Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Ιδομενέα Μόκκα,

Οι θυελλώδεις τα τελευταία χρόνια σχέσεις της Πολωνίας με την ΕΕ βρέθηκαν για άλλη μια φορά στο προσκήνιο. Στις 7 Οκτωβρίου, το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας τοποθετήθηκε επί της ιεραρχίας των κανόνων δικαίου, αποφασίζοντας με συντριπτική πλειοψηφία (12 προς 2) πως το κοινοτικό δίκαιο και η νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ (ΔΕΕ) δεσμεύουν τη Πολωνία μόνο εντός των ορίων που χαράσσει το Σύνταγμά της. Εξέλιξη που συνιστά εκ βάθρων παραβίαση του πυρήνα της ευρωπαϊκής έννομης τάξης και του θεσμού ως ολότητας.

Μάλιστα, η αιρετική νοοτροπία της Πολωνίας αναντίρρητα έχει προηγούμενο. Εν έτει 2015, το Συντηρητικό Κόμμα του Γιαρόσλαφ Κατσίνσκι, ονόματι PiS (Νόμος και Δικαιοσύνη) ανήλθε στην εξουσία και εκπόνησε μια αμφιλεγόμενη πολιτική με βάση τη Μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης.

Ο αρχηγός του PiS Γιαρόσλαφ Κατσίνσκι. Πηγή εικόνας: Kafkadesk

Εν πρώτοις, η δημοκρατικά επιβεβλημένη ανεξαρτησία των δικαστικών σωμάτων ανετράπη από τη στιγμή που υπερψηφίστηκε η σύσταση ενός πειθαρχικού οργάνου, αρμόδιου για την προσαρμογή των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς τα κυβερνητικά συμφέροντα. Η σύνθεση και η συγκρότηση του ως άνω οργάνου πάσχει από εξόφθαλμη αφερεγγυότητα, διότι ουδόλως προβλέπεται η διενέργεια εποπτείας στη διαδικασία της επιλογής των μελών του, δίνοντας το πράσινο φως για πολιτικές δολοπλοκίες. Έχοντας προξενηθεί βαθύτατη διάβρωση στην διάκριση των εξουσιών, η ΕΕ δεν αδράνησε και εξέδωσε απόφαση αφενός το ΔΕΕ (C-619/08), κατόπιν προσφυγής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις 24/07/19, επικαλούμενο καταστρατήγηση του α.19 της Συνθήκης για την ΕΕ

Εν συνεχεία, ο διορισμός δικαστών και εισαγγελέων ρυθμίζεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, θεραπαινίδα του PiS. Αντιπροσωπευτική περίπτωση η πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου, Julia Plebeszka, που θεωρείται έμπιστη συνεργάτης του Kaczynski. Ως πρόσχημα της άμεσης κυβερνητικής παρέμβασης διατυπώθηκε η ανάγκη εκκαθάρισης του Ανωτάτου Δικαστηρίου από κάθε ίχνος κομμουνισμού.

Συν τοις άλλοις, ο νόμος της 12/06/17 έμελλε να τροφοδοτήσει ακόμη περισσότερο την αντιπαράθεση. Επέφερε μείωση του ορίου ηλικίας των μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (65 για άνδρες και 60 για γυναίκες, ενώ για αμφότερους ήταν στα 67 έτη) με στόχο την ταχύτερη έκπτωσή τους από το λειτούργημα. Αίσθηση, επίσης, προκάλεσε η παροχή εξουσιοδότησης στον Υπουργό Δικαιοσύνης για κατά βούληση παράταση της ενεργού υπηρεσίας των τακτικών δικαστών. Στον απόηχο της ψήφισης τέτοιων ασύμβατων με το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό βεληνεκές μέτρων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε στο ΔΕΕ, το οποίο εντόπισε αθέτηση του α.137 ΣΛΕΕ και της οδηγίας 2006/54, που εν γένει αφορούν στην εργασία επί ίσοις όροις ανάμεσα στα δύο φύλα (C-192/18).

Συνεδρίαση του ΔΕΕ. Πηγή εικόνας: The Independent

Εάν ληφθεί υπόψη πως αποτελεί εντός της ΕΕ θεμελιώδη αρχή πως ο εθνικός δικαστής λειτουργεί παράλληλα ως ευρωπαϊκός, το όλο εγχείρημα της πολωνικής Δικαιοσύνης αγγίζει τα όρια του εσκεμμένου. Μια αρχή που απαξιώθηκε όσο ποτέ άλλοτε με την πρόσφατη ετυμηγορία του πολωνικού Ανωτάτου Δικαστηρίου, ακολουθώντας το ερώτημα που του έθεσε ο Πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι σχετικά με την διαβάθμιση των κανόνων δικαίου. Αναμενόμενα, η απόφαση στράφηκε υπέρ της υπεροχής του εθνικού δικαίου έναντι του κοινοτικού, με αιτιολογία πως η εθνική ακεραιότητα συνιστά υπέρτερη αρχή. Δεν δίστασαν ακόμη να αμφισβητήσουν τη σύμπτωση ορισμένων διατάξεων της Σύμβασης ΕΕ με το Σύνταγμα της χώρας.

