Μεγάλος αριθμός ατόμων θεωρεί πως τα ατομικά δικαιώματα θίγονται μόνο σε περίπτωση επιβολής κάποιου δυσμενούς φόρου, κάποιας παράβασης πολεοδομικού χαρακτήρα ή με την θέσπιση υποχρεωτικής χρήσης μάσκας. Τι συμβαίνει, όμως, με το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού;
Το άρ. 5 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρ. 8 ΕΣΔΑ καθιερώνουν το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου. Αναπόσπαστο στοιχείο αυτής είναι και ο προσδιορισμός της ταυτότητάς του. Μολονότι μέχρι τώρα κάτι τέτοιο δεν αναγνωριζόταν νομολογιακά, η απόφαση 153/2020 του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας ήρθε και μετέβαλε τα δεδομένα. Αποτελεί την πρώτη απόφαση που αναγνωρίζει τη μη δυαδική (non-binary) ταυτότητα φύλου.
Η ιδιωτική αυτονομία είναι επιδεκτική περιορισμών, οι οποίοι καθορίζονται από το Σύνταγμα και εν προκειμένω λαμβάνουν τη μορφή των χρηστών ηθών. Η γενική αυτή ρήτρα έχει μεταβλητό χαρακτήρα, καθώς τα κοινωνικά ήθη αλλάζουν με το πέρασμα των ετών. Όπως διατυπώθηκε και στην απόφαση «[…] το κανονιστικό εύρος της έννοιας δεν εκτείνεται στην απαγόρευση μιας συμπεριφοράς ούτε δεσμεύει τη δράση του νομοθέτη με βάση κάποιον υπερσυνταγματικό κώδικα αξιών (Χρυσόγονος 2006, 180 επ.), καταλείπει ωστόσο καταρχήν σε αυτόν και στην συνέχεια στην αρμόδια δικαστική εξουσία τη δυνατότητα να εκτιμήσουν κατά πόσο ειναι συνταγματικά θεμιτός ο σχετικός περιορισμός της προσωπικής αυτονομίας. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η αναγνώριση στην αξία του ανθρώπου μιας καθαρά υποκειμενικής διάστασης, δηλαδή η κατοχύρωση της δυνατότητας του καθενός να κρίνει πότε είναι «αξιοπρεπής», απλά της αφαιρεί κάθε διακριτό στίγμα έναντι της προσωπικής αυτονομίας της βούλησης, ενώ, από την άλλη, η αντικειμενική σημασιοδότησή της, πέρα από την ατομική βούληση, η οποία συνιστά και την ηθική και συνταγματική ιδιαιτερότητά της, ενέχει τον κρατικό πατερναλισμό και την υπονόμευση της προσωπικής ελευθερίας (και αξίας) λόγω της κοινωνικοποίησης και διάσπασης της αυστηρά ιδιωτικής και προσωπικής μας σφαίρας, με προφανή, επομένως, την δυσεπίλυτη σύγκρουση υποκειμενικής βούλησης και αντικειμενικής αξίας του ανθρώπου, που δοκιμάζει η έννομη τάξη (Σύνταγμα – Κατ’ άρθρο ερμηνεία – Φ. Σπυρόπουλος, Ξ. Κοντιάδης, Χ. Ανθόπουλος, Γ. Γεραπετρίτης – Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου [ΚΕΣΔ]). […]». Υπό το σκεπτικό αυτό, έγινε δεκτό το αίτημα μεταβολής του ονόματος και επιθέτου της αιτούσας, δηλώνοντας ρητώς πως αποτελεί μη δυαδικό (non-binary) ως προς το φύλο άτομο και θα προκαλούσε ανεπιθύμητες συνέπειες στην προσωπικότητα και στην εικόνα της η απόρριψη αυτού, ενώ παράλληλα υπήχθη και στο Ν. 4491/2017 για τη νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου.
Η έννομη τάξη στην χώρα μας προσπαθεί με αργά βήματα να ακολουθήσει τα κοινωνικά δρώμενα. Από το 2015 που θεσπίστηκε το σύμφωνο συμβίωσης και περιέλαβε και τα ομόφυλα ζεύγη, από την προσθήκη του «Αντιγόνη» στο «Ιάσων» με την απόφαση του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου το 2017 στην υπόθεση Jason Αντιγόνη, μόλις φέτος έγινε δεκτό το αίτημα για μεταβολή της ταυτότητας φύλου. Ανεξαρτήτως των κοινωνικών αντιλήψεων, οι οποίες είναι αντικρουόμενες, οι ενυπάρχουσες στην χώρα σχέσεις που παραμένουν αρρύθμιστες είναι πολλές και η μεταβολή της νομοθεσίας, ώστε να τις καταλαμβάνει, κρίνεται επιτακτική. Ελπίζω η εν λόγω απόφαση να αποτελέσει μόνο την αρχή για την ικανοποίηση ποικίλων αιτημάτων της LGTBQ+ κοινότητας.
Ευχαριστούμε πολύ το T–Zone.gr και τον κύριο Βασίλη Σωτηρόπουλο, που μοιράστηκαν πρώτοι με το ευρύ κοινό το σκεπτικό της υπ’αριθμ. 153/2020 απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλλιθέας.