Η μεγαλύτερη πρόκληση των τελευταίων δεκαετιών για την ανθρωπότητα δεν θα μπορούσε να μείνει εκτός της πολιτικής οικονομίας.

Και ο λόγος δεν γίνεται για τις συνέπειες της πανδημίας στην οικονομική ζωή, αλλά για την ίδια την υγειονομική διαχείριση του κορωνοϊού. Από τις αρχές της εκδήλωσης της, ο διάλογος γύρω από την έρευνα και την ανάπτυξη του εμβολίου ήταν μεγάλος και κλιμακώθηκε σταδιακά, όσο οι ανάγκες μαζικού εμβολιασμού εντείνονταν.

Οι διαπραγματεύσεις, ωστόσο, έλαβαν ανατρεπτικό χαρακτήρα όταν τα τέλη του 2020 βρήκαν την Ινδία και τη Νότια Αφρική να υποβάλλουν αίτημα προσωρινής άρσης των πνευματικών δικαιωμάτων των εμβολίων, ώστε να παράγονται σε μαζική κλίμακα από δικές τους επιχειρήσεις και να καλύπτουν τις τεράστιες εσωτερικές τους ανάγκες. Στην αρχή τα μέλη του ΠΟΥ έθεταν εμπόδια στην αίτηση μέχρις ότου έφτασε ο Μάϊος του 2021 και οι πιέσεις μελών του δημοκρατικού κόμματος και ακτιβιστών έστρεψαν τον πρόεδρο Biden στην υποστήριξη της αίτησης άρσης της πατέντας του εμβολίου και των απαραίτητων εξοπλισμών και υγειονομικών προϊόντων για τη παρασκευή τους.

Αρχικά, ο ΠΟΥ ήδη προβλέπει «υποχρεωτικές άδειες», οι οποίες επιτρέπουν σε μια χώρα, κάτω από ορισμένες συνθήκες έκτακτης ανάγκης, να χρησιμοποίει προστατευμένα από πατέντα φάρμακα, χωρίς την έγκριση του ιδιοκτήτη. Ωστόσο, όπως δηλώνουν οι ίδιες οι κυβερνήσεις, οι συμφωνίες αυτές συναντούν θεσμικές (πολυπλοκότητα διαδικασίας ελέγχου των προϋποθέσεων) και εξωθεσμικές (πίεση από χώρες με επιχειρήσεις που κατέχουν πατέντες) δυσκολίες. Η ένταση της πανδημίας και οι ελλείψεις εμβολίων σε αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Ινδία ή η Νότια Αφρική, μαζί με τις στρεβλώσεις στις συμφωνίες του ΠΟΥ κάνουν επιτακτική την ανάγκη ενός εκτάκτου σχεδίου οργανωμένης άρσης της πατέντας.

Σε αυτή τη βάση στοιχειοθετούνται τα επιχειρήματα των χωρών που στηρίζουν την άρση της πατέντας. Μία τέτοια πολιτική θα είναι ευεργετική όχι μόνο για τις ίδιες, αλλά και για τις ανεπτυγμένες, οι οποίες θα αντιμετωπίσουν εστίες επέκτασης και μετάλλαξης του κορωνοϊού. Παράλληλα, η κρατική επιδότηση των μεγάλων φαρμακευτικών επιχειρήσεων προσφέρει ηθικά επιχειρήματα για μία συνολική πολιτική αλληλεγγύης με κέντρο τη κρίση της ανθρωπότητας σαν σύνολο. Η προσωρινή άρση, λοιπόν, ελπίζουν πως θα αυξήσει τις κλίμακες παραγωγής εμβολίων και θα σώσει δισεκατομμύρια ζωές.

εμβολια σε χερια ιατρων

Ωστόσο, τα ενδιαφέροντα κομμάτια της υπόθεσης βρίσκονται στην απέναντι όχθη του διαλόγου. Τα επιχειρήματα των αντιπάλων της άρσης της πατέντας φανερώνουν μία πραγματικότητα που ξεπερνά τη κοινή μάχη της ανθρωπότητας ή το αίσθημα αλληλεγγύης. Το κοινωνικό παίγνιο που γενικότερα επικρατεί, κάνει έντονη τη παρουσία του σε θέματα δημόσιας υγείας με το να μας στερεί δυνατότητες και ευκαιρίες, οι οποίες θα ήταν ικανές να οδηγήσουν το σύνολο του πλανήτη σε ρεαλιστικές πολιτικές ευημερίας. Οι περισσότεροι πολιτικοί που αρνούνται το βήμα της άρσης δεν είναι ούτε μισάνθρωποι, ούτε θιασώτες μιας παγκόσμιας υγειονομικής δυστοπίας. Εμφανίζεται, λοιπόν, μια ιδιάζουσα συνθήκη σύμφωνα με την οποία μπορούμε να μισούμε το κοινωνικό-οικονομικό παιχνίδι, αλλά ίσως όχι τον παίκτη.

