Τα 11,9 εκατομμύρια έγγραφα (εμπιστευτικά emails, ισολογισμοί κλπ) που έφερε στο φως η έρευνα των Pandora Papers της Διεθνούς Κοινοπραξίας Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) έφερε ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα των υπεράκτιων (offshore) εταιρειών

Πρώην και νυν πολιτικοί ηγέτες, υπουργοί οικονομικών, δικαστικοί, στρατηγοί, μέλη βασιλικών οικογενειών και στελέχη ελιτιστικών ομάδων – ακόμα και pop idols –  μπαίνουν στο στόχαστρο μετά τις αποκαλύψεις της έρευνας που κάνει τον γύρο του κόσμου. Το σκάνδαλο που εκτείνεται από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν στον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και από τον πρώην Βρετανό πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ μέχρι τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη, αφορά την ανάμειξη ισχυρών ανθρώπων στην ίδρυση και λειτουργία υπεράκτιων (offshore) εταιρειών.

Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που μια δημοσιογραφική ομάδα, συνεργαζόμενη με πληροφοριοδότες, φέρνει στο φως τέτοια στοιχεία, πρόκειται για την μεγαλύτερη διαρροή στοιχείων για υπεράκτιες εταιρείες στην ιστορία της δημοσιογραφίας. Αντίστοιχες διαρροές, όπως τα wikileaks του φυλακισμένου Julian Assange ή, αντίστοιχα, η περίφημη Λίστα Λαγκάρντ του 2010 – 2012, αποτελούν παρόμοιες περιπτώσεις. Η πραγματική, ωστόσο, διάσταση του υπό εξέταση θέματος, επιφυλάσσει μια πικρή συνειδητοποίηση…

Offshore εταιρεία στον ωκεανό

Το διαχρονικό ζήτημα των Offshore

Οι υπεράκτιες εταιρείες αποτελούν οικονομικές οντότητες, ειδικού συνήθως σκοπού (με βραχυπρόθεσμο – ευκαιριακό χρονικό ορίζοντα), που βρίσκονται σε «φορολογικούς παραδείσους», δηλαδή σε νησιά και παράκτιες περιοχές με χαμηλό, έως μηδαμινό, επίπεδο φορολογίας. Πρόκειται λοιπόν για θυγατρικές ή συγγενείς εταιρείες, ή εταιρείες που ανήκουν σε επιχειρηματικούς ομίλους, που δεν δημιουργούνται για συνεχή οικονομική δραστηριότητα αλλά με σκοπό να πετύχει ο ιδιοκτήτης/δικαιούχος το μικρότερο δυνατό κόστος φορολόγησης των διεθνών δραστηριοτήτων του.

Με άλλα λόγια, διάφοροι επιχειρηματίες και κρατικοί αξιωματούχοι καταφέρνουν με αυτόν τον τρόπο να μεταφέρουν τεράστια ποσά και να μεταβιβάζουν περιουσιακά στοιχεία (πχ ακίνητα) με ελάχιστο φορολογικό κόστος. Μάλιστα, μέσω αυτής της τακτικής όχι μόνο χάνεται δυνητικό πολλαπλασιαστικό όφελος από το χρήμα που εκρέει από τις εγχώριες οικονομίες των ιδιοκτητών των offshore στους φορολογικούς παραδείσους (Νήσοι Κέιμαν, Μπαχάμες, Παναμάς, Σιγκαπούρη, Κύπρος κ.α.), αλλά διευκολύνεται το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Μάλιστα, τα Pandora Papers, εκτός από ηγέτες που δεν είχαν δηλώσει τα πραγματικά τους οικονομικά στοιχεία, έφεραν στο προσκήνιο ακόμα και πασίγνωστα Μουσεία που διατηρούν αρχαιότητες που συνδέονται με λαθρέμπορο. Συνιστούν, όμως, όλες αυτές οι ενέργειες παράνομες πράξεις;

Παράνομη ή νόμιμη πρακτική;

Όσο και αν σοκάρει μερικούς, όλες οι προαναφερθείσες χρήσεις των υπεράκτιων εταιρειών είναι ως επί το πλείστον νόμιμες στις περισσότερες χώρες του κόσμου! Αυτό πρακτικά σημαίνει πως δεν πρόκειται για ζήτημα φοροδιαφυγής αλλά φοροαποφυγής. Με αυτό τον τρόπο, παρατηρείται  το οξύμωρο φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο κρατικοί λειτουργοί και ηγετικές φιγούρες, που στη δημόσια σφαίρα εμφανίζονται ως δήθεν υποστηρικτές της πάταξης τέτοιων φαινομένων, στον ιδιωτικό τους βίο χρησιμοποιούν τέτοιες πρακτικές προς ίδιον όφελος.

