Το «ευαγγέλιο» του υπουργείου Παιδείας για το νέο νομοσχέδιο που θα αφορά την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

Πανεπιστημιακά πτυχία χωρίς «λεπτομερή» επαγγελματικά δικαιώματα, λιγότερα τμήματα μέσω συγχωνεύσεων και καταργήσεων, επαναφορά των αμφιλεγόμενων για την αποτελεσματικότητά τους Συμβουλίων Ιδρύματος στα ΑΕΙ, δυνατότητα να διδάσκουν στα πανεπιστήμια στελέχη της αγοράς, υπουργείων ή ΔΕΚΟ και ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Αυτές είναι μερικές μόνο από τις προτάσεις που περιλαμβάνει η Έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής για το Ελληνικό Πανεπιστήμιο με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Μποδοσάκη, η οποία -μαζί με την περίφημη έκθεση Πισσαρίδη- έρχεται να «προλειάνει» το έδαφος για τις επερχόμενες αλλαγές του υπουργείου Παιδείας στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Σύμφωνα με την υπουργό Νίκη Κεραμέως, το νέο νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ αναμένεται να κατατεθεί το επόμενο διάστημα στη Βουλή, ενώ οι αλλαγές θα αφορούν, εκτός από τα πανεπιστήμια, και τον ΔΟΑΤΑΠ.

Ο «κόφτης» της ελάχιστης βάσης εισαγωγής που οδήγησε φέτος στον αποκλεισμό χιλιάδων υποψηφίων από τα δημόσια ΑΕΙ, αφήνοντας τμήματα με ελάχιστους ή και μηδέν υποψηφίους, θα αποτελέσει άλλωστε και επισήμως το όχημα της κυβέρνησης για τη λεγόμενη «αναδιάρθρωση» του ακαδημαϊκού χάρτη – που δεν θα είναι άλλη από τις μαζικές συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων.

Σε αυτή την συγκυρία, το «Σχέδιο Δράσης για το Ελληνικό Πανεπιστήμιο του 2030» που συνέταξε η επιστημονική επιτροπή με επικεφαλής την καθηγήτρια Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ, Βάσω Κιντή, θέτει a priori μια γενικόλογη «παραδοχή» πως «τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν τις σύγχρονες εξελίξεις και να ανταποκριθούν στο έργο τους αποτελεσματικά», χαρακτηρίζοντας μάλιστα την απόδοση της πλειοψηφίας των ελληνικών ιδρυμάτων ως «μη ικανοποιητική». Η Επιστημονική Επιτροπή αποτελείται επίσης από τους καθηγητές/τριες: Βασιλική Γεωργιάδου, Αχιλλέα Γραβάνη, Μανώλη Δερμιτζάκη, Ελευθερία Ζεγγίνη και Στάθη Καλύβα.

Με το τρίπτυχο «αποτελεσματικότητα, αυτονομία και λογοδοσία» οι συντάκτες του Σχεδίου Δράσης αναφέρουν πως επιδίωξη του Ιδρύματος Μποδοσάκη είναι οι θέσεις που παρουσιάζονται «να αποτελέσουν τη βάση για την ανταλλαγή απόψεων και ιδεών με την εγχώρια και διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα καθώς και τους ενεχόμενους κοινωνικούς, επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς».

Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στα σημαντικότερα σημεία της έκθεσης:

Διοίκηση των ΑΕΙ

Σχετικά με τη διοίκηση των ιδρυμάτων, η επιτροπή προτείνει την επαναφορά του αποτυχημένου θεσμού των Συμβουλίων Διοίκησης στα ΑΕΙ, χαρακτηρίζοντας ως «παθογένεια» τη δημοκρατική διαδικασία εκλογής της διοίκησης από τα μέλη ΔΕΠ. 

«Στο Ελληνικό συνταγματικό και νομικό περιβάλλον, η διοίκηση πρέπει να εκλέγεται, εν μέρει τουλάχιστον, από τα μέλη ΔΕΠ (Διδακτικό και Ερευνητικό Προσωπικό), πράγμα που δημιουργεί μια σχέση εξάρτησης, ενίοτε με αρνητικά αποτελέσματα, όπως η πελατειακή ροπή, η κομματική εξάρτηση και η τάση λογοδοσίας στα μέλη ΔΕΠ ή τις κομματικές νεολαίες, αντί των χρηστών τους και της κοινωνίας που τα χρηματοδοτεί. Η παθογένεια αυτή είναι ευρέως γνωστή και δεν απαιτεί ιδιαίτερη τεκμηρίωση. Είναι, επομένως, αναγκαίο να ληφθεί μέριμνα, ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία της διοίκησης με συγκεκριμένους τρόπους, όπως π.χ. συμπλήρωση με πρόσωπα εκτός ιδρύματος, διαδικασίες λογοδοσίας» αναφέρει η έκθεση, με τους συντάκτες να προτείνουν δύο πυλώνες διοίκησης:

α) έναν εκτελεστικό και

β) έναν εποπτικό στρατηγικό.

«Εκτελεστική εξουσία μπορεί να έχει ο πρύτανης για ακαδημαϊκά θέματα, ενώ εποπτικό/στρατηγικό ρόλο μπορεί να έχει το Συμβούλιο του Ιδρύματος, το οποίο θα πρέπει να ανανεώνεται σταδιακά και να έχει θητεία που να υπερβαίνει αυτή του πρύτανη.

Οι δύο αρχές θα πρέπει να έχουν αρμοδιότητες εντελώς διακριτές και ανεξάρτητες μεταξύ τους. 

Ο/η πρύτανης δεν μπορεί να έχει την ανεξαρτησία που απαιτεί η διοίκηση, εάν εκλέγεται από τα μέλη ΔΕΠ.  Εάν, από την άλλη, απλώς ορίζεται από το Συμβούλιο, μπορεί να μην έχει ανεξαρτησία ως προς το Συμβούλιο. Γι’ αυτό, το Συμβούλιο πρέπει να ορίζει ειδική επιτροπή (search committee) για την αναζήτηση των κατάλληλων υποψηφίων για να καταλάβουν τη θέση του πρύτανη, μεταξύ των οποίων να γίνεται η επιλογή από το Συμβούλιο. Ανάλογη πρέπει να είναι η διαδικασία και για την επιλογή των κατώτερων οργάνων, τα μέλη του Πρυτανικού Συμβουλίου και τους κοσμήτορες.

Τέλος, η Σύγκλητος, με ολιγομελή σύνθεση, πρέπει να ασχολείται μόνο με ακαδημαϊκά θέματα, ενώ τα οικονομικά του ιδρύματος πρέπει να είναι υπ’ ευθύνη επαγγελματικής διοίκησης που θα εποπτεύεται από το Συμβούλιο. Είναι γνωστό πως τα ΑΕΙ δεν χρησιμοποιούν την περιουσία τους αποτελεσματικά, με αποτέλεσμα να μη διαθέτουν πρόσβαση σε σημαντικούς πόρους. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει».

Καταργήσεις-συγχωνεύσεις

Οι προτάσεις της Επιστημονικής Επιτροπής για συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων φαίνεται ότι έρχεται ως βούτυρο στο ψωμί της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας που φρόντισε να αποψιλώσει ακαδημαϊκά τμήματα με στόχο την περιβόητη «αναδιάρθρωση» θεσμοθετώντας την ελάχιστη βάση εισαγωγής: η αναδιάταξη/κατάργηση ή/και σύμπτυξης τμημάτων και σχολών μπορεί, σύμφωνα με την επιτροπή, «να συμβάλει στην πρόοδο, την παραγωγικότητα και την καινοτομία».

Ειδικότερα, η επιτροπή αναφέρει ότι «ο αριθμός ομοειδών τμημάτων είναι υπερβολικά μεγάλος. Τμήματα με χαρακτήρα μεταπτυχιακής εξειδίκευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης πρέπει να ενσωματωθούν σε συγγενή τους τμήματα ή να καταργηθούν μετά από εξωτερική αξιολόγηση. Ο χάρτης της Ανώτατης Εκπαίδευσης πρέπει να επιτρέπει τη σύσταση νέων διεπιστημονικών αντικειμένων και προγραμμάτων σπουδών σε άμεση οργανωτική και διοικητική συνεργασία με αντίστοιχα τμήματα του εξωτερικού».

