Αφιέρωμα του Δημήτρη Κόρμη*,

Ανάμεσα στις τοποθεσίες της Ηπείρου και του μετώπου της Αλβανίας του ’40 δεσπόζουν οι τρεις αριθμοί: «731». Μάρτιος του 1941 και ο Μπενίτο Μουσολίνι βρίσκεται σε δυσμενή θέση. Εδώ και 5 μήνες δεν έχει καταφέρει ακόμη να υποτάξει την Ελλάδα και αναζητεί απεγνωσμένα τη νίκη.

Είναι εκτεθειμένος τόσο στο λαό του, όσο και στον σύμμαχό του, Αδόλφο Χίτλερ. Η ναζιστική Γερμανία, σε αντίθεση με την Ιταλία, προελαύνει ακάθεκτη στην Ευρώπη. Ο Ντούτσε ξεκινάει την εαρινή επίθεση ή αλλιώς Primavera, πιστεύοντας πως αυτή τη φορά θα τα καταφέρει και σε λίγες μέρες θα παρελαύνει στην Αθήνα με τα στρατεύματά του. Εμπόδιο αποτελεί ένα ασήμαντο μέχρι τότε βουνό, 20 χλμ βόρεια της Κλεισούρας στην Αλβανία που αποτελεί και το μοναδικό πέρασμα για τους Ιταλούς στο δρόμο προς τα Ιωάννινα και δεν είχε καν όνομα, ενώ το 731 καθόριζε το υψόμετρό του.

Η Μάχη

Οι δυνάμεις παρατάσσονται στο μέτωπο, με τον ιταλικό στρατό να αποτελείται από 25 μεραρχίες, 400 αεροσκάφη και 700 πυροβόλα, ενώ οι Έλληνες διαθέτουν μόλις 5 μεραρχίες, εξαντλημένες από τις συνεχείς μάχες και 100 αεροσκάφη, τα περισσότερα απαρχαιωμένα, και λίγα πυροβόλα. Η πρώτη επίθεση ξεκινά στις 9 Μαρτίου, όπου αρχικά  ιταλική αεροπορία και πυροβολικό βομβαρδίζουν ανελέητα το ύψωμα με 100.000 βλήματα μέσα σε 2.5 ώρες, μετατρέποντάς το σε σεληνιακό τοπίο. Ο λογοτέχνης Νικηφόρος Βρεττάκος που υπηρετούσε τότε ως στρατιώτης στο μέτωπο αναφέρει:

«Το ύψωμα 731 ήταν τυλιγμένο στον καπνό και τη σκόνη. Δεν φαινόταν ούτε μια πέτρα. Το εχθρικό πυροβολικό το είχε σκεπάσει μία βροχή από οβίδες από πάνω έως κάτω. Πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν εκεί πάνω άνθρωποι;»

Αυτό πίστευαν και οι Ιταλοί, πως δεν θα είχε απομείνει κανείς και θα έκαναν περίπατο αντί για μάχη. Όμως οι Έλληνες που υπερασπίζονταν το σημείο ήταν κυρίως αγρότες και βοσκοί από τις περιοχές της Καρδίτσας και των Τρικάλων και ήταν γνώστες της ελληνικής υπαίθρου. Δημιουργούσαν τεχνάσματα και έσκαβαν τρύπες στο χώμα, ώστε να προστατευτούν από τα εχθρικά πυρά, ενώ διέθεταν περίσσεια τόλμη και στρατιωτικό νου, καθοδηγούμενοι από τον ικανότατο Διοικητή τους, Δημήτριο Κασλά. Οι Ιταλοί με μία κραυγή «αβάντι περ Ντούτσε» επιτέθηκαν, αλλά κάθε προσπάθειά τους αποδείχθηκε μάταιη, καθώς οι Έλληνες στρατιώτες απέκρουαν όλες τις επιθέσεις.

