Σαν σήμερα πριν 104 χρόνια η Ελλάδα εισήλθε στον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Δεν έχει νόημα να σταθούμε τόσο στα ιστορικά, που λίγο πολύ όλοι γνωρίζουν, αλλά στην σημασία που είχε η επιμονή του Βενιζέλου και τελικά η συμμετοχή στον πόλεμο στο πλευρό των παραδοσιακών συμμάχων μας.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπήρξε ίσως ο πιο χαρισματικός ηγέτης που κυβέρνησε αυτήν την χώρα. Η επιμονή του να συμμετέχει η Ελλάδα στον πόλεμο τον είχε φέρει σε ευθεία σύγκρουση με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, που επιθυμούσε την ουδετερότητα της χώρας. Η ουδετερότητα του Βασιλιά στηριζόταν αρχικά στις άριστες σχέσεις του με τους Γερμανούς, αφού μάλιστα είχε παντρευτεί την αδερφή του Κάιζερ και έπειτα στον φόβο της αντίδρασης των Βρετανών που κυριαρχούσαν στην Μεσόγειο, σε περίπτωση συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας.

Αυτή η σύγκρουση των δύο προσωπικοτήτων οδήγησε στην κορύφωση του εθνικού διχασμού με βαρύτατες συνέπειες στην ελληνική κοινωνία και τελικά στην αποχώρηση του Βασιλιά από την χώρα και την συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο με την Αντάντ.

Η έκβαση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου δικαίωσε τον Βενιζέλο, αφού η Ελλάδα βρέθηκε ανάμεσα στις νικήτριες χώρες. Ο Βενιζέλος, λοιπόν, έπρεπε να διαπραγματευτεί με τους συμμάχους τα κέρδη της Ελλάδας από τη συμμετοχή στον πόλεμο. Στα ανώτατα συμμαχικά συμβούλια που έγιναν, ο Βενιζέλος προσπαθούσε με κάθε επιχείρημα να θέσει στους συμμάχους την ελληνικότητα των περιοχών της Μικράς Ασίας, αλλά να τους πείσει και για την δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στην Κωνσταντινούπολη υπό την διοίκηση της Κοινωνίας των Εθνών και την δημιουργία ανεξάρτητης δημοκρατίας της Αρμενίας.

Οι διεκδικήσεις του Βενιζέλου στην Δυτική Μικρά Ασία ήταν ο βασικός πυλώνας της πολιτικής του στην εκπλήρωση της Μεγάλης Ιδέας. Τελικά, έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις και απόρριψη πολλών προτάσεων του Κρητικού πολιτικού, στις 16 Μαΐου 1919 με συμμαχική εντολή ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στην Σμύρνη, η οποία τέθηκε υπό προσωρινή ελληνική διοίκηση.

Μετά από λίγους μήνες, το καλοκαίρι του 1920, υπογράφτηκε η Συνθήκη των Σεβρών, η οποία μεταξύ άλλων τόνιζε ότι η Σμύρνη και η ευρύτερη περιοχή της θα ήταν υπό ελληνική κατοχή και διοίκηση για πέντε χρόνια και έπειτα από αυτά ο λαός θα αποφάσιζε με δημοψήφισμα την τύχη της περιοχής.

Η ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 και η Μικρασιατική Καταστροφή που ακολούθησε το καλοκαίρι του 1922, έπειτα από πολλές αστοχίες των αντιβενιζελικών, που αντί να τερματίσουν τον πόλεμο προσπάθησαν χωρίς κανένα νόημα να φθάσουν μέχρι την Άγκυρα, ξερίζωσε απότομα τον επί αιώνες ελληνισμό στις περιοχές της Ιωνίας.

Τι σήμαινε όμως η Σμύρνη για το τότε ελληνικό κράτος;

Αρχικά, στην χώρα εντάχθηκε μία πολυπολιτισμική περιοχή, η οποία τότε ήταν επίκεντρο του δυτικού κόσμου. Η οικονομική και εμπορική δραστηριότητα που εξελισσόταν στην Σμύρνη θα είχε σπουδαίο αντίκτυπο στην ελληνική πραγματικότητα που είχε επιβαρυνθεί οικονομικά με τα ασήκωτα βάρη των πολεμικών προετοιμασιών και διεξαγωγής πολέμου.

Άλλωστε, ο Βενιζέλος λίγο πριν την ήττα του στις εκλογές του 1920 είχε αντιληφθεί ότι η εκστρατεία στην Μικρά Ασία θα μπορούσε να συνεχιστεί μόνο με την βοήθεια των Βρετανών. Η Σμύρνη, που υπήρξε ο διακαής πόθος του Βενιζέλου, αλλά και των Ελλήνων της Ιωνίας ήταν μία περιοχή με μεγάλη ιστορία για τον Ελληνισμό, ο οποίος τα προηγούμενα χρόνια είχε διωχθεί βάναυσα από τους εθνικιστές του Κεμάλ.

Έτσι, μία κοσμοπολίτικη περιοχή με ελληνική παράδοση αιώνων εντάχθηκε προσωρινά στο ελληνικό κράτος ως αποτέλεσμα της νίκης των συμμάχων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το άρθρο κλείνει με αναφορά σε στίχους του Κωστή Παλαμά για την Σμύρνη

«Πέρα ως πέρα στη γη της Ιωνίας, δοξαστικό αχολόγησε τροπάρι! απ’ την Κνωσσό ως την Πέργαμο θεία χάρη, όπου Ελλάδα πηγή της αρμονίας. Και ω Σμύρνη πάντα εσύ μαργαριτάρι στα μαλλιά της νεράιδας Μικρασίας! Η Μίλητος δεν είναι πια καμάρι της Ιστορίας, της Δόξας Εφεσίας!, οι καιροί σβήσαν τη φεγγοβολιά. Σμύρνη, ξανά γεννήτρες είναι οι Μοίρες (χτυπήστε Ομήρων ιωνικών οι λύρες) μεσ’ στη ζεστή της μάνας σου αγκαλιά που ανοίγεται όλα για να τ’ αγκαλιάσει και τα σκόρπια τα σπλάχνα της, μια πλάση».