«Παράλληλα, είναι σημαντικό, όπου κρίνεται αναγκαίο ή και επιθυμητό, να ιδρυθούν ειδικοί κλάδοι/παραρτήματα εκπαιδευτικών μονάδων με έμφαση στις ειδικευμένες/τεχνικές γνώσεις, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Στην κατεύθυνση αυτή μπορούν να συμβάλουν τα Κέντρα Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (ΚΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) των ΑΕΙ, καθώς καλύπτουν επαγγελματικές ανάγκες μέσα από την προσφορά τόσο προγραμμάτων κατάρτισης και επιμόρφωσης, όσο και επαγγελματικού προσανατολισμού. Γενικά, είναι απαραίτητη η ευελιξία, ώστε να καθίσταται δυνατή η αντιμετώπιση των ακαδημαϊκών προκλήσεων και η παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων. Να μην οχυρώνονται τα ιδρύματα σε παρωχημένες δομές που περισσότερο αντανακλούν και συντηρούν συσχετισμούς ισχύος, παρά ακαδημαϊκές προτεραιότητες».

Πτυχία χωρίς «λεπτομερή» επαγγελματικά δικαιώματα

Οι συντάκτες της επιτροπής προτείνουν επίσης πτυχία «διεπιστημονικά και συνδυαστικά», χωρίς αυτά να συνδέονται με «λεπτομερή επαγγελματικά δικαιώματα», με «ευέλικτα» προγράμματα σπουδών, με ενότητες μαθημάτων και εισαγωγή των υποψηφίων σε σχολές και όχι σε τμήματα.

«Τα προγράμματα σπουδών στα ελληνικά πανεπιστήμια πρέπει να διευκολύνουν την εξοικείωση και την επικοινωνία ανάμεσα σε ακαδημαϊκά πεδία. Υπ’ αυτή την έννοια, πρέπει να οδηγούν σε πτυχία που μπορούν να είναι και διεπιστημονικά και συνδυαστικά. Επίσης, τα πτυχία δεν πρέπει να συνδέονται με λεπτομερή επαγγελματικά δικαιώματα. Τα προγράμματα σπουδών πρέπει να είναι ευέλικτα, να μπορούν εύκολα να ανανεώνονται, να συμπληρώνονται και να ευνοούν την προσαρμοστικότητα στις αλλαγές.

Προς αυτή την κατεύθυνση θα βοηθούσε να δημιουργηθούν ενότητες μαθημάτων (modules), π.χ. μαθηματικά, οικονομικά, ανθρωπιστικές επιστήμες, τέχνες, υπολογιστές, επιστήμες μηχανικού, κ.λπ., οι οποίες θα μπορούν να ενσωματώνονται σε διαφορετικές διαδρομές σπουδών που θα επιλέγουν οι φοιτητές. Οι ενότητες μαθημάτων και τα προγράμματα σπουδών να ανήκουν στις σχολές και όχι στα τμήματα. Η εισαγωγή των φοιτητών να γίνεται, επίσης, σε σχολές.

Δεδομένου ότι δεν θα υπάρχουν επαγγελματικά δικαιώματα προσδεδεμένα σε συγκεκριμένα πτυχία, και θα παρέχονται ενότητες μαθημάτων, θα είναι μικρότερη η δυσκολία να κατανεμηθούν οι φοιτητές σε τμήματα μετά τον πρώτο ή δεύτερο χρόνο σπουδών».

Επιπλέον προτείνεται η διδασκαλία να μπορεί να γίνεται και από διδάσκοντες εκτός ιδρύματος (π.χ. από επιστήμονες ερευνητικών κέντρων, από στελέχη της αγοράς ή υπουργείων και ΔΕΚΟ).

«Θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα διαφοροποίησης στο καθηγητικό προσωπικό, π.χ. καθηγητές προσανατολισμένοι στη διδασκαλία και άλλοι στην έρευνα με μόνιμη μέριμνα, ωστόσο, την ενσωμάτωση της έρευνας στη διδασκαλία. Τέλος, οι πιστωτικές μονάδες που κατοχυρώνονται από την επιτυχή ολοκλήρωση των μαθημάτων, θα πρέπει να μπορούν να διατηρούνται, εφόσον κάποιος διακόψει τις σπουδές του ή να μεταφέρονται σε άλλες σχολές και ιδρύματα. Είναι, επίσης, εύλογο να μπορούν οι φοιτητές να παίρνουν πιστωτικές μονάδες (credits) και εκτός πανεπιστημίων, δηλαδή σε δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς, οι οποίοι θα πληρούν, όμως, κριτήρια που θα έχει θέσει η ΕΘΑΑΕ».

