Το εκρηκτικό κλίμα που έχει δημιουργήσει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και το επακόλουθο «ράλι» των τιμών σε όλους τους τομείς, σε συνδυασμό πάντα με τον Covid-19 και τηn κατάσταση, που λίγο – πολύ έγινε η νέα μας καθημερινότητα, έχoyn οδηγήσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε τέλμα.

Τα απόνερα της σκληρής οικονομικής πραγματικότητας φτάνουν στον κάθε πολίτη που κάθε μήνα ή δίμηνο αντικρίζει τον λογαριασμό του ρεύματος.

Οι διεθνείς συγκυρίες σε συνδυασμό με τους κλιματικούς στόχους που τίθενται παγκοσμίως, με ορίζοντα και χρονιά ορόσημο το 2030, προτάσσουν την ανάγκη προώθησης λύσεων στο κομμάτι της ενέργειας. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και το νομοσχέδιο του Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας (εφεξής ΥΠΕΝ), το οποίο αφορά τον εκσυγχρονισμό της αδειοδοτικής διαδικασίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 

Δεν είναι λίγες οι φορές που η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος (εφεξής ΚΕΔΕ) έχει εκφράσει την πεποίθηση ότι η αυτοδιοίκηση, α’ αλλά και β’ βαθμού, μπορεί να αποτελέσει κινητήριο μοχλό μεγάλων αλλαγών και μεταβάσεων. Έτσι και σε αυτή την περίπτωση προέβη από τον Μάρτη στην πρόταση δημιουργίας ενός προγράμματος που θα επέτρεπε στους Δήμους να χωροθετούν και να λειτουργούν δομές Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (εφεξής ΑΠΕ) με σκοπό αφενός την ενεργειακή τους αυτονόμηση και αφετέρου τη στήριξη ευάλωτων νοικοκυριών.

Την πρόταση αυτή ακολουθεί το νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ, το οποίο θα βρίσκεται σε διαβούλευση μέχρι 10 Μαΐου, και περιγράφει τόσο την απλούστευση της διαδικασίας όσο και τους σκοπούς της αλλαγής. 

Πιο συγκεκριμένα με το άρθρο 100 του νομοσχεδίου προβλέπεται ότι οι ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού θα μπορούν να εγκαθιστούν μονάδες ΑΠΕ για την υποστήριξη ευάλωτων καταναλωτών και την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας πολιτών του οικείου δήμου ή της οικείας περιφέρειας που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Επίσης, επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών ΑΠΕ για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών όχι μόνο κοινωφελών επιχειρήσεων, παιδικών σταθμών, σχολείων, κέντρων υγείας και νοσοκομείων (που προβλέπονταν ήδη) αλλά και: 

  •  δημοτικών και δημοσίων αθλητικών κέντρων, εγκαταστάσεων και δικτύων οδοφωτισμού, εγκαταστάσεων ύδρευσης και αποχέτευσης καθώς και κάθε άλλου κτιρίου, υποδομής ή εγκατάστασης που, είτε ανήκει, είτε εξυπηρετεί ανάγκες του ΟΤΑ. 

Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται να καλυφθούν όσο το δυνατόν περισσότερες ενεργειακές ανάγκες των ΟΤΑ και των υποδομών τους με πράσινη ενέργεια μέσω της εγκατάστασης σταθμού ΑΠΕ και του εικονικού συμψηφισμού ενέργειας.

Επιπλέον αποσκοπείται η προστασία και η υποστήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών από την ενεργειακή κρίση και την αύξηση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας. Το νομοσχέδιο που τέθηκε σε διαβούλευση αποσκοπεί στη μείωση του μέσου χρόνου αδειοδότησης νέων έργων ΑΠΕ σε 14 μήνες από 5 χρόνια που είναι τώρα, στην αύξηση της χωρητικότητας στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας για την ένταξη περισσότερων μονάδων ΑΠΕ και στην ανάπτυξη έργων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας με εγκατεστημένη ισχύ τουλάχιστον 3,5 GW έως το 2030. 

Η ΚΕΔΕ κάνει σαφές το μήνυμα ότι η αυτοδιοίκηση αποτελεί κομμάτι της λύσης και όχι του προβλήματος.

Οφείλει να είναι παρούσα και να συνδιαμορφώνει τις καινοτομίες από κοινού με την κεντρική διοίκηση. Η ενέργεια εν συνόλω θα είναι ένα από τα κυριότερα ζητήματα που θα απασχολήσουν το παγκόσμιο γίγνεσθαι σίγουρα για όλη τη δεκαετία του 2020 και δεν πρέπει να αφήσουμε τις εξελίξεις να τρέχουν κι εμείς να τρέχουμε από πίσω τους. 

Φυσικά το πρόβλημα έγκειται τις περισσότερες φορές στους διαθέσιμους τρόπους χρηματοδότησης, με την ΚΕΔΕ να προτάσσει για την παραπάνω περίπτωση την επιλογή του Ταμείου Ανάκαμψης ή/και τα διαθέσιμα στο «Αντώνης Τρίτσης». Το πρόβλημα ωστόσο της ρευστότητας φαίνεται πως δεν θα απασχολήσει 6 μεγάλες πόλεις της χώρας μας. Ο λόγος γίνεται για την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Καλαμάτα, τα Ιωάννινα, τα Τρίκαλα και την Κοζάνη, οι οποίες επελέγησαν ανάμεσα σε 377 ευρωπαϊκές πόλεις για να συμμετάσχουν στο Πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «100 Κλιματικά Ουδέτερες Πόλεις έως το 2030 από και προς τους πολίτες».

Η εν λόγω εξέλιξη, σύμφωνα με τον υπουργό, συνιστά μεγάλη εθνική επιτυχία, καθώς δίνεται η ευκαιρία στους 6 δήμους να «ξεκλειδώσουν» σημαντικούς κοινοτικούς πόρους με σημαντικά περιβαλλοντικά, κοινωνικά, οικονομικά, επενδυτικά, αναπτυξιακά και εκπαιδευτικά οφέλη. Ενώ, οι 6 ελληνικές πόλεις, εντασσόμενες στο πρόγραμμα, καλούνται να επιτύχουν σε λιγότερο από 10 χρόνια τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας, δηλαδή 20 χρόνια νωρίτερα από όλη την υπόλοιπη Ευρώπη! 

Η αυτοδιοίκηση για άλλη μία φορά δηλώνει παρούσα και αποζητά τη θέση που της αξίζει στη λήψη αποφάσεων και στην υλοποίηση στόχων και πολιτικών που θα πάνε ένα βήμα παραπέρα την οικονομία, την κοινωνία, τη χώρα.