Της εξωτερικής συνεργάτιδος, Ειρήνης Φιλοκώστα,

Ο John Νash απετέλεσε μια ιδιοφυΐα στα μαθηματικά και αναγνωρίστηκε για τη συμβολή του στη θεωρία των παιγνίων. Στα 31 χρόνια του, όμως, διαγνώστηκε με παρανοϊκού τύπου σχιζοφρένεια. Ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο οποίος δημιούργησε μερικά από τα πιο εμβληματικά έργα τέχνης στον κόσμο, όπως απεδείχθη τώρα, 500 χρόνια μετά τον θάνατό του, έπασχε από Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας.

Αξιομνημόνευτη στον κόσμο της τέχνης υπήρξε και η ψυχασθένεια του Ρόμπερτ Σούμαν, ενός από τους μεγαλύτερους συνθέτες της ρομαντικής περιόδου, ο οποίος έσκισε τις παλάμες του, για να φτάνει τις οκτάβες του πιάνου και πέθανε νομίζοντας πως τον κυνηγούσε το σολ δίεση…

Χαρακτηριστική περίπτωση είναι και αυτή του Νίκολα Τέσλα, ενός από τους σπουδαιότερους φυσικούς στην ιστορία της επιστήμης, που έπασχε από ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές, είχε εμμονή με τον αριθμό τρία και γυάλιζε κάθε σημείο της τραπεζαρίας του πριν δειπνήσει, χρησιμοποιώντας ακριβώς 18 χαρτοπετσέτες. Ο Νίκολα Τέσλα υπέφερε από οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις, έπασχε από μικροβιοφοβία, αρρωστοφοβία, σκοτοφιλία και πέθανε αφήνοντας πίσω του κείμενα, στα οποία εξομολογούταν τον έρωτά του για ένα θηλυκό περιστέρι, το οποίο «ποθούσε όπως ένας άντρας μια γυναίκα».

Οι παραπάνω περιπτώσεις συνιστούν ένα μικρό μόνο δείγμα χαρισματικών και δημιουργικών συντελεστών της τέχνης και της επιστήμης, οι οποίοι παρ’ όλα αυτά υπέφεραν από ψυχικές παθήσεις και διαταραχές.

Μπορούμε, λοιπόν, να συνδέσουμε με κάποιο τρόπο την ψυχοπαθολογία και τις επιμέρους ψυχικές ασθένειές της με την δημιουργικότητα και την ιδιοφυΐα;

ιδιοφυείς άντρες

Πηγή εικόνας: stephan-shahinian.medium.com

Την απάντηση στο ερώτημα αυτό μας δίνει η έρευνα των ψυχολόγων Cristina Chirila και Aneta Feldman, στην οποία εντοπίστηκε πως συνδετικός κρίκος της δημιουργικής σκέψης και της ψυχοπαθολογίας, η οποία περιλαμβάνει όλες τις ψυχικές παθήσεις που παρατίθενται στο DSM, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα μέρος του ίδιου του ανθρωπίνου σώματος, η λανθάνουσα αναστολή.

Η λανθάνουσα αναστολή συνιστά ένα τμήμα του εγκεφάλου όλων των θηλαστικών, την ιδιότητα εκείνη που μας βοηθά να επικεντρωνόμαστε σε συγκεκριμένα ερεθίσματα του περιβάλλοντός μας – οπτικά, ακουστικά, οσφρητικά – και να επεξεργαζόμαστε μόνο αυτά, προκειμένου να αποφύγουμε μια πληροφοριακή και πνευματική υπερφόρτωση. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, λοιπόν, φιλτράροντας τα περιττά εισερχόμενα δεδομένα εμποδίζει τις αχρείαστες πληροφορίες που δέχεται καθημερινά μέσω του μηχανισμού της λανθάνουσας αναστολής.

Σύμφωνα και με την μελέτη του ψυχολόγου Hans Eysenck, «η χαμηλή λανθάνουσα αναστολή, ίσως αποτελεί ένα από τα γνωστικά ελλείμματα που χαρακτηρίζει τόσο τα ψυχωτικά όσο και τα δημιουργικά άτομα».

Αν, λοιπόν, υποθέσουμε πως εισερχόμαστε για πρώτη φορά σε έναν χώρο, ο εγκέφαλός μας μέσω μιας γνωστικής λειτουργίας του θα μας επιτρέψει να εστιάσουμε σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο κάθε φορά και σε ορισμένα μόνο χαρακτηριστικά του, ώστε να αποφευχθεί μια σύγχυση πληροφοριών. Ένα άτομο, όμως, με χαμηλή λανθάνουσα αναστολή αδυνατεί να επικεντρωθεί σε ένα συγκεκριμένο ερέθισμα του περιβάλλοντός του επεξεργαζόμενο μόνο αυτό, με αποτέλεσμα όλα τα προσλαμβανόμενα δεδομένα να έχουν την ίδια έμφαση στην επεξεργασία τους.

Παράλληλα, δηλαδή, με την αντίληψη των φυσικών δεδομένων, ο εγκέφαλος επαναφέρει στην σκέψη του ατόμου αναμνήσεις, σχετικές, ήδη προσληφθείσες πληροφορίες και εμπειρίες, οι οποίες ενδεχομένως να οδηγήσουν το άτομο σε σύγχυση ή ορισμένες φορές σε μια μοναδική παραγωγή εμπνευσμένων και δημιουργικών σκέψεων και αποτελεσμάτων. Συνεπώς, αυτό που διαχωρίζει την παράνοια και την ιδιοφυΐα, είναι το πόσο καλά θα μπορέσει κάποιος να αντιμετωπίσει αυτό τον χείμαρρο των πληροφοριών. Είναι σημαντικό να αποφευχθούν σε αυτό το σημείο επιπόλαιες γενικεύσεις, και την λύση σε αυτό το πρόβλημα θα δώσει η προσθήκη στην εξίσωση μιας ακόμη παραμέτρου, του δείκτη της νοημοσύνης.

Στο πλαίσιο αυτό, μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερεις κατηγορίες ανθρώπων.

Σε ένα κάθετο σύστημα αξόνων, λοιπόν, με συντεταγμένες την λανθάνουσα αναστολή και τον δείκτη νοημοσύνης, εντοπίζουμε τα άτομα εκείνα με υψηλή λανθάνουσα αναστολή και χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν σχετικά αργόστροφα, αλλά ακίνδυνα ως προς τις ψυχικές παθήσεις. Στην δεύτερη κατηγορία με υψηλή λανθάνουσα αναστολή και υψηλό δείκτη νοημοσύνης ανήκουν άνθρωποι οι οποίοι είναι μεν έξυπνοι και μπορούν να επικεντρωθούν στη λύση συγκεκριμένων προβλημάτων, δεν χαρακτηρίζονται, όμως, από εξαιρετικά δημιουργικές τάσεις.

Αμέσως επόμενοι στην κατάταξη είναι εκείνοι οι οποίοι παρουσιάζουν χαμηλή λανθάνουσα αναστολή και χαμηλό δείκτη νοημοσύνης. Πρόκειται για άτομα που αδυνατούν να επεξεργαστούν και να βάλουν σε τάξη την πληθώρα των πληροφοριών και των προσλαμβανομένων, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε πνευματική υπερφόρτωση και να είναι επιρρεπείς σε ψυχικές διαταραχές.

Τελευταία και πιο ενδιαφέρουσα κατηγορία ατόμων είναι εκείνη, στην οποία η λανθάνουσα αναστολή κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα, αλλά ο δείκτης νοημοσύνης σε πολύ υψηλά. Σε αυτή την περίπτωση κάνουμε λόγο για τις λεγόμενες «δημιουργικές ιδιοφυΐες», οι οποίες είναι σε θέση να συνδυάζουν και να αξιοποιούν όλες τις σκόρπιες πληροφορίες και να παράγουν πρωτότυπες και μεγαλοφυείς ιδέες, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει πως και οι ίδιοι δεν έχουν προδιάθεση σε ψυχώσεις ή αγχώδεις διαταραχές.

Ίσως, λοιπόν, το πρότυπο του τρελού επιστήμονα που έχει διαμορφωθεί μέσα από ταινίες και βιβλία να μην βρίσκεται πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, άλλωστε, τον κόσμο τον αλλάζουν οι τρελοί και ονειροπόλοι…