Μια από τις πιο έντονες μορφές ανταγωνισμού και διεκδικήσεων δικαιωμάτων, παρατηρείται ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια στην ήπειρο της Ανταρκτικής, καθώς έχει αρχίσει να βγαίνει στην επιφάνεια, λόγω της κλιματικής αλλαγής, ο φυσικός και ενεργειακά εκμεταλλεύσιμος πλούτος της. Εντός των συνόρων της, περιλαμβάνονται ύδατα τριών ωκεανών, όπως και τα νησιά της αντίστοιχου εμβέλιας. Βέβαια εδώ θα πρέπει να τονιστεί πως η συνοριακή στοιχειοθέτηση της Ανταρκτικής αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. 7 κράτη ανάμεσα στα οποία η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά οχι η Κίνα και οι ΗΠΑ, έχουν εκφράσει εδαφικές διεκδικήσεις. Παρόλα αυτα, σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης της Ανταρκτικής οι διεκδικήσεις αυτές είναι “παγωμένες”, ενώ αποκλείονται μελλοντικές. Παράλληλα, καμία δραστηρίοτητα στο έδαφος της Ανταρκτικής δεν μπορεί να θεωρηθεί ως βάση για τη θεμελιώση εδαφικής κυριαρχίας.
Λόγω της ιδιαίτερης γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής σημασίας της περιοχής, αποτελεί στόχο των διεθνών δυνάμεων, δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος αντιπαραθέσεων. Πρωταγωνιστές επί σειρά ετών αποτελούν οι ΗΠΑ, Ευρωπαικές χώρες και η Ρωσία, με πρόσφατο σχετικά εισαγόμενο μέλος στην κούρσα των διεκδικήσεων και της επίδειξης δύναμης να είναι η Κίνα.
Βάσει του Διεθνούς Δικαίου η Ανταρκτική είναι ζώνη εξερεύνησης για όλα τα κράτη, χωρίς όμως να είναι δυνατόν να οικειοποιηθεί από κανέναν δημόσιο ή ιδιωτικό δρών. Τις τελευταίες δεκαετίες επικρατεί ένα ασταθές κλίμα ανάμεσα στις χώρες που ανταγωνίζονται στο έδαφος της Ανταρκτικής, προκαλώντας μια διεθνή ανησυχία για την αστάθεια των σχέσεων.
Οι βλέψεις τις Κίνας για την επέκταση της στον Νότιο Πόλο, αποσκοπεί κυρίως στην επικύρωση της ως κυρίαρχη οικουμενική δύναμη. Στα άμεσα σχέδια του Πεκίνο είναι η εγκαινίαση του πέμπτου ερευνητικού κέντρου στην περιοχή, καθώς και η προσθήκη ενός ακόμα πυρηνικού παγοθραυστικού, ανάμεσα στα δύο συμβατικά που ήδη δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, η πιθανότητα για εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Ανταρκτικής δεν πρόκειται να επικυρωθεί προς το παρόν σε καμία διεθνή σύμβαση ή ατζέντα, καθώς το πρωτόκολλο της Μαδρίτης (1991) απαγορεύει ρητά οποιαδήποτε δραστηρίοτητα εξόρυξης μέχρι το 2048.
Ο νέος Κινέζικος ερευνητικός σταθμός. Πηγή εικόνας: xinhuanet
Η κλιματική αλλαγή, η υπερθέρμανση του πλανήτη, όπως και η παγκόσμια ενεργειακή κρίση, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να τραβήξει το ενδιαφέρον των χωρών να αναθεωρήσουν τρέχουσες απαγορεύσεις, με άμεσο αποτέλεσμα την προσβασιμότητα στην δραστηριότητα εξόρυξης, αλλά όχι πριν το 2048. Βέβαια, ένα τέτοιο ενδεχομένο φαντάζει απόμακρο, καθώς πέρα από τα υπάρχοντα τεχνολογικά εμπόδια, απαίτειται και η σύμφωνη γνώμη των 3/4 των κρατών-μερών στη Συνθήκη για οποιαδήποτε αλλαγή του καθεστώτος εξορύξεων μέτα το 2048.
Στο επίκεντρο της προσοχής η Ανταρκτική, ως πιθανή πηγή παραγωγής ενέργειας και εκμετάλλευσης της περιοχής, βρίσκεται και για τις ΗΠΑ, οι οποίες παρακολουθούν στενά την κινεζική δραστηριότητα. Η έντονη χρηματοδότηση προγραμμάτων και η δημιουργία ερευνητικών κέντρων, έχει δώσει το προβάδισμα στο Πεκίνο να πληροί μεγάλο μέρος των ερευνητικών αναγκών. Σε συνδυασμό με την πανδημία, οι εκσυγχρονιστικές βλέψεις υποδομών έχουν τεθεί στον πάγο για τις ΗΠΑ, οι οποίες πλέον στοχεύουν κυρίως στην ανάδειξη νέων προστατευμένων θαλάσσιων περιοχών, σε συνεργασία με ΕΕ και 15 ακόμα κράτη.
Παρά τις συγκρουσιακές συνθήκες που επικρατούν στον χώρο της Ανταρκτικής, η διεθνή κοινότητα δεν μπορεί να διαφωνήσει στην αναγκαία προστασία της περιοχής που βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο λόγω της κλιματικής αλλαγής. Η ζώνη του Νότιου Πόλου, βρίσκεται στο τραπέζι διαπραγματεύσεων ως προς την εκμετάλλευση και την προώθηση της. Οι ηγέτες όμως της παγκόσμιας κοινότητας, οφείλουν να τοποθετήσουν την βιωσιμότητα της περιοχής και τα περιβαλλοντικά κρίτηρια, πάνω από τα πιθανά οικονομικά οφέλη τα οποία δύνανται να βλάψουν ανεπανόρθωτα την Ανταρκτική και ολόκληρο τον πλανήτη.