Στο στόχαστρό τους το α.1, που οραματίζεται την αδιάσπαστη ευρωπαϊκή τάξη, το α.2, που επιτάσσει το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας με ειδική μνεία στις μειονότητες (ως γνωστόν, η  LGBT+ Κοινότητα υφίσταται επανειλημμένα οξύτατη περιφρόνηση εντός του κράτους), το α,4 και το α.19, το οποίο θεσπίζει την εγγυητική αρμοδιότητα του ΔΕΕ για την ερμηνεία-εφαρμογή των Συνθηκών. Σημειωτέον, εν προκειμένω, πως από το 2005, έτος που το Πολωνικό Κοινοβούλιο κύρωσε την Πράξη Προσχώρησης στην ΕΕ  το Σύνταγμα της χώρας έχει μείνει απαράλλαχτο.

Αν και αληθεύει ότι στο παρελθόν έχουν δημοσιευθεί δικαστικές αποφάσεις κρατών-μελών που έβαλαν ευθέως κατά του κοινοτικού δικαίου (βλ. Conseil d’ État), η θιγόμενη λογίζεται ως η κρισιμότερη, καθώς δεν εναντιώνεται απλώς σε κάποιο νομικό σκέλος, αλλά σε όλη την εξουσία του ΔικΕΕ συνολικά.

Θα μπορούσε, επομένως, να συμπεράνει κάποιος πως η Πολωνία ανοίγει από μόνη της την πόρτα εξόδου από την ΕΕ; Εωσότου η δικαστική απόφαση δημοσιευθεί τελικά στην επίσημη εφημερίδα της Κυβέρνησης, ξεδιπλώνεται άφθονο έδαφος για διπλωματικές κινήσεις εκατέρωθεν και αποφεύγονται τα επιπόλαια συμπεράσματα. Πάντως, το λεγόμενο Polexit διέψευσε πρόσφατα ο πολωνός Πρωθυπουργός και αργότερα αρκετοί αξιωματούχοι της ΕΕ.

Σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στη Μεγάλη Βρετανία, η παραμονή εντός της ΕΕ αξιολογείται θετικά από το 88% του πολωνικού πληθυσμού, με έκρυθμες διαδηλώσεις, να λαμβάνουν χώρα τη περασμένη εβδομάδα σε ολόκληρη τη χώρα. Η πίστη στο ευρωπαϊκό μπλοκ συνιστά επακόλουθο της απομάκρυνσης από τη σοβιετική σφαίρα επιρροής σε συνδυασμό με τα πολυάριθμα οφέλη που έχει αντλήσει όντας μέλος της. Πλην αυτών, η Πολωνία βρίσκεται εν αναμονή για 36 δις από το Ταμείο Ανάκαμψης από την πανδημία, με τη Κομισιόν να καθυστερεί από το Μάιο να εγκρίνει τη χορήγηση των κεφαλαίων ως αντίποινα για τις αυθαιρεσίες της. Συνεπώς, η περαιτέρω απειθαρχία της θα ισοδυναμεί πιθανότατα με αυστηρότερη στάση της ΕΕ, ακόμη και μέσω επιβολής πρόσθετων οικονομικών κυρώσεων, βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στα άρθρα 258 και 260 της ΣΛΕΕ.

Τέλος, το χρονικό σημείο που εκδόθηκε η πολωνική απόφαση φέρνει τα πάνω-κάτω σε μια μεταβατική και ήδη θορυβώδη εποχή για την Ευρώπη. Δοκιμάζεται στη διαχείριση της προκειμένης κρίσης την ίδια στιγμή που αναζητά ένα νέο «ηγέτη», ικανό να αξιοποιήσει στο έπακρο την παρακαταθήκη της Άνγκελα Μέρκελ και να διαχειριστεί κρίσιμα ζητήματα όπως η συμφωνία AUKUS, αλλά και την κατάσταση στο Αφγανιστάν. Τίθεται, επομένως, στο προσκήνιο η ανάγκη για την χάραξη μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής εκ μέρους της ΕΕ, ούτως ώστε να αποφευχθεί η ανεπιθύμητη τούτη τη στιγμή διχόνοια εντός των κόλπων της.

Στην ουσία, σε περίπτωση που η ΕΕ τρέφει πίστη στην ιδέα ενός πιο ισχυρού και ολοκληρωμένου οικοδομήματος, οφείλει να διεκδικήσει δυναμικά την συνοχή της ευρωπαϊκής έννομης τάξης. Αλλιώς, υφέρπει η σφοδρότερη απειλή, και αυτή συνίσταται στην αξιακή υποτίμηση της Ένωσης εντός (βλ, Ουγγαρία, Τσεχία, Βουλγαρία) και εκτός των συνόρων της, με συνέπεια οι φιλοδοξίες της για παγκόσμια ακτινοβολία να οπισθοδρομούν.