Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Σταύρου Κοροβέση,

Μέχρι το 2050 η Ευρώπη φιλοδοξεί στην ανάδειξή της ως της πρώτης κλιματικά ουδέτερης ηπείρου, αφού μέσω της προσήλωσης στις δεσμεύσεις της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, οι ενεργειακές ανάγκες των κρατών-μελών θα καλύπτονται στο 100% από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε).

Σήμερα, η ποσοστιαία συμμετοχή των ΑΠΕ στην ημερήσια ενεργειακή κάλυψη των αναγκών της χώρας μας κυμαίνεται από 5-40%, ανάλογα με τις μετεωρολογικές παραμέτρους, ενώ αντίστοιχα η συνεισφορά των μη ανανεώσιμων πόρων (φυσικό αέριο και λιγνίτης) κυμαίνεται πολύ υψηλότερα στα επίπεδα των 40-75%.  Η πλήρης απολιγνιτοποίηση συνεπάγεται και φυσικά αναστολή λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων της χώρας που λειτουργούν στην Πτολεμαΐδα, στο Αμύνταιο και στη Μεγαλόπολη, περιοχές που έχουν δεχθεί οικολογική υποβάθμιση στο όνομα των ενεργειακών εξορύξεων. Τις τελευταίες δεκαετίες η ΔΕΗ, ως κύριος φορέας εκμετάλλευσης των λιγνιτικών πεδίων εφαρμόζει ένα συστηματικό έργο αποκατάστασης, που τώρα πρέπει να αναχθεί και σε ολιστικό, με σκοπό την απόδοση των παραπάνω περιοχών είτε στον πρωτογενή τομέα για οικονομική εκμετάλλευση, είτε στους πολίτες ως πάρκα αναψυχής και πολιτιστικά κέντρα.

Αποκατάσταση όμως δε σημαίνει και επαναφορά της φύσης σε στάδιο πιο εξελιγμένο από εκείνο που παραλήφθηκε. Στόχος να δημιουργήσουμε τις οικολογικές προϋποθέσεις εκείνες, που όταν η φύση αφεθεί στο δρόμο της χωρίς παρεμβολές, να βρει τη δυναμική της ισορροπία. Φυσικά, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και το οικολογικό περιβάλλον της περιοχής πριν από την εξόρυξη. Έτσι, είναι φύσει αδύνατο σε μια περιοχή με νανώδη και θαμνώδη βλάστηση προ εξορύξεως, να επιχειρήσουμε τη δημιουργία δασών με φυτεύσεις δέντρων ή υψηλών θάμνων κατά την αποκατάσταση του εξορυκτικού χώρου. Είναι οικονομικά απαράδεκτο να σπαταλώνται πόροι για κάτι που εκ των πραγμάτων θα έχει βραχύβια βιωσιμότητα και δε θα πληροί τις προϋποθέσεις βιώσιμης, βιολογικής εξέλιξης. Απαιτείται οικολογικός ρεαλισμός που να πηγάζει από γνώση των επιπτώσεων και των υφιστάμενων τεχνικών δυνατοτήτων, ενώ τυχόν αισθητικές ευαισθησίες του μελετητή με στόχο τη δημιουργία «οικολογικών παραδείσων» θα απορριφθούν από την ίδια τη φύση.

Η συμβολή του μελετητή έγκειται στην επιτάχυνση του εξελικτικού δρόμου της φύσης, με σκοπό να επαναφέρει την οικολογική ισορροπία στο στάδιο πριν από την εξόρυξη.

Σήμερα μπορούμε να αξιοποιήσουμε τις νέες τεχνολογικές γνώσεις και τα μέσα προς επίτευξη του παραπάνω στόχου.

Μια πολλά υποσχόμενη τεχνική είναι αυτή της «φυτοεξυγίανσης», όπου επιστρατεύεται η χρήση των φυτών. Οι μέθοδοι που περιλαμβάνουν τη χρήση  φυτών καλούνται «φυτοτεχνολογίες». Πρόκειται για μεθόδους που περιλαμβάνουν τη χρήση φυτών για τη συγκράτηση, τη σταθεροποίηση, την αποτοξικοποίηση, την αλατοποίηση, την αποδόμηση, τον μεταβολισμό ρύπων για τη διαχείριση και την εξυγίανση των ρυπασμένων υποστρωμάτων. Έτσι, υπάρχουν φυτά που συσσωρεύουν μέταλλα ή άλατα, τα οποία μετατοπίζουν και συγκεντρώνουν αυτούς τους ρύπους από το έδαφος και το νερό στις ρίζες και στους υπέργειους ιστούς ή τα φύλλα.

Το είδος Alyssum bertolonii (κοινός βρωμόχορτο) είναι ένα φυτό γνωστός φυτοσυσσωρευτής πολλών μετάλλων (κυρίως νικελίου και κοβαλτίου). Το είδος απορροφά ως και 2,5% του ξηρού του βάρους. Όταν τα μέταλλα συσσωρευτούν γίνεται συγκομιδή και καύση της βιομάζας. Έτσι, μια αρχική καλλιέργεια εγκεκριμένων φυτών βιοσυσσωρευτών για 4-5 χρόνια μπορεί να εγγυηθεί μια αρχική αποκατάσταση των εν λόγω εξορυκτικών περιοχών. Επίσης, για την αποφυγή μεταφοράς των νερών απορροής που συχνά είναι βεβαρημένα με ρυπαντές (βαρεά μέταλλα κλπ) είναι σκόπιμο να κατασκευάζεται ειδικός αύλακας που να παραλαμβάνει τα νερά απορροής και να τα κατευθύνει σε ελεγχόμενο αποδέκτη, ο οποίος με τη σειρά του και με την εφαρμογή σύγχρονων τεχνικών, κύρια με υδρόφιλη βλάστηση, να φιλτράρει τα βαρέα μέταλλα και να αποδίδει το νερό προς άρδευση χωρίς κινδύνους.

Το νέο πράσινο κοινωνικό συμβόλαιο, που η ίδια η Ε.Ε εγκαινίασε μέσω της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, θα πρέπει να ενσωματώνει στον πυρήνα του και τη δίκαιη μετάβαση, έτσι ώστε καμία περιφέρεια να μη μείνει στο περιθώριο. Παράλληλα, οι περιοχές που τόσα χρόνια είχαν επωμιστεί την ενεργειακή τροφοδότηση της χώρας θα πρέπει να αναβαθμιστούν οικολογικά, εκτός από την οικονομική τους ενίσχυση. Η τελευταία θα επέλθει μέσω της δημιουργίας μελλοντικά βιώσιμων θέσεων εργασίας και την κατάρτιση του εργατικού δυναμικού, σε δεξιότητες για τη συγκεκριμένη μετάβαση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Δρ. Καρέτσος, Δρ. Ξανθόπουλος, Τσάρτσου (2014), Μέθοδοι και Σχεδιασμός Αποκατάστασης των Δασικών Οικοσυστημάτων και Τοπίου μετά από Φυσικές Καταστροφές ή άλλες Επεμβάσεις, ΕΛ.Γ.Ο ΔΗΜΗΤΡΑ
  • Σαϊτάνης, Ρήγα, Αράπης (2013), Διαχείριση και Προστασία Περιβάλλοντος, τεύχος Β, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών