Ανάλυση της εξωτερικής συνεργάτιδος, Μαρίνας Βασιλειάδου,

Κατόπιν της επαναστάσεως και της πτώσης της κυβέρνησης του Μουαμάρ Καντάφι το 2011, η κατάσταση που επικρατεί στην Λιβύη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έκρυθμη και αβέβαιη, με τις βίαιες πολεμικές συγκρούσεις να αυξάνονται διαρκώς. Οι δύο αντίπαλες κυβερνήσεις που δρουν παράλληλα στην χώρα, βρίσκονται σε μία διαρκή σύγκρουση, με τις απώλειες να είναι αδύνατο να μετρηθούν σε βάθος  χρόνου. Πληροφοριακά, ήδη από το 2014, συνυπάρχουν στην εξουσία δύο κυβερνήσεις, με δύο διαφορικά κοινοβούλια, η μία υπό την αρχηγία του Φαγιέζ αλ Σάρατζ, επικεφαλής της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA), που έχει έδρα την Τρίπολη και αναγνωρίζεται επίσημα από τον ΟΗΕ, και η άλλη υπό τον έλεγχο του στρατάρχη, Χαλίφα Χάφταρ, τον Αρχηγό  του «Λιβυκού Εθνικού Στρατού» (LNA),  η έδρα του  οποίου  βρίσκεται  στην ανατολική Λιβύη και σε ένα μέρος του νότου. Τα δύο αντίθετα κέντρα εξουσίας στην γειτονική χώρα εξουσιάζουν το καθένα το «δικό του» τμήμα της χώρας, χωρίς να υπάρχει κάποιου είδους συνεργασίας μεταξύ τους. Αντιθέτως, η κάθε μία εκ των δύο κυβερνήσεων επιθυμεί τον πλήρη έλεγχο της περιοχής χωρίς εξαιρέσεις.

Προσπάθειες συμφιλίωσης

Ανά τα χρόνια οι επιδιώξεις συμφιλίωσης των αντίπαλων πολιτικών ηγεσιών δεν ήταν λίγες, με τα αποτελέσματα να παραμένουν αμελητέα. Λόγου  χάρη, το 2015 μέσω της υπογραφής της Λιβυκής Πολιτικής Συμφωνίας έγιναν απόπειρες συμφιλίωσης των ομάδων, μέσω της άμεσης επέμβασης του ΟΗΕ, η έκβαση των οποίων απέτυχε πλήρως. Το εσωτερικό της χώρας βρέθηκε ακόμα μια φορά διχασμένο σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, με την απόλυτη απουσία οποιουδήποτε χαρακτηριστικού συνοχής και αρμονίας. Η κυβέρνηση του Σάρατζ επιδίωκε τον πλήρη έλεγχο ολόκληρης της λιβυκής επικράτειας με κάθε μέσο, ενώ οι δυνάμεις του Χάφταρ, μαζί με επιπλέον στρατιωτική υποστήριξη και την βοήθεια Ρώσων μισθοφόρων, επιδίωκαν την κατάληψη της Τρίπολης. Οι συγκρούσεις δεν σταματούσαν, αντιθέτως οι εντάσεις οξύνονταν όλο και περισσότερο.

Η Γαλλική απόπειρα

Μία νέα απόπειρα ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων πραγματοποιήθηκε το 2018 στο Παρίσι, όπου με πρωτοβουλία της Γαλλίας αποφασίστηκε η διακήρυξη εκλογών (προεδρικών και βουλευτικών), αφού θα προηγείτο η διοργάνωση της Εθνικής Λιβυκής Συνδιάσκεψης. Βέβαια, λόγω των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Χάφταρ, όχι μόνο η Συνδιάσκεψη, αλλά και οι εκλογές δεν έλαβαν χώρα ποτέ. Τον Ιούλιο του 2019, αντίστοιχα, έγιναν απόπειρες διαμόρφωσης ενός σχεδίου ειρήνης, το οποίο δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Μετά από τις συνεχείς ανεπιτυχείς  προσπάθειες  η χώρα βρέθηκε για άλλη μια φορά σε ένα στρατιωτικό αδιέξοδο, με τον λαό να βρίσκεται χωρισμένος ανάμεσα στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα.

Νέα δεδομένα

Σε πρόσφατες εξελίξεις, μία νέα δήλωση του Σάρατζ έφερε ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα των εθνικών εκλογών στο κράτος της Λιβύης. Συγκεκριμένα, ο επικεφαλής της διεθνώς αναγνωρισμένης Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας δήλωσε την επιθυμία να παραιτηθεί μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου 2020 και να κινήσει τις διαδικασίες για την προκήρυξη εκλογών για τον σχηματισμό κυβέρνησης.

Αν και αυτή η εξέλιξη είναι θεμιτή και η πρόταση να προβούν τα αντίπαλα στρατόπεδα σε εκεχειρία θα αποτελούσε το πλέον επιθυμητό αποτέλεσμα, μέχρι την κήρυξη των εκλογών και την εκκίνηση των σχετικών διαδικασιών, η εφαρμογή της εν λόγω δήλωσης παραμένει μετέωρη.

Η διεθνής κοινότητα εννοείται πως δεν μένει αμέτοχη στις εξελίξεις, με την Τουρκία να δηλώνει έμπρακτα και με κάθε μέσο την πλήρη υποστήριξή της στην νόμιμη κυβέρνηση του Σάρατζ. Μάλιστα, πέρα από την υπογραφή  του τούρκο – λιβυκού μνημονίου για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και τις επενδύσεις στην χώρα, η Τουρκία με την στρατιωτική υποστήριξη από αέρα και θάλασσα που παραχωρεί στην Λιβύη, έχει καταφέρει να ασκεί μία τεράστια επιρροή στις εξελίξεις.

Η Ελλάδα, από την άλλη, δρώντας αρκετά σπασμωδικά, δηλώνει την υποστήριξη προς τον στρατάρχη Χάφταρ, ο οποίος καταδίκασε το μνημόνιο Τουρκίας – Λιβύης. Η χώρα μας προέβη και σε αρκετά ένθερμες δηλώσεις, υποστηρίζοντας ότι η γειτονική Τουρκία «εκβίασε» την Λιβύη για την υπογραφή του μνημονίου, με απώτερο σκοπό η τελευταία να προμηθευτεί στρατιωτικό εξοπλισμό. Επιπλέον, παρά την αρχική απουσία της Ελλάδας από τις διεθνείς εξελίξεις επί του θέματος, δήλωσε ρητά την επιθυμία συμμετοχής στις ειρηνευτικές διαδικασίες των αντίπαλων στρατοπέδων της Λιβύης. Μέσω της επίσκεψης του Προέδρου του Λιβυκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα και την απέλαση του Λίβυου πρέσβη,  η χώρα ξεκάθαρα δήλωσε την στάση που ακολουθεί και επρόκειτο να ακολουθήσει και στην συνέχεια.