Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Σταύρου Κοροβέση,

Προ των «πυλών» βρίσκεται το ιδιαίτερο «επεισόδιο» καύσωνα που αναμένεται να χτυπήσει με μεγάλη ένταση και διάρκεια τη χώρα μας, σύμφωνα με το έκτακτο δελτίο που εξέδωσε η Ε.Μ.Υ στις 26.07.2021, όπου τουλάχιστον για 7 ημέρες η θερμοκρασία σε πολλές ηπειρωτικές περιοχές της χώρας θα ξεπεράσει τους 43 ˚C, ενώ και οι ελάχιστες θερμοκρασίες θα κυμανθούν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα πάνω από 25-27 ˚C σε πανελλήνιο επίπεδο, αυξάνοντας κατακόρυφα και το αίσθημα δυσφορίας. Φόβοι δε διατυπώνονται, αφού ο καύσωνας έχει αρχίσει και συγκρίνεται με αυτόν του Ιουλίου του 1987, όπου είχαμε θρηνήσει 1.300 νεκρούς, εκ των οποίων οι 1.115 στην Αττική, με μέση θερμοκρασία στη χώρα, το διάστημα 20-27.07.1987 τους 43 ˚C, ενώ πρωτόγνωρο ήταν το γεγονός πως ακόμα και το βράδυ η θερμοκρασία δεν έπεφτε κάτω από τους 32 ˚C. Βέβαια, σήμερα είναι εντελώς διαφορετικές οι δομές, σήμερα έχουμε συστήματα ψύξης, κλιματισμούς σε πολλούς χώρους σε σπίτια και αυτοκίνητα, άρα δεν θα έχουμε να κάνουμε με το κακό που μας είχε βρει τότε.

Φυσικά, οι πιο «ευάλωτες» περιοχές από την εκδήλωση των συγκεκριμένων ακραίων καιρικών φαινομένων αποτελούν οι αστικές ζώνες. Η συνεχιζόμενη συσσώρευση πληθυσμού σε περιορισμένο σχετικά χώρο, ο σταθερά αυξανόμενος οικοδομικός όγκος και η γενικότερη κάλυψη (ασφαλτόστρωση κ.λπ) της επιφάνειας του εδάφους, αποτελεί εστία θερμότητας, αυξάνοντας το αίσθημα δυσφορίας των κατοίκων μιας πόλης, σε σύγκριση με τις συνθήκες που επικρατούν στις περιαστικές περιοχές και στην ύπαιθρο. Το φαινόμενο αυτό χαρακτηρίζεται ως «αστική θερμική νησίδα», όπου έχει γίνει γνωστό ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες και αποτελεί, ίσως, την πλέον τεκμηριωμένη περίπτωση κλιματικής αλλαγής. Η μεγαλύτερη ένταση της αστικής θερμικής νησίδας διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της νύχτας σε συνθήκες μειωμένης ανταλλαγής αερίων μαζών (νηνεμία και ανέφελος ουρανός). Στην περίπτωση αυτή η θερμοκρασία της αστικής περιοχής έχει διαπιστωθεί ότι μπορεί να αυξηθεί κατά 12 έως 15 ˚C, εκτοξεύοντας την ποσότητα του θερμικού φορτίου που συσσωρεύεται στον αστικό χώρο ειδικότερα κατά την εκδήλωση ενός καύσωνα, με αποτέλεσμα ο ανθρώπινος οργανισμός να μην προλαβαίνει να πάρει αυτό που λέμε ανάσα για να αντιμετωπίσει την επόμενη θερμή ημέρα, επιβαρύνοντας σοβαρά την ανθρώπινη υγεία.

