Ψύχραιμη, αλλά και συναισθηματικα φορτισμένη ανέβηκε στο βήμα του μάρτυρα η Ιωάννα Παλιοσπυρου, με την κατάθεσή της να ανοίγει την ακροαματική διαδικασία.
Η 34χρονη μόλις δέχθηκε την επίθεση με το βιτριόλι, όπως κατέθεσε, ούρλιαζε από τους πόνους.
Να σημειωθεί ότι παρούσα στο δικαστήριο είναι και η 37χρονη κατηγορημένη, κάτι που δεν αναμενόταν καθώς υπήρχαν πληροφορίες που ήθελαν να μην παραστεί στο δικαστήριο.
Περιγράφοντας την ημέρα της επίθεσης ανέφερε:
«Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος. Καθώς περίμενα το σέντερ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα μάτια. Μου μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας».
«Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά», συνέχισε αναφέροντας ότι το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να τρέξει για βοήθεια.
«Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο. Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό πεθαίνω βοήθεια φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα έριχνα νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιαναν το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω. Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκαφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα θεέ μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς», είπε.
«Θυμάμαι απλά να με βρέχουν, να ουρλιάζω, να πονάω, να ξανακοιμάμαι, να ξαναξυπνάω. Μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω», ανέφερε.
«Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομισθώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε Θεέ μου και κατάλαβα ότι το είπε για μένα, κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή», συνέχισε.
Στο σημείο αυτό η φωνή της Ιωάννας «σπάει» και ξεσπάει σε λυγμούς περιγράφοντας τι ένιωσε όταν κατάλαβε ότι ήταν σοβαρά τα εγκαύματα. «Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω», είπε.
«Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως γιατί τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο», πρόσθεσε.
«Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό»
Όπως ανέφερε επίσης, δεν ήταν λίγες οι φορές που σκεφτόταν ακόμη και να αυτοκτονήσει. «Σκεφτόμουν να δώσω τέλος στη ζωή μου», είπε.
«Για όσο διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσω αλλά δε μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό. Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για την κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει τους έλεγα αυτό που μου λέτε ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε . Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτό, τι μου έχει συμβεί δε καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν. Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε».
Ο Γολγοθάς με τα χειρουργεία
Αναφερόμενα στα χειρουργεία στα οποία υπεβλήθη, είπε:
«Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευσε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια».
Τι είπε για την κατηγορούμενη
«Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχιζόταν. Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δε κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα. Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές γενέθλια στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες. Μου είπαν για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι», είπε και συνέχισε:
« Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους. Κάλεσα τη ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Τη ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι οι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα. Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πώς είμαι αν με είδε και πώς ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω κορωνοϊού. Εκείνη της είπε ότι δε μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο».
«Πιστεύω ότι ήθελε να με σκοτώσει»
«Επίσης μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση. Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Έφη οκ αν δε μπορεί να δουλέψει θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι. Αυτό θύμωσε τη ξαδέλφη μου. Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και σε συνδυασμό με άλλα τουλάχιστον 2 περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο – η μητέρα μου μού είπε ότι κάποιοι ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η είσοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελε πραγματικά να με σκοτώσει και δε σταμάτησε ούτε και μετά», πρόσθεσε.
«Όλα αυτά αν τα συνδυάσει κανείς και σύμφωνα με το συμπέρασμα των αστυνομικών ήταν να με σκοτώσει. ¨Έμαθα εκ τω υστέρων ότι έγιαναν άλλες τρεις απόπειρες. Άλλες δυο έξω από το σπίτι μου, την είδαν οι γείτονες να καβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία είχε γίνει μια ακόμη απόπειρα τη προηγούμενη ημέρα, η οποία απλά απετράπη διότι δε με πρόλαβε. Δε κατάφερε να με σκοτώσει. Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι πάλι σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα με τρομάζει ότι είχε μια συμπεριφορά ανθρώπου – είχε αναστατωθεί όλος ο κόσμος για το ποιος το έκανε – και αυτή βγαίνει και διασκεδάζει και χορεύει πάνω στα τραπέζια», όπως ανέφερε.
Βλέπουμε έναν άνθρωπο που δεν πτοείται που γίνεται ακόμη χειρότερος
«Αντί να πει τι πήγα και έκανα ενθαρρύνεται ακόμη περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα ..Βλέπουμε έναν άνθρωπο που δεν πτοείται που γίνεται ακόμη χειρότερος. Αυτό είναι που με φοβίζει. Και δε ξέρω ακόμη ούτε τα κίνητρα ούτε ποιοι άλλοι γνώριζαν γιατί υπάρχουν και άλλοι. Σίγουρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει», είπε επίσης.
Αναδημοσίευση: neftemporiki.gr