Επιτυχία ενός λαού είναι η απομάκρυνση από πάσης φύσεως στερεότυπα, ταμπέλες, αλλά και διακρίσεις, γιατί αυτή η οδός προσφέρει στις κοινωνίες αέρα ανανέωσης και προόδου, ενώ η οδός των διακρίσεων προσφέρει στασιμότητα και κωλύματα.

Ποιητικά και λογοτεχνικά, μα και τελείως ανθρώπινα, θα μπορούσαμε να πούμε πως το ομορφότερο δημιούργημα του Θεού είναι η γυναίκα, η οποία είναι στολισμένη με πολλά τάλαντα πέραν της εξωτερικής και εσωτερικής ομορφιάς της. Σε αυτό το, κατά τους  εραστές της λογοτεχνίας, δώρο του Θεού προς την ανθρωπότητα, ως κοινωνία ήμασταν φοβικοί και αντίθετοι να τους εμπιστευθούμε θέσεις – κλειδιά, θέσεις ευθύνης του κράτους και του λαού.

Η 19η Φεβρουαρίου (πριν από 64 ολόκληρα χρόνια) θα μείνει βαθιά χαραγμένη στην ιστορία της στενόμυαλης Ελλάδας, καθώς συντελέστηκε ένα μικρό θαύμα, μια ειρηνική επανάσταση, ένα μήνυμα πως κάτι αλλάζει. Η εκλογή της πρώτης γυναίκας βουλευτή και μετέπειτα υπουργού, Λίνας Τσαλδάρη.

Τα χρόνια περνούσαν και διάφοροι κομματικοί σχηματισμοί που εναλλάσσονταν στην εξουσία, για να προβάλουν ένα πρόσωπο φιλελεύθερο και – ας μην κρυβόμαστε – πιο ανθρώπινο, έθεταν γυναίκες ως υποψήφιες στις κομματικές λίστες, αλλά και στις κυβερνήσεις τους, καθώς αντιλήφθηκαν την δίψα της γυναίκας, όχι για εξουσία, αλλά για ισότητα και δικαιοσύνη, προσπάθησαν να επωφεληθούν και εν μέρει το πέτυχαν.

Όσο ιδεολογικά μακριά ή κοντά και αν είμαστε με κάποιο πολιτικό πρόσωπο, οφείλουμε να έχουμε πολιτικό ήθος, πολιτικό πολιτισμό και να αποδίδουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Ένα τέτοιο παράδειγμα πολιτικού προσώπου,  κατέκτησε επάξια τον σεβασμό των Ελλήνων, των συμμάχων, αλλά και των αντιπάλων της, καθώς και τον τίτλο της πρώτης γυναίκας που προτάθηκε και εξελέγη ως πρόεδρος της εθνικής αντιπροσωπείας μας. Πρόκειται για την Άννα Ψαρούδα Μπενάκη, η οποία πράγματι ανέβηκε τα σκαλιά του τρίτου θεσμικού και πολιτειακού αξιώματος, μετά τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό και τίμησε αυτή τη θέση και το κύρος αυτής, αλλά και την εμπιστοσύνη που έδειξε στο πρόσωπο της ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, καθώς αυτά τα τρία χρόνια (2004-2007) που παρέμεινε στη θέση της, δούλεψε σκληρά, με συνέπεια, αποφασιστικότητα και πάντοτε με συναινετικό λόγο.

Το να μιμηθούμε, πολλές φορές, είναι εύκολο, το να διδαχθούμε από πρόσωπα και καταστάσεις είναι το δύσκολο. Έτσι, λοιπόν, 11 χρόνια μετά από την εκλογή ως προέδρου της Βουλής των Ελλήνων μιας τότε και σήμερα εμβληματικής φυσιογνωμίας για την πολιτική και τον πολιτισμό, της Άννας ψαρουδα Μπενάκη, ένα  κόμμα που είχε αποφασίσει μόνο του να συμπεριφέρεται ως πιόνι στην πολιτική σκακιέρα και να κινείται σε όποιον ιδεολογικοπολιτικό χώρο θέλει, αφού κέρδισε τις τότε πύρινες εκλογές, αποφάσισε να προτείνει και εν συνεχεία να εκλέξει για πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων την τότε 37χρονη και νεοφερμένη βουλευτή του, Ζωή Κωνσταντοπούλου. Όσο και αν έγινε προσπάθεια μίμησης, τα έργα και οι ημέρες της επί έξι μήνες προέδρου της Βουλής, Ζωής Κωνσταντοπούλου, κατέδειξαν πως άσκησε τα καθήκοντά της με τρόπο πρωτόγνωρο για την σύγχρονη κοινοβουλευτική ιστορία, καθώς πρώτη φορά πρόεδρος της Βουλής χρησιμοποίησε ρητορική ακραίας πόλωσης.