Συνοπτικά, οι θέσεις τους σκιαγραφούν δύο πτυχές της κοινωνικής πραγματικότητας, βαθιά ριζωμένες ακόμα και στον κρίσιμο κλάδο της υγείας.

Η πρώτη είναι ο φόβος της εξάλειψης των κινήτρων για καινοτομία. Αυτό το παράδοξο βρίσκει τη βάση του στη πίστη πως μόνο οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δύναται να διαχειριστούν τους πόρους δημιουργικά για τη δημιουργία φαρμάκων. Έτσι, οι κυβερνήσεις αφού άφησαν στην ιδιωτική αγορά μία από τις κρισιμότερες βιομηχανίες και επιδότησαν  αρκετές από τις μεγάλες επιχειρήσεις για τη παραγωγή εμβολίων, τώρα ανησυχούν πως τα χαμένα κέρδη από την άρση του μονοπωλιακού χαρακτήρα της πατέντας θα αποθαρρύνει τις νέες επενδύσεις.

Η δεύτερη, σύμφωνα με τους ίδιους, είναι πως η χαμηλή παραγωγική ικανότητα σε πολλές χώρες του κόσμου είναι το πραγματικό εμπόδιο στους εμβολιασμούς, και όχι η πατέντα. Η έλλειψη υψηλής τεχνικής κατάρτισης και τεχνογνωσίας, υποστηρίζουν, θα σταθεί εμπόδιο στη παραγωγή εμβολίων στο εξωτερικό έτσι κι αλλιώς, και επομένως η ουσιαστική λύση είναι η πίεση για αύξηση των εξαγωγών από τις ανεπτυγμένες χώρες.

Τα επιχειρήματα τους, φυσικά, πηγάζουν από τη δίψα τους για πολλαπλάσια κέρδη και ηγεμονική θέση στην αγορά. Η δυνατότητα τους να λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, αφορά μια πολύπλοκη ιστορική διαδικασία ανακύκλωσης αυτών των κοινωνικών σχέσεων στη παραγωγή. Γιατί όταν τα κράτη και τα συλλογικά όργανα παραδίδουν σε ανεξέλεγκτους ιδιώτες μία τόσο σημαντική βιομηχανία, όσο είναι η φαρμακευτική, στην ουσία απεμπολούν κρίσιμα εργαλεία στήριξης των κοινωνιών τους και εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε ένα στρεβλό κοινωνικό παίγνιο. Ακριβώς αυτή η προβληματική σχέση της οικονομίας της αγοράς με τα απαραίτητα για την σωτηρία μας εμβόλια είναι που προβληματίζει πολλούς από τους πολιτικούς ηγέτες όσον αφορά την επιτυχία της άρσης της πατέντας.

Καταληκτικά, η αισιοδοξία σίγουρα δεν είναι ένα καμένο χαρτί. Είναι πολλές φορές που οι προοδευτικές δυνάμεις ράγισαν τα τσιμέντα της προαναφερθείσας κοινωνικής παγίδας και δεν βρίσκω λόγο να μην τα καταφέρουν ακόμα μία φορά. Όμως, ακόμα και να πετύχει μία οργανωμένη και επιτυχημένη τελική άρση της πατέντας, η ανθρωπότητα χάνει ζωτικό χρόνο σε διαπραγματεύσεις με τεράστιο κοινωνικό κόστος. Παράλληλα, όσες φορές ράγισαν τα τσιμέντα στην ανθρώπινη ιστορία, άλλες τόσες επιδιορθώθηκαν με παρόμοια τοξικά υλικά. Έτσι και στο ζήτημα της πατέντας τόσο κρίσιμων φαρμακευτικών προϊόντων, η ανθρωπότητα έχει την ιστορική δυνατότητα και ευθύνη να τα σπάσει και να τα χτίσει με προοδευτικά υλικά.

Άλλωστε, το να ξεπεράσουμε με ρεαλισμό την εμμονή, πως η απάντηση σε όλες τις αναποτελεσματικές «αγορές» είναι οι περισσότερες «αγορές», αποτελεί το πολυπλοκότερο στοίχημα των καιρών μας.