Το πανεπιστήμιο της αγοράς

Στην κατεύθυνση της έκθεσης Πισσαρίδη και των νομοθετημάτων της κυβέρνησης, πυρήνας των οποίων είναι η σταδιακή απόσυρση της κρατικής χρηματοδότησης από τον νευραλγικό τομέα της εκπαίδευσης, το «ευαγγέλιο της καινοτομίας και της ανάπτυξης» δεν είναι παρά η «στήριξη της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων και από τον ιδιωτικό τομέα και ο συντονισμός τους με τις ανάγκες της οικονομίας (παραγωγική βάση) και της κοινωνίας (κοινωνικά δίκτυα στήριξης μετά την πανδημία)». 

Σύμφωνα με το Σχέδιο Δράσης, με αυτό τον τρόπο τα πανεπιστήμια «θα ενδυναμώσουν τον εκσυγχρονισμό τους και την επιτυχή ενσωμάτωση των αποφοίτων τους στην αγορά εργασίας» τα οποία, εκτός από τη σχέση τους με το κράτος «θα πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή επικοινωνία με άλλα ΑΕΙ ή εργαστήρια στη χώρα ή διεθνώς, με τη βιομηχανία, την επιχειρηματικότητα και την αγορά».

«Η συνεργασία στην οργάνωση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων, καθώς και των προγραμμάτων κατάρτισης με τις επιχειρήσεις, η χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα θέσεων καθηγητών και ερευνητών, καθώς και υποτροφιών φοιτητών, θα στηρίξουν τις προσπάθειες συντονισμού σπουδών, εργασίας, οικονομίας και κοινωνίας». 

Προσωπικό και μέλη ΔΕΠ

Για τη στελέχωση των ΑΕΙ, το Σχέδιο Δράσης αναφέρει ότι τα ιδρύματα θα πρέπει να ξεπεράσουν «επιστημονικά και φυσικά σύνορα στην αναζήτηση της νέας γνώσης και τη μεταλαμπάδευσή της στους φοιτητές του», υποστηρίζοντας πως «η οικονομική κρίση, η εσωστρεφής και συντεχνιακή λειτουργία, η ”ενδογαμία”, καθώς και οι ιδεοληπτικές θεωρήσεις για την αποστολή του πανεπιστημίου έχουν οδηγήσει στην απώλεια σοβαρών στελεχών του και στη μη προσέλκυση νέων» και μεταξύ άλλων προτείνει:

– Θεσμοθέτηση μεγαλύτερης ποικιλίας διδασκόντων: συνεργαζόμενων καθηγητών μερικής απασχόλησης (affiliated, clinical ή research professors, professors of practice), με φυσική ή διαδικτυακή παρουσία, κυρίως από την εξαιρετικά πλούσια Ελληνική διασπορά. Κάποιοι εξ αυτών ίσως αποφασίσουν να επαναπατριστούν ως πλήρους απασχόλησης με προφανές κέρδος στην προσπάθεια για brain gain.

– Θεσμοθέτηση θέσεων καθηγητών/ερευνητών της βιομηχανίας/οικονομίας που μισθοδοτούνται από τον ιδιωτικό ή και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και καλύπτουν κοινά ερευνητικά προγράμματα ή προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης αναγκών της οικονομίας.

-Θεσμοθέτηση καθηγητών/ερευνητών αριστείας, κληροδοτημάτων ή σημαντικών δωρεών (Endowed chairs) για την προσέλ – κυση κορυφαίων επιστημόνων (Ελλήνων ή αλλοδαπών) με εργασιακές συν – θήκες που θα καθιστούν δυνατή τη μετακίνησή τους.

-Αξιοποίηση των καθηγητών που συνταξιοδοτούνται 

Πηγή εικόνας: ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ / INTIME NEWS

Αναδημοσίευση: alfavita.gr