O George Orwell στο βιβλίο του 1984, «Ο μεγάλος αδερφός», το πολιτικό μυθιστόρημα σταθμό για την πολιτική σκέψη του 20ου αιώνα, έγραψε: «Αν θέλεις μια εικόνα του μέλλοντος φαντάσου μια μπότα να πατάει το πρόσωπο ενός ανθρώπου». O Orwell περιγράφει την ιστορία ενός ανθρώπου, του Winston Smith, στον εφιαλτικό κόσμο της Ωκεανίας, μιας χώρας που βρίσκεται κάτω από ένα δυστοπικό απολυταρχικό καθεστώς, στο οποίο όλοι οι κάτοικοι βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση. Ένα καθεστώς που από πολλές οπτικές θυμίζει την κοινωνία του 2020.
Πριν από σχεδόν τρεις εβδομάδες, η απάνθρωπη δολοφονία του George Floyd αποτέλεσε το σπίρτο για να ανάψει μια παγκόσμια φωτιά διαδηλώσεων, σε ένα κλίμα ήδη τρομερά εύφλεκτο, όπου μέρα με τη μέρα προστίθενταν όλο και περισσότεροι λόγοι αγανάκτησης, μέχρι που έσκασε η βόμβα. Από τις 25 Μάϊου και έπειτα, παρατηρούνται καθημερινά όλο και περισσότερα γεγονότα κοινωνικών διαδηλώσεων, που φυσικά δεν περιορίζονται μονάχα στις Η.Π.Α. Οι συγκυρίες συνέβαλαν με τέτοιο τρόπο, ώστε η κοινωνική αδικία και ο ρατσισμός να φτάσει στο απόγειο της τελευταίας πενταετίας, και όπως ένα ποτήρι που ξεχειλίζει, έτσι και η υπομονή ενός λαού που πλημμυρίζεται από ανισότητα, ξεχείλισε.
Παρατηρώντας το αισχρό βίντεο της δολοφονίας – όσο κατάφερα τουλάχιστον να δω – το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν η χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας American History X, στην οποία ο Edward Norton στο ρόλο του νέο-ναζί skinhead Derek Vinyard σκοτώνει έναν αφρο – αμερικάνο βάζοντας τον να «δαγκώσει» το πεζοδρόμιο και κλοτσώντας το λαιμό του στο πάτωμα, μπροστά στα μάτια του μικρού του αδερφού. Στη συνέχεια της ταινίας, ο Edward Norton μπαίνει για τρία χρόνια στη φυλακή για εθελοντική ανθρωποκτονία, όπου αλλάζει τις πεποιθήσεις του και προσπαθεί να αποτρέψει τον αδελφό του από το να ακολουθήσει το ίδιο μονοπάτι.
Στο σημείο εκείνο μου ήρθαν στο νου όλες οι παρόμοιες σκηνές που έχω δει στο χώρο των σειρών και του κινηματογράφου, σαν ο αστυνομικός, το κτήνος αυτό που έχει το θράσος να αποκαλείται άνθρωπος, να έχει δει κάθε απαίσια σκηνή θανάτου και να προσπαθεί να την μιμηθεί, παίζοντας ένα αρρωστημένο παιχνίδι με το μυαλό του για το ποιος το κάνει καλύτερα.
Το Orange Is the New Black είναι μια σειρά Αμερικάνικης παραγωγής, που παρουσιάζει τις ζωές των κρατουμένων σε μία γυναικεία φυλακή, καταρρίπτοντας όλα τα κοινωνικά και φυλετικά στερεότυπα, τόσο όσον αφορά τις κλίκες και τα γκέτο που δημιουργούνται όσο και τη φύση της ίδιας της γυναίκας. Στο 4ο επεισόδιο του τελευταίου κύκλου, μια από τις πιο αγαπημένες πρωταγωνίστριες, η Poussey, πεθαίνει από ασφυξία, όταν ένας φρουρός της φυλακής, προσπαθώντας να τη κρατήσει κάτω και παράλληλα να ελέγξει την διαμαρτυρία που έχει εξελιχθεί σε εξέγερση, την πνίγει ζωντανή.
Η συγκεκριμένη σκηνή βγήκε στον αέρα το 2016, το έτος δηλαδή, όπου το κίνημα Black Lives Matter βρισκόταν στο έως τότε απόγειο του, λίγο πριν την άνθηση του Women’s March και του Time’s Up. Τα επόμενα χρόνια, η κοινωνία σταμάτησε να ασχολείται τόσο, σαν να ξέχασε την ανισότητα ή μάλλον να άρχισε να εθελοτυφλεί, να «κουράστηκε» από τη «συνεχή γκρίνια» των κοινωνικών μειονοτήτων και των αδικημένων. Παρά ταύτα, σήμερα τα ερεθίσματα αυτά είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. Στιγμές που σε κάνουν να αναρωτιέσαι εάν η τέχνη μιμείται τη ζωή ή η ζωή τη τέχνη. Είναι πράγματι οξύμωρη, και άξια παρατήρησης η σύνδεση αυτή, δίχως να σημαίνει κάτι, πέρα από έναν απλό, αλλά βαθύτατο συμβολισμό, για το πώς η δραματικότητα και η ένταση ενός σεναρίου, μπορούν με τρομακτικό τρόπο, να ταιριάξουν στη κοινωνία του 2020.