Ήταν μια περίπτωση πράγματι καλή όσον αφορά την επιλογή εκ νέου μιας γυναίκας στη θέση αυτή, αλλά δίχαζε και δεν επέτρεπε να φανεί το κύρος του αξιώματος.

Μέσα στο πρώτο ταραχώδες εξάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και της προκήρυξης εκλογών, μας δόθηκε η δυνατότητα να δούμε μια γυναίκα να ανεβαίνει τα σκαλιά του Μεγάρου Μαξίμου. Ο τότε πρόεδρος της δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, αφού ενημερώθηκε για την απροθυμία των κομμάτων της Βουλής να σχηματίσουν κυβέρνηση συνεργασίας, ώστε η χώρα να αποφύγει τις πρόωρες εκλογές, ενήργησε κατά τις επιταγές του Συντάγματος και επέλεξε για υπηρεσιακό πρωθυπουργό, που θα οδηγούσε τη χώρα στις κάλπες, έναν εκ των τριών προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας (ΣτΕ, Αρείου πάγου και Ελεγκτικού Συνεδρίου). Η επιλογή του προέδρου ήταν η τότε 65η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θάνου. Μια επιλογή, η οποία δυστυχώς δεν τήρησε την ρητώς αναγκαστική υπηρεσιακή της ταυτότητα, αλλά όπως αποδείχθηκε ήταν άκρως κομματική.

Σε διάφορους κύκλους διανοούμενων, ήδη από το ξέσπασμα της κρίσης, καθότι αυτή δεν ήταν μόνο οικονομική, είχε αρχίσει να συζητείται και να γίνεται έντονη επεξεργασία του σεναρίου να αναλάβει τα ηνία της ανώτατης πολιτειακής βαθμίδας μια γυναίκα. Πολλοί πολιτικοί το σκέφτηκαν, μα κανένας δεν τόλμησε να προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας μια γυναίκα. Ένα θέμα λοιπόν, το οποίο είχε τεθεί άτυπα στην ατζέντα των κομμάτων, ιδιαίτερα των μεγάλων, ήταν ποιος θα είναι επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Από το βράδυ της 7ης Ιουλίου 2019, τη νύχτα εκείνη που εξελέγη ως πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης, οι καλά γιγνώσκοντες αυτόν, ήξεραν πως ο Προκόπης Παυλόπουλος δεν θα είχε μια δεύτερη θητεία στην Ηρώδου Αττικού. Ο Προκόπης Παυλόπουλος υπήρξε ένας καλός πρόεδρος ο οποίος όμως δέθηκε αρκετά στενά με το κόμμα που τον πρότεινε και δυστυχώς το πλήρωσε, αν και στάθηκε βράχος ενάντια στην εκπαραθύρωση της Ελλάδας από το ευρώ το 2015.

Η δημοκρατία είναι γένους θηλυκού. Η μεγάλη ώρα για την Ελληνίδα ήρθε. Με ένα μικρό και λιτό διάγγελμα, ο πρωθυπουργός πρότεινε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας την Ανώτατη Δικκαστική Λειτουργό, πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου. Από την ημέρα της εκλογής της, η Αικατερίνη Σακελλαροπουλου έδειξε ένα νέο δείγμα γραφής αρκετά ανθρώπινο με μια γλώσσα όχι πολιτικά ξύλινη. Στο κρίσιμο διάστημα της προάσπισης των συνόρων μας, αλλά και της πανδημίας, ήταν παρούσα με τον μειλίχιο και ευγενικό, μα πάντοτε χωρίς ακρότητες χαρακτήρα της.

Η εκλογή της πρώτης γυναίκας προέδρου της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, συνέπεσε με την εκλογή της πρώτης γυναίκας προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μιας γυναίκας παντρεμένης, με 7 παιδιά. Τιμώντας την γυναίκα, σκοτώνουμε τις διακρίσεις, τιμώντας την γυναίκα, τιμούμε την δημοκρατία, τιμώντας την γυναίκα, τιμούμε τον άνθρωπο, την ανθρωπιά και την πρόοδο.