Γιατί να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, αφού αυτή μας βρίσκει πολιορκημένους;

Το ερώτημα αυτό ταλανίζει αρκετούς τις τελευταίες ημέρες, καθώς όλοι βρισκόμαστε σε μία κατάσταση περιορισμού, κουρασμένοι από την πανδημία που άλλαξε συθέμελα τη καθημερινή μας ζωή και τους στόχους μας για το μέλλον. Πώς λοιπόν είμαστε σε θέση να ασχοληθούμε με τους εορτασμούς που προορίζονται για την Ελευθερία που πλέον στερούμαστε;

Μία ελευθερία που με πολύ κόπο, αγώνες και αίμα κατορθώσαμε να αποκτήσουμε. Είναι άραγε ορθό ή μάλλον ηθικό να συγκρίνουμε την Ελευθερία του τότε με την στερημμένη σημερινή;

Αρκετά χιουμοριστικά στιχάκια, μάλλον επιμελώς ατημέλητα φτιαγμένα, υποβαθμίζουν την αξία του εορτασμού του πολύ σημαντικού αυτού γεγονότος που συντελέστηκε πριν 200 χρόνια, υπαινισσόμενα πως ένας ανελεύθερος και πολιορκημένος από τη πανδημία Έλληνας, βρίσκεται στην ίδια σκλαβιά που βρισκόταν και ένας πρόγονος του αγωνιστής το μακρινό 1821.

Αρχικά, η επέτειος αυτή– ειδικά στη φάση που βρίσκει όλους τους Έλληνες- πρέπει να λειτουργήσει ως μια υπενθύμιση για το πόσο περήφανοι πρέπει να είμαστε ως λαός για όλα αυτά που έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα. Για τις επιτυχίες αλλά και τις αποτυχίες που αντιμετωπίσαμε όλοι μαζί και ευελπιστούμε να μας γίνουν διδάγματα. Παράλληλα ο ρόλος αυτής της υπενθύμισης είναι να μας αφυπνίσει και να τονίσει τη σπουδαιότητα της ενότητας, καθώς και την αδιαμφισβήτητη δύναμη που αυτή διαθέτει.

Ένα κοντινό και σύγχρονο παράδειγμα ενότητας αποτελεί η προσήλωση, η υπομονή και η προσπάθεια που όλοι μαζί από κοινού καταβάλλαμε τον περσινό Μάρτιο στις απαρχές της εμφάνισης της πανδημίας στη χώρα μας. Όλοι μαζί ενωμένοι προς έναν κοινό στόχο καταφέραμε να περιορίσουμε σε ένα εξαιρετικά υψηλό ποσοστό, τον αριθμό των κρουσμάτων κορωνοϊού στη χώρα μας.

Δυστυχώς σταδιακά η ενότητα αυτή σταμάτησε να υφίσταται και η πραγμάτωση ενός κοινού στόχου άρχιζε να φαντάζει ουτοπική. Παράλληλα με διαχειριστικές αστοχίες (αναπόφευκτες) μικροί καθημερινοί εμφύλιοι άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους και το τότε πρόβλημά μας μετατράπηκε σε πρόβλημά ‘τους’, χωρίς να προσδιορίζεται σε ποιους αναφέρεται. Μπορούμε να ψάξουμε και να βρούμε πολλούς υπαίτιους να χρεώσουμε αυτό το ‘τους’, που έπεται της λέξης πρόβλημα και ίσως με αυτό το τρόπο να καταφέραμε να βρούμε ένα αναλγητικό στη συναισθηματική εξάρθρωση που, είτε σε μικρό είτε σε μεγάλο βαθμό, έχουμε υποστεί.

Κατά συνέπεια η άσκοπη αυτή ενασχόληση με την εύρεση του χαμένου ενόχου μας έχει αποπροσανατολίσει, μας έχει διχάσει και μας έχει προκαλέσει ένα αίσθημα επιφυλακτικότητας απέναντι στη λέξη και στην έννοια της ελευθερίας. Ας δώσουμε μια στιγμή στους εαυτούς μας να αναλογιστούμε τι θα γινόταν αν και οι πρόγονοί μας είχαν υιοθετήσει την ίδια τακτική με μάς. Ή, ακριβέστερα, σε τι δύσβατα μονοπάτια μπλέχτηκε η Επανάσταση όταν κυριαρχούσαν τα πάθη και η διχόνοια.

Για όλους αυτούς τους λόγους η επέτειος των διακοσίων χρόνων από την Επανάσταση φέτος πρέπει να εορταστεί πανηγυρικά, ίσως όχι όπως θα εορτάζονταν υπό φυσιολογικές συνθήκες αλλά σαφώς με κατάνυξη και εμβάθυνση στο πραγματικό περιεχόμενο αυτού του εορτασμού. Αποτελεί αμοραλισμό να επικαλούμαστε τη δραματική κατάσταση που ζούμε για να υπονομεύσουμε αυτό το, υψίστης σημασίας, γεγονός που συντελέστηκε πριν 200 χρόνια. Η επέτειος αυτή είναι και πρέπει να είναι ένα ηχηρό μήνυμα προς όλους τους Έλληνες αλλά και όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους στο κόσμο, πως οι Έλληνες ενωμένοι έχουν καταφέρει να κατακτήσουν το ύψιστο αγαθό, την Ελευθερία, που δεν τους χαρίστηκε αλλά πάλεψαν σκληρά για να την αποκτήσουν.

Τέλος, θεωρώ -πραγματικά- τους εαυτούς μας ήρωες. Το δικό μας χρέος είναι να συναντηθούμε ξανά με τις αξίες των προγόνων μας και να σταθούμε στο ηθικό και αξιακό τους ανάστημα. Μόνο με αυτό το τρόπο θα εξασφαλίσουμε και εμείς μια θέση στον εορτασμό των 300 χρόνων ως οι ήρωες του 2021.