Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Γιώργου Σμαΐλη,

«Ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Η συγκεκριμένη λαϊκή φράση έχει βρει εδώ και μερικές μέρες το τρανταχτό της παράδειγμα στην ταραγμένη πολιτική ζωή του Κράτους του Ισραήλ. Μία ετερόκλητη συμμαχία ηγετών και ιδεών επιχειρεί να εκθρονίσει με κοινοβουλευτικά μέσα τον κραταιό τιμονιέρη της ισραηλινής πολιτικής Μπ. Νετανιάχου, που εδώ και 12 χρόνια καθορίζει τις τύχες του Ισραήλ, αλλά και της Μέσης Ανατολής εν μέρει…

Η πολιτική αστάθεια είναι ένα σύνηθες φαινόμενο στα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα, καθώς η κυβέρνηση εξαρτάται από την εμπιστοσύνη της λαϊκής αντιπροσωπείας και δίχως αυτήν δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά της, με αποτέλεσμα, συχνά, να υφίσταται εναλλαγή κυβερνήσεων και πρωθυπουργών.

Πιο συγκεκριμένα, στη «δυτική δημοκρατία της Μέσης Ανατολής», που ιδρύθηκε το 1948, για ακόμη μία φορά σημειώνονται κλυδωνισμοί που απειλούν με κατάρρευση την κυβέρνηση συνεργασίας του Νετανιάχου με τον στρατηγό Γκαντζ που είναι στην εξουσία μόλις έναν χρόνο (2 Μαρτίου 2020), καθώς η αδυναμία ψήφισης προϋπολογισμού (Δεκέμβριος 2020) οδήγησε σε πρόωρες κάλπες στις 23 Μαρτίου 2021. Στην νέα Κνέσετ (Κοινοβούλιο) που προέκυψε ο κυβερνητικός συνασπισμός βγήκε ζημιωμένος, ενώ ενισχύθηκε η αντιπολίτευση.

Λιαπίντ κεντρώος φιλελεύθερος, Μπένετ υπερ-δεξιός σιωνιστής και Αμπάς συντηρητικός μουσουλμάνος, η νέα ομάδα ad hoc που φιλοδοξεί να αναλάβει την κυβερνητική εξουσία στο Ισραήλ και να εγκαινιάσει μία «Εποχή Μετα-Νετανιάχου». Μέχρι τη Δευτέρα 14 Ιουνίου ο συνασπισμός πρέπει να ψηφιστεί από την Κνέσετ, αλλά ο πρωθυπουργός Νετανιάχου δε φαίνεται πρόθυμος να παραδώσει τα όπλα αμαχητί, καθώς υποσχέθηκε ότι «θα ανατρέψει τη νέα κυβέρνηση πολύ γρήγορα!».

(από αριστερά) Γ. Λιαπίντ, Ν. Μπένετ και Μ. Αμπάς. Πηγή εικόνας: Anadolu Agency

Η συμφωνία της 2ας Ιουνίου μεταξύ των τριών πολιτικών αρχηγών προβλέπει την ανάληψη της πρωθυπουργίας, πρώτα, από τον Ν. Μπένετ μέχρι το 2023 και, έπειτα, τον Γ. Λιαπίντ μέχρι το 2025. Παρ΄όλα αυτά, δεν είναι βέβαιη η θετική στάση της Κνέσετ, καθώς το σύστημα Νετανιάχου είναι ακόμη ισχυρό και παρόν στα κέντρα εξουσίας και τα ΜΜΕ. Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο που καταδεικνύει την ρευστή έως και  εκρηκτική πολιτική κατάσταση στη χώρα αυτή είναι η προειδοποίηση του επικεφαλής της Shin Bet (Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας) για την αυξανόμενη ρητορική μίσους έναντι της προσεχούς (;) κυβέρνησης  και τη ριζοσπαστικοποίηση στα κοινωνικά δίκτυα με κίνδυνο πολιτικής ανάφλεξης και βίαιων  ενεργειών από συγκεκριμένες ομάδες της σιωνιστικής Δεξιάς, λίγες εβδομάδες μετά την πρόσφατη αναζωπύρωση της ισραηλινοπαλαιστινιακής διένεξης.

Σχετικά με το τελευταίο, κρίνεται αρκετά δύσκολο να προβλεφθεί η φυσιογνωμία της κυβέρνησης συνασπισμού υπό τους Μπένετ-Λιαπίντ-Αμπάς,  καθώς στο επίπεδο των προγραμματικών θέσεων υφίσταται έκδηλη αντίθεση. Επιπλέον, θεωρείται αμφίβολη η εκ βάθρων αλλαγή στην υφή της εξωτερικής πολιτικής, διότι το Ιράν, αλλά και η Τουρκία προσδιορίζονται ως πρώτιστες απειλές εθνικής ασφάλειας (βλ. δήλωση Γιόσι Κοέν 2020 εδώ https://www.kathimerini.gr/world/1092649/megalyteri-apeili-i-toyrkia-para-to-iran/), αλλά ίσως να μεταβληθεί η ποιότητα των διπλωματικών σχέσεων με τη νέα Διοίκηση Μπάιντεν των Η.Π.Α., η οποία διατηρούσε μία ψυχρή επαφή με τον Νετανιάχου εν αντιθέσει με την προηγούμενη Διοίκηση Τραμπ. Βέβαια, στη Διεθνή Πολιτική τίποτα δεν είναι σταθερό ή/και προβλέψιμο.

Το σίγουρο είναι ότι συντελούνται αλλαγές και εξελίξεις οι οποίες απαιτούν νηφάλια και ορθολογική παρατήρηση από τα κράτη της περιοχής και τις Μεγάλες Δυνάμεις, καθώς το Ισραήλ αποτελεί τον ισχυρό τοποτηρητή των αμερικανικών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή, αλλά και έναν δυναμικό δρώντα στο γεωπολιτικό περιβάλλον της αν. Μεσογείου, ενώ παράλληλα η εποχή μετα-COVID μόνο ήρεμη δε φαίνεται να είναι για κανέναν λαό και κράτος…