Η δύναμη των social είναι τρομακτικά μεγάλη, το λέμε ξανά και ξανά μέχρι να το δούμε στην πράξη για να το καταλάβουμε.

Μια δυνατή «καριέρα» στα social μπορεί να φέρει δόξα και χρήμα με πολύ γρηγορότερους ρυθμούς απ’ ότι άλλοι χώροι. Τόσο γρήγορους όμως, που όπως στα φέρνει, έτσι τα ρίχνει στο πάτωμα. Μια δόξα εφήμερη, επιφανειακή, που εύκολα γεμίζει με αλαζονεία και την ψευδαίσθηση μιας «διασημότητας», βασισμένη στην θεοποίηση από κοινά συνήθως κάτω των 18.

Κάτι το οποίο βέβαια δεν είναι απαραιτήτως τόσο κατακριτέο. Πόσες φορές έχεις ασυναίσθητα πείσει τον εαυτό σου πως είσαι κάποιος απλά και μόνο επειδή πήρες κάποια παραπάνω like, και αντίστοιχα πόση απογοήτευση ένιωσες όταν μια δημοσίευση σου δεν «πήγε τόσο καλά»; Θλιβερό, ρηχό αλλά άκρως ρεαλιστικό.

Τα social όμως, όπως ξέρουν να υμνούν έτσι ξέρουν και να αποδοκιμάζουν, ίσως και πιο σκληρά απ’ ότι περιμένεις, γιατί ως γνωστόν όσο πιο ψηλά φτάνεις τόσο πιο απότομη είναι η πτώση.

Το κατά πόσο η όλη ιστορία με τον Τάσου Ξιαρχό ήταν χυδαία, ρατσιστική και γελοία, είναι αυτονόητο.

Πέρα από το χονδροφοβικό σχόλιο, συνεχίστηκε και μια εργαλειοποίηση των ζητημάτων ψυχικής υγείας, των αυτοκτονικών τάσεων, σαν να βλέπεις drama του Αμερικάνικου YouTube με στημένα βίντεο με κλάματα που το μόνο που δίνουν είναι υλικό για γέλιο.

Βέβαια το cancel culture, ή το Ελληνικό λαϊκό δικαστήριο, δεν είναι κάτι καινούριο.

Έχει γίνει παγκοσμίως χρόνια τώρα, άλλες φορές δικαίως και άλλες αδίκως. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η απόλυση του Kevin Spacey από τη Netlflix, μια κίνηση ηθικά «σωστή», και από την άλλη η κατακραυγή που δέχθηκε ο Johnny Depp έπειτα από καταγγελίες για βία από την πρώην γυναίκα του Amber Heard, οι οποίες όμως αποδείχθηκαν ψευδείς. Και έτσι και στην Ελλαδίτσα, βλέπεις μια κοινωνική δημόσια ευαισθητοποίηση. Εταιρίες να προωθούν το «ριγέ μπλουζάκι», νομίζοντας πως κάνουν εταιρική κοινωνική ευθύνη και σιχαμένους celebrities της κακιάς ώρας που έχουν υπάρξει εξίσου ρατσιστές στο παρελθόν να κάνουν ό,τι μπορούν για να πάρουν έστω ένα κομμάτι απ’ την πίτα της φθηνής δημοσιότητας. Ανθρώπους δίχως ζωή να εύχονται θάνατο, και εξίσου ρηχά δημόσια πρόσωπα να προσπαθούν να «ξεπλύνουν» ρατσισμό ώστε να κρατήσουν ίσες αποστάσεις.

Αλλά στο τέλος, τι μένει; Μια σκληρή συνειδητοποίηση του πόσο εύθραυστη είναι η ψεύτικη δημοσιότητα, δίχως υπόβαθρο, δίχως παιδεία, δίχως σκοπό, δίχως ουσία. Ένας όχλος κόσμου που θεοποιεί προσωπικότητες χωρίς κανένα φίλτρο, ακούει κάθε κουβέντα ευλαβικά και δίνει απλόχερα χρήμα. Και έτσι ευλαβικά τους κατακρίνει μέχρι τελικής πτώσεως. Καλό, κακό, έτσι είναι. Και όταν επιλέγεις να πορευτείς σε αυτό το χώρο, αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να γνωρίζεις πολύ καλά.