Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Χρήστου Ρέλλου,
Έχοντας πάντα στραμμένη την προσοχή μας στα ελληνοτουρκικά ζητήματα, είναι σύνηθες το φαινόμενο να παραβλέπουμε την πολυπρισματική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας και ιδιαίτερα την έμφαση που αυτή αποδίδει στη Μέση Ανατολή, μια περιοχή ιδιαίτερου ενδιαφέροντος όχι μόνο για την γειτονική Ελλάδα, αλλα και για τις υπερδυνάμεις του διεθνούς συστήματος. Με αφορμή λοιπόν τις πρόσφατες επιχειρήσεις του Τουρκικού Στρατού στο Βόρειο Ιράκ, που ελάχιστης προβολής έλαβαν λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, αξίζει να γίνει μια εκτενής περιγραφή του Τουρκικού παρεμβατισμού στη Συρία.
Ιστορικά οι σχέσεις της Τουρκίας με τις Αραβικές χώρες κάτωθεν της ήταν πολυτάραχες λόγω του καταπιεστικού Οθωμανικού παρελθόντος. Ιδιαίτερα η Συρία, θα παίξει τον ρόλο του ταραχοποιού στα μάτια της Τουρκίας, εν μέσω των δεκαετιών ’70-’90, καθώς η Συρία θα προέβαινε στην υποστήριξη του Λαικού Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), της κομματικής φράξιας των Κούρδων οι οποίοι εσαεί αποτελούσαν ανάθεμα για τα θεμέλια της συνοχής του Τουρκικού Έθνους.
Μετά την κήρυξη Κουρδικής Εξέγερσης το 1984, το Τουρκικό Κράτος θα εντείνει την πίεση και καταστολή σε βάρος των Κούρδων, προβαίνοντας σε δολοφονίες, φυλακίσεις, οδηγώντας πολλούς εξ αυτών να βρουν καταφύγιο στη Συρία. Η κατάσταση θα φτάσει στο απροχώρητο, όταν η Τουρκία θα απειλήσει ανοιχτά με πόλεμο τη Συρία, λόγω υποστήριξης του Κουρδικού Σκοπού και θα αποκλιμακωθεί μόνο το 1998 με την υπογραφή της Συμφωνίας της Adana.
Η Συμφωνία αυτή προέβλεπε την ποινικοποίηση του PKK εντός Συρίας, αλλά και το ελευθέρας της Τουρκίας να εισβάλλει στη χώρα σε βάθος 5 χιλιομέτρων σε περίπτωση που η Συρία δεν αποσοβούσε την Κουρδική “απειλή”,ώστε να καταδιώξει μέλη του PKK. Η εν λόγω πρόβλεψη της Συνθήκης θα αποτελέσει τη νομική βάση των σημερινών Τουρκικών παρεμβάσεων.
Τα χρόνια περνούν και οι σχέσεις των χωρών αλλάζουν, καθώς η Τουρκία θα αυξήσει την «φιλική» πλέον επιρροή προς τη Συρία. Όμως, η Αραβική Άνοιξη του 2011, θα μεταβάλλει τις ισορροπίες και θα οδηγήσει την Τουρκία με την Συρία στη ρήξη λόγω της βίαιης καταστολής των διαμαρτυριών από το καθεστώς Άσαντ. Παρ’όλα αυτά ο μεγαλύτερος καταλύτης που συνέβαλε στην προαναφερθείσα εξέλιξη, δεν ήταν άλλος από την επαναφορά της υποστήριξης της Συρίας στο PKK και στην ένοπλη ομάδα των Κούρδων, το YPG.
Έτσι, στα μέσα του 2012 οι Τουρκικές Μυστικές Υπηρεσίες θα συμβάλλουν στην ενίσχυση του Στρατού της Συριακής Αντιπολίτευσης, μιας ένοπλης ομάδας ανταρτών που μάχονται κατά της Συριακής Κυβέρνησης και των Κούρδων Μαχητών.
Η ανάδυση και επέκταση του Ισλαμικού Χαλιφάτου (ISIS) κατά μήκος της Νοτιανατολικής Συρίας και του Ιράκ, τη διετία 2013-14 θα οδηγήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Δύση να στηρίξουν τις ένοπλες ομάδες των Κούρδων (YPG), καθώς θα αποδειχθούν ικανότατοι στο πεδίο της μάχης.
Η συνεχής υποστήριξη της Δύσης στους Κούρδους θα εξοργίσει την Τουρκία, η οποία με αφορμή πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις αλλά και το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, θα εξαπολύσει εισβολή στη Βορειανατολική Συρία, τον Αύγουστο του ίδιου έτους με κωδική ονομασία Επιχείρηση “Ασπίδα του Ευφράτη”. Έχοντας απωθήσει μαχητές του ISIS αλλά και του YPG, οι Τούρκοι θα καταλάβουν την ευρύτερη περιοχή του Manbij. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα συνεχιστούν τον Ιανουάριο του 2018 (Επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας»), όπου η Τουρκία θα ασφαλίσει την περιοχή του Αφρίν στη Βορειοδυτική Συρία.
Εικόνα από την επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας». Πηγή: Azernews
Η παρέμβαση και άλλων ηγεμονικών δυνάμεων, όπως η Ρωσία και το Ιράν, θα οδηγήσουν την Τουρκία στο τραπέζι των εγγυήτριων δυνάμεων της Συρίας, στις συνδιασκέψεις της Aστάνα, το 2017-18. Εκεί θα συμφωνηθεί η αποστρατιωτικοποίηση ορισμένων περιοχών καθώς και η de facto συνέχιση του καθεστώτος Assad στη Συρία υπό την κηδεμονία της Ρωσίας και του Ιράν.
Παρ’όλα αυτά η Τουρκία δεν έπαψε να θέλει μεγαλύτερη μερίδα του λέοντος εφόσον απώτερος σκοπός του παρεμβατισμού της ήταν η δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» στα Τουρκοσυριακά σύνορα και ο επαναπατρισμός πλείστων προσφύγων από τη Συρία, οι οποίοι ανέρχονται στα 4 εκατομμύρια.
Έτσι μετά από διπλωματικές συνομιλίες της Τουρκίας με τις υπερδυνάμεις, θα συμφωνηθεί η οριοθέτηση μιας εκτενούς ουδέτερης ζώνης υπό την κοινή επίβλεψη των Τουρκικών και Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων κατά μήκος των συνόρων, η οποία θα προέβλεπε την απομάκρυνση μέρους των Κούρδων μαχητών από τη περιοχή και την αποφυγή μιας τρίτης Τουρκικής Εισβολής.
Οι εξελίξεις θα αναιρέσουν τις εν λόγω σκοπιμότητες, και λόγω της απογοήτευσης της Τουρκίας για την μη τήρηση των συμφωνηθέντων, θα εισβάλλει με την τρίτη και αποφασιστική επιχείρηση, ονόματι «Άνοιξη της Ειρήνης» στις 9 Οκτωβρίου 2019, εφόσον είχε ήδη συμφωνηθεί η απόσυρση των Αμερικανικών Στρατευμάτων, αλλά και η άτακτη εγκατάλειψη των Κούρδων από πλευράς ΗΠΑ, μια κίνηση που θεωρήθηκε ως προδοσία.
Οι επιχειρήσεις θα λήξουν στις 22 Οκτωβρίου και η Τουρκία θα στραφεί προς την Ρωσία όπου θα συμφωνηθεί η δημιουργία μιας δεύτερης ζώνης ασφαλείας, πλέον ως επικύρωση των Τουρκικών εδαφικών τετελεσμένων, με από κοινού επιτήρηση Τουρκικών και Ρωσικών Δυνάμεων.
Χάρτης των στρατιωτικών επιχειρήσεων της Τουρκίας στη Συρία. Πηγή:TRT World
Εξετάζοντας ενδελεχώς τα παραπάνω δεδομένα αναδεικνύονται δύο κύριοι άξονες της Τουρκικής πολιτικής στην Συρία. Σε πρώτο στάδιο η Τουρκία επέλεξε τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων, μέσω της εργαλειοποίησηςκαι στήριξης των Σύρων μαχητών της Αντιπολίτευσης στα πεδία των μαχών, με τους οποίους συνδέεται μέσω του σουννιτικόυ Ισλάμ.
Σε δεύτερο στάδιο εκλαμβάνοντας την παρουσία των Κούρδων στα σύνορα της ως υπαρξιακή απειλή, αλλά και ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρίας για αναβάθμιση του περιφερειακού της ρόλου στη περιοχή, δεν δίστασε να προχωρήσει σε εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις υπό τον «μανδύα» του ΝΑΤΟικού/Δυτικού εταίρου προς τις ΗΠΑ, ενώ στην πραγματικότητα εξυπηρετούσε αποκλειστικά τα εθνικά της συμφέροντα.