Στα πλαίσια της «βιώσιμης» και «έξυπνης» πόλης του μέλλοντος βέβαια, πρωτεύοντα ρόλο θα έχει ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής, μέσω της υιοθέτησης ενός σχεδίου ανθεκτικότητας των πόλεων μας στα ακραία καιρικά φαινόμενα, βασιζόμενο στις αρχές της βιοκλιματολογίας. Το πράσινο αποκτά ιδιαίτερη σημασία για τις κλιματικές συνθήκες της χώρας μας και ειδικότερα κατά τη θερμή περίοδο του έτους. Ενδεικτικά αναφέρεται η διαφορά θερμοκρασίας που παρατηρήθηκε κατά τη 15η ώρα μιας ζεστής ημέρας του Ιουλίου , σε μια σκιερή δενδροστοιχία του Εθνικού Κήπου και στην παρακείμενη λεωφόρο Αμαλίας , όπου η μετρηθείσα υπό σκιά θερμοκρασία της λεωφόρου ήταν κατά 7,0 ˚C μεγαλύτερη αντίστοιχης δενδροστοιχίας εντός του κήπου. Η σπουδαιότητα του πρασίνου, όσον αφορά τη βελτίωση των μικροκλιματικών συνθηκών των αστικών περιοχών, είναι πλέον αποδεδειγμένη και ως εκ τούτου πρέπει να λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα προστασίας και επέκτασης του. Σύμφωνα δε με τον «Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος», τα παραδεκτά όρια επιφάνειας πρασίνου, ανά κάτοικο, στις πόλεις σήμερα, κυμαίνονται από 8-12 m2, τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στις πόλεις των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης δεν ξεπερνάει τα 2 και 3 m2 αντίστοιχα. Γι΄ αυτό το λόγο ζωτικής σημασίας για την Αθήνα είναι η αναβάθμιση των αστικών μας πνευμόνων (Εθνικός Κήπος, Πεδίον του Άρεως, Λυκαβηττός, Λόφος Στρέφη, Φιλοπάππου ).Άλλωστε, σύμφωνα με τα τωρινά δεδομένα το Πεδίον του Άρεως κλιματικά δεν επιδρά στη δομημένη περιοχή που το περιβάλλει. Αυτό αποδίδεται στις περιορισμένες ποσότητες δροσερού αέρα που δημιουργούνται λόγω της διαμόρφωσης του και στο ότι περιστοιχίζεται από πυκνή και με υψηλά κτήρια δόμηση. Οι δροσερές αέριες μάζες που κατέρχονται δε από τις πλαγιές του Λυκαβηττού εισχωρούν στην αραιοδομημένη περιοχή μόνο εκεί, όπου οι δρόμοι έχουν καθοδική διεύθυνση. Τη βιοκλιματική προσαρμογή συμπληρώνουν η απελευθέρωση δημόσιου χώρου, μέσω της κατασκευής πάρκων τσέπης, αλλά και μέσω της αποκατάστασης των σιντριβανιών της πόλης, που μειώνουν αισθητά τη θερμοκρασία, αυξάνοντας το αίσθημα της θερμικής άνεσης των κατοίκων της Αθήνας, ιδιαίτερα κατά την εκδήλωση υψηλών θερμοκρασιών.

Τέλος, η βιοκλιματική προσαρμογή μπορεί να καταστήσει ενεργειακά ουδέτερα και τα κτήρια των πόλεων, μειώνοντας παράλληλα την αυξημένη ζήτηση σε ηλεκτρικό ρεύμα, ιδιαίτερα κατά την εκδήλωση των καυσώνων, αλλά συμβάλλοντας παράλληλα και στη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου που εκλύονται  για την παραγωγή του ρεύματος από τα ορυκτά καύσιμα. Η συνειδητή μείωση της κατανάλωσης ρεύματος από το μέσο καταναλωτή αποτελεί άλλωστε και το στοίχημα για τη μετάβαση από την παγκόσμια οικονομία του άνθρακα, στην οικονομία των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, μετριάζοντας ταυτόχρονα την κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με αναλύσεις με θερμικές κάμερες, κατά τη διάρκεια της ημέρας, ιδιαίτερα κατά το μεσημέρι, οι θερμές επιφάνειες εντοπίζονται στην οροφή των κτηρίων. Δροσερότερη εμφανίζεται η βόρεια πλευρά των κτηρίων και οι φυτοκαλυμμένες επιφάνειες. Τη νύχτα η οροφή ψύχεται εντονότερα από τις πλευρές των κτηρίων, με αποτέλεσμα αυτή να εμφανίζεται δροσερότερη  και ακόμη πιο δροσερή από την επιφάνεια του δρόμου. Έτσι, η χρήση ψυχρόφιλων οικοδομικών υλικών, αλλά και η φύτευση των ταρατσών με φυτά στις μεγαλουπόλεις (φυτεμένα/πράσινα δώματα), ως εναλλακτικές μορφές θερμομόνωσης των σπιτιών, δύναται να ανακουφίσει τόσο τις τσέπες των καταναλωτών, όσο και να μας δροσίσει.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

«Μαθήματα Γεωργικής Μετεωρολογίας και Κλιματολογίας» των κ. Χρονοπούλου-Σερέλη,κ. Φλώκα

http://ziakopoulos.blogspot.com/

πηγή εικόνας: messiniapress.com