ένεκα της κυβερνητικής εξουσίας, αλλά και της πάγιας εγχώριας πολιτικής κουλτούρας, σε μια «θετική συμφωνία εν είδει εργαλείου».
Ετήσια Ανάπτυξη έως και 4%: Ένας αποδιοπομπαίος μύθος
Κλείνοντας, έχουμε ίσως το πιο επίκαιρο εκ των τριών αναφερθέντων λαϊκιστικών και τυχοδιωκτικών στοχεύσεων, εκείνο που αφορά τους ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας, δηλαδή τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ σε συνάρτηση με νέες επενδύσεις, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας (και μάλιστα με καλύτερες αποδοχές (κατά προεκλογική εξαγγελία της τότε ΝΔ ως αξιωματικής αντιπολίτευσης) κ.α. Από το 2018, τόσο ανώτατα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης, όπως ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, όσο και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, μιλούσαν για «ρεαλιστικό» στόχο ανάπτυξης της τάξης του 4%.
Εδώ, ακόμα και τα προ κορωνοϊού στοιχεία μιλούν από μόνα τους: Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε πως η ανάπτυξη του ΑΕΠ για το 2019 ανέρχεται στο 1,9%, με το 4ο τρίμηνο του έτους (λίγο δηλαδή πριν την έξαρση της πανδημίας) να έχει ισχνή ανάπτυξη της τάξης του 1%, δηλαδή τρεις ποσοστιαίες μονάδες λιγότερο από ό,τι ευαγγελιζόταν η τότε αξιωματική αντιπολίτευση και νυν κυβέρνηση. Είναι πασιφανές πως τα μακροοικονομικά δεδομένα, πολλώ δε μάλλον σε μια χώρα που ακόμα δεν έχει ξεπεράσει την προηγούμενη χρηματοπιστωτική κρίση, καθώς μπαίνει σε μια νέα, σφοδρότερη, εκείνη του κορωνοϊού, δεν ψεύδονται. Δεν νοείται σοβαρός πολιτικός εκπρόσωπος να μην έχει γνώση των στοιχείων ανάπτυξης και να υπόσχεται ουτοπικούς στόχους που δεν εφάπτονται στη σημερινή μορφή και παραγωγική δυναμική της Ελληνικής οικονομίας.

Ο υπέρμετρος και φύσει ανήθικος λαϊκισμός συνεχίζει, δυστυχέστατα, να είναι καίριο χαρακτηριστικό του Ελληνικού Πολιτικού Συστήματος. Δεν χρειάζεται να κάνουμε περαιτέρω αναφορά σε παρόμοιες εξωφρενικές δεσμεύσεις, όπως η δήθεν ετήσια αύξηση του κατώτατου μισθού σε ρυθμό διπλάσιο από αυτό της αύξησης του ΑΕΠ, ή στις προβλέψεις του ΥΠΟΙΚ για ύφεση 4,7%, όταν ΔΝΤ, πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι, καθώς και η ίδια η Κομισιόν μιλούν για ύφεση άνω του 10% για τη χώρα μας, γεγονός που την καθιστά τη μεγαλύτερη στην Ευρωζώνη. Λεχθέντων τούτων, αν κάτι μας δίδαξαν οι δημοσιονομικές προσαρμογές προς τα κάτω της παρελθούσης δεκαετίας, είναι πως καμία βοήθεια – ακόμα και αυτή λόγω πανδημίας – δεν παρέχεται άνευ συγκεκριμένων και απαιτούμενων ανταλλαγμάτων… Και αυτό το συνειδητό ψέμα περί «light μέτρων» και «ελεγχόμενης» κρίσης, μέλλει να είναι η πιο μοιραία κυβίστηση αυτής της Κυβέρνησης.