Άλλωστε και οι ίδιοι δεν είχαν άλλη επιλογή, καθώς όποιος οπισθοχωρούσε θα εκτελούταν με εντολή Διοικήσεως, που αποτελεί απόδειξη για το πόσο σημαντική ήταν για την Ελλάδα η υπεράσπιση του υψώματος, καθώς αν έπεφτε, θα έπεφτε και ολόκληρη η χώρα. Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες ακόμη και με αιφνιδιαστικές επιθέσεις με νύχτα και ομίχλη έως και σποραδικά τον Απρίλιο, όλες όμως είχαν το ίδιο αποτέλεσμα. Ήττα των Ιταλών, με τον Μουσολίνι να αναχωρεί για τη Ρώμη απογοητευμένος και εξοργισμένος μαζί με τους στρατηγούς του, με την περιοχή να μένει χαραγμένη στη μνήμη όσων πολέμησαν ως η «κοιλάδα του θανάτου».

Ταγματάρχης Δημήτριος Κασλάς

Πέρα από το θάρρος των Ελλήνων αμυνόμενων, η νίκη δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν δεν ηγούνταν γενναίοι άνδρες, όπως ο Διοικητής Δημήτριος Κασλάς. Βετεράνος του Μικρασιατικού Πολέμου που αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και κινδύνεψε να πεθάνει. Απελευθερώνεται, και στα επόμενα χρόνια αναρριχάται στις τάξεις του ελληνικού στρατού, όπου το Δεκέμβριο του 1940 προάγεται σε ταγματάρχη.

Με την εισβολή των Γερμανών και τη συνθηκολόγηση της Ελλάδας, ο Κασλάς οργανώνεται στην Εθνική Αντίσταση και εντάσσεται στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Παρά το έπος του υψώματος 731 και τη συμβολή του ως διοικητή, καθώς η στρατηγική του ευφυΐα και η δυναμική παρουσία του, που εμψύχωναν τους στρατιώτες του, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο αποτέλεσμα, η μεταπολεμική κυβέρνηση θα τον εξορίσει σε νησιά του Αιγαίου για τρία χρόνια και θα τον υποβαθμίσει σε απλό στρατιώτη. Ο ίδιος πέθανε το 1966 ξεχασμένος.

Ο επίλογος και το… τίμημα!

Με την Εαρινή Επίθεση να έχει αποτύχει παταγωδώς, επρόκειτο πρακτικά για το τέλος των ιταλικών προσπαθειών κατάκτησης της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστικό πως, λόγω των πυρών, το ύψος του 731 μειώθηκε κατά πέντε μέτρα – αργότερα στους χάρτες θα αναφερόταν ως 726.

Η μάχη αποτελεί σύγχρονες Θερμοπύλες, καθώς και οι δύο έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Ένας πολύ μικρότερος στρατός υπερνικά πολλαπλάσιες δυνάμεις σε ένα ανάγλυφο δύσβατο και με στενό πέρασμα.

Το τίμημα όμως βαρύ, 47 αξιωματικοί και 1196 οπλίτες νεκροί, 144 αξιωματικοί και 3872 οπλίτες τραυματίες, ενώ οι ιταλικές απώλειες ήταν βαρύτερες. Συνολικά  11.800 αξιωματικοί και οπλίτες νεκροί & τραυματίες.

Ωστόσο η θυσία των πεσόντων δεν διαγράφεται ούτε λησμονείται, παρά μένει ως φωτεινή ένδειξη, γιατί πρέπει να θυμόμαστε αυτή την επέτειο. Είναι μία νίκη του Δαυίδ ενάντια στον Γολιάθ, ένα έπος μίας μικρής χώρας ενάντια στον φασισμό και υπέρ της ελευθερίας.

Ζήτω η 28η Οκτωβρίου, ζήτω η Ελλάδα!

* Ο Δημήτρης Κόρμης είναι απόφοιτος Οικονομικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.