Της εξωτερικής συνεργάτιδος, Μαρίνας Βασιλειάδου,
Κομβική αναμένεται να είναι η 25η Ιανουαρίου 2021, καθώς μετά από 5 ολόκληρα χρόνια πραγματοποιείται η επανέναρξη του 61ου γύρου των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας.
Ειδικότερα, ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, στις 11 Ιανουαρίου κατέθεσε ανοιχτή πρόσκληση προς την Ελλάδα για την συνέχιση των διαπραγματεύσεων που είχαν έλθει σε παύση το 2016. Ως τόπος διεξαγωγής των συζητήσεων ορίστηκε η Κωνσταντινούπολη, κατόπιν προτροπής της τουρκικής πλευράς.
Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα της Πορτογαλίας «Diário de Notícias», δήλωσε ότι, εφόσον η τουρκική πλευρά τηρήσει τους κανόνες, σεβαστεί το διεθνές δίκαιο και προσεγγίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι καλοδεχούμενη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ωστόσο, αν και η Ελλάδα δέχτηκε την έναρξη των συζητήσεων, είναι προφανές ότι οι δύο χώρες κινούνται σε δύο διαφορετικές ατζέντες με ευδιάκριτη τη διάσταση των απόψεών τους. Η ελληνική πλευρά σε κάθε ευκαιρία τονίζει ότι θέμα των διαπραγματεύσεων θα είναι μόνο ο καθορισμός των θαλασσίων ζωνών, δηλαδή, της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Εξάλλου, πρωταρχικός στόχος ήταν και είναι η επίλυση των διαφορών ως προς την οριοθέτηση στα πλαίσια του διεθνούς δικαστηρίου της Χάγης. Στον αντίποδα βρίσκεται η Τουρκία, που επιθυμεί μία συζήτηση χωρίς προϋποθέσεις και πλαίσια, στην οποία θα έρθουν στο προσκήνιο τα ζητήματα όλων των προηγούμενων διερευνητικών επαφών. Επιδιώκει, συνεπώς, να αναφερθούν θέματα όπως η αποστρατικοποίηση των νήσων και οι γκρίζες ζώνες στην περιοχή της Μεσογείου.
Η διεθνής κοινότητα φαίνεται να επιδοκιμάζει την εξέλιξη των γεγονότων, με αρκετές χώρες να χαιρετίζουν την έναρξη των συζητήσεων. Συγκεκριμένα, ο Γερμανός Υπουργός Εξωτερικών, κ. Μάας, υποστήριξε ότι η επικείμενη επανένταξη των διαπραγματεύσεων αποτελεί ένα «παράθυρο» για διπλωματική λύση. Τόνισε, μάλιστα, ότι οι διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες δεν είναι περίπλοκες και η επίλυσή τους δεν θα ήταν αδύνατη. Όπως και η Ευρωπαϊκή Ένωση έδειξε την ευχαρίστησή της για την εκκίνηση των επαφών και μάλιστα επεσήμανε τη σημασία εξομάλυνσης των σχέσεων των δύο χωρών, τόσο για τον λαό της Τουρκίας, αλλά και για τον λαό των χωρών της ένωσης.
Η κίνηση της Τουρκίας να εκκινήσει τις συζητήσεις και να προσκαλέσει την Ελλάδα στο τραπέζι των συζητήσεων μπορεί να θεωρηθεί κι ως μια κίνηση αποκλιμάκωσης της έντασης μεταξύ των δύο χωρών. Ωστόσο, εάν ληφθεί υπόψη η μέχρι τώρα δράση της γειτονικής χώρας, μία δυσπιστία εκ μέρους της Ελλάδας θα ήταν πλήρως κατανοητή. Οι πιθανότητες ο διάλογος να μην είναι καρποφόρος είναι αρκετές, κυρίως λόγω της διαφορετικής ατζέντας που έχουν θέσει τα δύο μέρη. Μία συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών πιθανολογείται ότι δεν θα πραγματοποιηθεί πριν την επίσημη ημερομηνία, συνεπώς η επίσημη ατζέντα της εκάστοτε χώρας θα φανερωθεί τότε.