Ενδεικτικά, στις χαρακτηριστικές ιδιότητες των παράκτιων εταιρειών εντάσσονται:

  • Η fast track σύσταση με χαμηλό κόστος, ελάχιστο απαιτούμενο εταιρικό κεφάλαιο και εξαιρετικά περιορισμένες διατυπώσεις δημοσιότητας.
  • Η πλήρης ανωνυμία των πραγματικών μετόχων.
  • Η δυνατότητα σύστασης της εταιρείας με έναν μόνο μέτοχο.
  • Η αποφυγή των διατάξεων του φορολογικού δικαίου.
  • Η αποφυγή του φόρου τόκων καταθέσεων  και του φόρου μερισμάτων.
  • Η μη ύπαρξη συνναλαγματικών περιορισμών.
  • Η αποφυγή της εφαρμογής  εργατική, ασφαλιστικής και κληρονομικής νομοθεσίας.
  • Το τραπεζικό απόρρητο που θεσπίζεται σε διάφορα εθνικά δίκαια (όπως και στην ελληνική έννομη τάξη), που με τη σειρά του διευκολύνει το καθεστώς προστασίας από ελέγχους.

Κάπου εδώ υπεισέρχεται στην συζήτηση η κατά Negri «νόμιμη ανομία». Όπως περιγράφει εξαιρετικά η Φιλίππα Χατζησταύρου στο τελευταίο βιβλίο της «Ανταγωνισμός Συμφερόντων στην Πολιτική», η συγκεκριμένη πολιτική θεωρία θεμελιώνει μια καθημερινή εμπειρική παρατήρηση: Όλα τα προαναφερθέντα, τοξικά ως προς το δημόσιο συμφέρον, την διαφάνεια και τα κρατικά ταμεία, αποτελούν νόμιμες ενέργειες. Εν ολίγοις, nothing is illegal.  Ακόμα και αν πρόκειται για ανήθικες, επιζήμιες ή και καταδικαστέες για το κοινωνικό σύνολο ενέργειες, στην ουσία είναι, λιγότερο ή περισσότερο, θεσμοθετημένες και κοινοβουλευτικώς επικυρωμένες, τόσο στην Ευρώπη όσο και διεθνώς. Ακόμα, δηλαδή, και αν αυτές οι πρακτικές δεν χαίρουν ουσιαστικής νομιμοποίησης, έχουν, εντούτοις, τυπική νομιμοποίηση και νόμιμη ισχύ. Συνιστούν, με άλλα λόγια, συνειδητές πολιτικές επιλογές με θεσμική επικάλυψη που εξυπηρετούν ειδικά ιδιωτικά συμφέροντα, ολιγαρχικών και ελιτιστικών κύκλων.

Στο ίδιο πλαίσιο θα μπορούσαμε να εντάξουμε τις ρυθμιστικές και νομοθετικές προβλέψεις περιορισμένων και υποτονικών οικονομικών «ελέγχων» καθώς και την εγκαθίδρυση ιδιότυπων ασυλιών συγκεκριμένων ομάδων (πχ τραπεζιτών, υπουργών, κρατικών αξιοματούχων, γραφειοκρατών κ.α.). Το πιο κλασικό παράδειγμα είναι οι δηλώσεις «Πόθεν Έσχες», οι οποίες, κατά αντίφαση της ονομασίας τους, απλώς περιγράφουν (πολλές φορές πλασματικά) την περιουσιακή και οικονομική κατάσταση των μετεχόντων και όχι το από πού ακριβώς προήλθαν αυτά τα αγαθά και τα χρηματικά ποσά. Λεχθέντων τούτων, κανείς δεν παραξενεύτηκε για το γεγονός ότι ο πρώην Βρετανός Πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, που δήθεν καταπολεμούσε την φοροαποφυγή, κατάφερε να μην καταβάλει φόρους ύψους 400.000 δολαρίων για ένα μονάχα ακίνητο, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες των offshore, όπως απέδειξαν τα Pandora Papers. Υπάρχουν χιλιάδες αντίστοιχα παραδείγματα, που με τη σειρά τους αναδεινύουν το πλέον οξύμωρο: Εκείνοι που υποτιθέμενα έχουν επιφορτιστεί με την υπεράσπιση του δημοσίου συμφέροντος και άρα την πάταξη τέτοιων επιζήμιων πρακτικών, είναι οι ίδιοι που τις εκμεταλλεύονται για προσωπικό όφελος. Άραγε, μπορεί να έρθει από τέτοιους κύκλους, με πρόδηλη σύγκρουση συμφερόντων, η όποια λύση επί του θέματος;

Το φόρεμα της AOC που λέει ΄΄tax the rich΄΄

Φορολογική και Θεσμική απάντηση (;)

