Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Πέτρου Ράλλιου,
Σε λίγο καιρό, αργά ή γρήγορα η καραντίνα, αλλά και η υγειονομική κρίση θα φτάσουν στο τέλος τους. Τότε θα ανοίξουμε την πόρτα και θα βγούμε από τα σπίτια μας. Ωστόσο πόσο αλλαγμένος θα είναι ο κόσμος μας;
Θα έχει καμιά σχέση αυτό που αφήσαμε πίσω μας, όταν αναγκαστικά μείναμε σπίτι, με αυτό που θα αντικρίσουμε, όταν θα βγούμε από το σπίτι και θα επιστρέψουμε σε μια νέα κανονικότητα;
Η μετά κορωνοιού εποχή, όπως ήδη αρχίζει να φαίνεται, δεν θα έχει καμιά σχέση με την εποχή πριν την υγειονομική κρίση. Όλη αυτή την περίοδο που μείναμε σπίτι, πολλά άλλαξαν. Ο κρατικός μηχανισμός, που στην δεδομένη συγκύρια τρέχει, ανήκει σε μια ακραίως τεχνοκρατική και νεοσυντηρητική κυβέρνηση. Δεν έπαψε ποτέ να λειτουργεί, να περνάει νόμους που αλλάζουν άρδην την πραγματικότητα, τουλάχιστον όπως τη γνωρίζαμε. Η υγειονομική κρίση από πολλές πλευρές, στάθηκε ως η τέλεια ευκαιρία, για ένα γερό πλιάτσικο στα ατομικά και συλλογικά μας, κοινωνικά δικαιώματα, ως η τέλεια ευκαιρία, για να εκφραστούν και να εφαρμοστούν όλες οι νεοφιλελεύθερες, ιδεολογικές αγκυλώσεις της κυβέρνησης, με το μικρότερο δυνατό πολιτικό κόστος.
Βγαίνοντας θα δούμε πως τα δικαιώματα μας έχουν τσαλαπατηθεί κάτω από την μπότα του νεοσυντηρητισμού και της αστυνομοκρατίας, που έφτασε στο αποκορύφωμά της μέσα από την αχρείαστη αναστολή του άρθρου 11 του Συντάγματος (δικαίωμα του συνέρχεσθαι) από τον Αστυνομικό διευθυντή της Αθήνας, κατά παραγγελία πάντα της κυβέρνησης. Η κατηφόρα, ωστόσο, δε σταματά εδώ. Η κυβέρνηση με ένα έξυπνο και υποχθόνιο τέχνασμα κατάφερε να περιστείλει και το δικαίωμα του εργαζομένου στην απεργία. Κανένας, όμως, δε θα ξεχάσει και το άλλο μεγάλο επίτευγμα, την απαγόρευση των διαδηλώσεων που ψήφισε η κυβέρνηση το καλοκαίρι, με την νεκρανάσταση ενός νόμου του 1971, της περιόδου δηλαδή της δικτατορίας. Γίνεται σε όλους μας αντιληπτό το ιδεολογικό και ηθικό βάρος που βαραίνει την κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση που επιλέγει να άρχει μέσω του αυταρχισμού, αλλά και ενός διαρκούς «απαγορεύεται».
Αυτήν τη δύσκολη περίοδο, όπου πολλά άλλαξαν και όλοι δοκιμαστήκαμε, είδαμε τις οικονομικές και ταξικές ανισότητες να γιγαντώνονται και να μας πνίγουν. Είδαμε πως δεν υπήρξε καμία ουσιαστική προστασία των αδυνάτων και των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, της εργασίας, που χτυπήθηκαν όσο κανείς άλλος στην οικονομική κρίση που προηγήθηκε και τσακίστηκαν στην υγειονομική κρίση που ακολούθησε. Φυσικά, η απάντηση σε αυτή την διόγκωση των ανισοτήτων, της φτώχειας και της ανεργίας βρέθηκε και περιγράφεται αναλυτικά στην έκθεση Πισσαρίδη, που έρχεται να γκρεμίσει ό,τι άφησε όρθιο η λιτότητα των προηγούμενων ετών, μια έκθεση που μπροστά της ο Τόμσεν φαντάζει πονόψυχος, δίκαιος και σοσιαλιστής.
Η προκλητικότητα της εποχής μας, φυσικά, είναι η ανάδυση, ή μάλλον, η ξεγύμνωση μιας τάσης Αντουανεατισμού. Μια κατάσταση που φανερώνει τις τεράστιες ανισότητες που ενυπάρχουν στην κοινωνία μας. Από την μια πλευρά η πλειοψηφία, που βιώνει στο πετσί της την ύφεση, την ανεργία, την απελπισία και από την άλλη πλευρά της ανισοκατανομής του εισοδήματος οι έχοντες, που βρίσκονται εκτός πραγματικότητας, ως σύγχρονες Αντουανέτες που δεν μπορούν να αντιληφθούν την δυσχερή θέση της πλειοψηφίας και επιδεικνύουν έναν προκλητικό βίο. Όλοι, ωστόσο, γνωρίζουμε πως προϊόν την κοινωνικής καταπίεσης, της δυστυχίας και της ανισοκατανομής της φτώχειας είναι μια επανάσταση που έρχεται φιλοδοξώντας να αλλάξει τη ροη της ιστορίας. Αυτό άλλωστε συνέβη και στο παρελθόν, όπως γνωρίζουμε από μια πλειάδα ιστορικών παραδειγμάτων.
Ο κόσμος που θα αντικρίσουμε βγαίνοντας, θα είναι διαφορετικός, πιο άνισος, πιο άδικος, πιο βίαιος.
Εσύ, το αντέχεις;