Πλέον, δεν υπάρχει σοβαρός άνθρωπος ανά την υφήλιο που δεν αντιλαμβάνεται την παγκόσμια φορολογική ανισότητα ή το δικαιο αίτημα «tax the rich». Την ίδια στιγμή που οι μικρομεσαίοι έχουν επιβαρυνθεί πέραν των βιώσιμων δυνατοτήτων τους, οι πλουσιότεροι δρώντες του κόσμου έχουν τα νομικά παράθυρα ώστε να αποφεύγουν τα δίκαια φορολογικά βάρη τους. Βεβαίως, αυτή η απλή συνειδητοποίηση αποτελεί συνέπεια του άκρατα ελεύθερου οικονομικού μοντέλου και μπορεί μονάχα να μετριαστεί με μια νέου τύπου κρατική παρέμβαση, η οποία πρέπει να συνοδευτεί από αυστηροποίηση του νομοθετικού πλαισίου αναφορικά με τους οικονομικούς ελέγχους, δυνητικές κυρώσεις και λελογισμένο έλεγχο μεταφοράς κεφαλαίων και περιουσιακών αγαθών. Αντίστοιχα, πρέπει να υπάρξει διακρατική μέριμνα για την προστασία των πληροφοριοδοτών, όπως του εν λόγω δημοσιογραφικού δικτύου που έφερε στο φως τα PP, ως μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος. Κάτι τέτοιο θα ενισχύσει την αποτρεπτική δύναμη της δημόσιας κατακραυγής, ως απότοκο δημοσίευσης δρώντων που προβαίνουν σε τέτοιες πρακτικές.

Η γνωστοποίηση δημιουργίας ενός παγκόσμιου εταιρικού φόρου ύψους 15% από την ομάδα του  G7  (οι 7 μεγαλύτερες οικονομίες παγκοσμίως), ανεξαρτήτως της έδρας των εταιρειών, αποτελεί μια εξέλιξη που κινείται προς την σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, παρατηρούνται αρκετές προβληματικές πτυχές, όπως, επί παραδείγματι, το ότι το 15% είναι μάλλον πλασματικό νούμερο, καθώς η στρατηγική «δύο πυλώνων» στην οποία κατέληξαν οι υπουργοί της G7 θα εφαρμοστεί σε μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες οι οποίες καταγράφουν περιθώριο κέρδους άνω του 10%. Αυτές οι εταιρείες θα πρέπει να πληρώνουν φόρους για το 20% των κερδών που αποκτούν πάνω από το όριο του 10% στις χώρες όπου δημιούργησαν τα έσοδα.  Άρα δεν μιλάμε για αμιγώς δεσμευτική φορολογική βάση αλλά για φορολόγηση ενός μονάχα ποσοστού επί των επιπρόσθετων κερδών….

Μια τέτοια τακτική έκτακτης εταιρικής φορολογίας, θα μπορούσε να υιοθετηθεί και σε ενωσιακό επίπεδο, γεγονός όμως που θα προϋπέθετε περαιτέρω δημοσιονομική ενοποίηση, καθώς πρέπει να συσταθεί ένα ενιαίο δημοσιονομικό όργανο το οποίο θα μπορεί να αξιοποίησει τέτοια ενιαία φορολογικά εργαλεία. Βεβαίως, σε ένα τέτοιο σενάριο θα αντιδρούσαν χώρες όπως η Ιρλανδία, η Κύπρος και η Ουγγαρία, οι οποίες έχουν στηρίξει το οικονομικό τους μοντέλο σε χαμηλή εταιρική φορολογία. Παρόλα αυτά, η ανάγκη επέμβασης παραμένει, καθώς,  σύμφωνα με το World Inequality Database, τα κράτη μέλη της ΕΕ, που δεν είναι φορολογικοί παράδεισοι, φαίνεται να είναι οι μεγαλύτεροι χαμένοι του φορολογικού ανταγωνισμού. Εκτιμάται ότι περίπου το 35% των μετατοπισμένων κερδών προέρχονται τις χώρες της ΕΕ, με την Ένωση να χάνει έσοδα των εταιρικών φόρων των κρατών μελών της κατά περίπου 20%.

Τα Pandora Papers αποτέλεσαν χρήσιμη υπενθύμιση μαχητικής δημοσιογραφίας που λειτουργεί ως ελεγκτής της δημόσιας, και μη, εξουσίας. Στην Ελλαδα δεν εχουμε συνηθίσει τέτοια, πραγματικά ερευνητικά, γεγονότα. Είναι όμως στο χέρι όλων να πιέσουν προς μια μετατόπιση του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, εντός και εκτός Ευρώπης, με γνώμονα το γενικό, οικονομικό και κοινωνικό, συμφέρον, και όχι εκείνο μιας θλιβερής ελιτιστικής μειοψηφίας.