«Θα έρθει κάποτε ο καιρός, όπου οι άνθρωποι δεν θα κρίνονται απ’ αυτό που λένε ή έγραψαν για τις πράξεις τους, αλλά γι’ αυτό που μαρτυρούν οι ίδιες οι πράξεις τους».

Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννιέται στην Κέρκυρα το 1776. Η οικογένειά του, η οποία κατείχε σημαντική θέση στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα του νησιού, θεωρείται ότι έχει καταγωγή από την πόλη Capo d’ Istria της Σλοβενίας. Το πραγματικό τους επώνυμο ήταν Vittori, αλλά επικράτησε εκείνο που δήλωνε τον τόπο καταγωγής.

Μεγαλώνει με βαθύτατα θρησκευτικά πιστεύω σε μια κοινωνία, που δέχεται πολύ διαφορετικά ερεθίσματα από την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, καθώς τελεί υπό ενετική κτήση. Η νεότητά του επηρεάζεται ιδεολογικά από τη Γαλλική Επανάσταση. Σπουδάζει ιατρική στο πανεπιστήμιο της Πάδοβα στην Ιταλία και επιστρέφει στο νησί του, για να γίνει «ο ιατρός των πτωχών», προσφέροντας δωρεάν τις υπηρεσίες του στους ασθενείς και δίδοντας ο ίδιος τα χρήματα για την αγορά των φαρμάκων τους.

Το 1800, μόλις στα 24 του χρόνια, ξεκινά η ενασχόλησή του με την πολιτική. Συγκεκριμένα, συμμετέχει στη νεοιδρυθείσα Επτανήσιο Πολιτεία, συμβάλλοντας ουσιωδώς  στην εφαρμογή του Συντάγματός της.

Το 1808 ο τσάρος, Αλέξανδρος, τον καλεί να αναλάβει καθήκοντα στο ρωσικό υπουργείο εξωτερικών. Στην πορεία, διετέλεσε συνυπουργός εξωτερικών της Ρωσίας γνωρίζοντας ευρωπαϊκή καταξίωση. Μάλιστα, το 1813 ο τσάρος του αναθέτει την ιδιότητα του ειδικού απεσταλμένου της Ρωσίας στην Ελβετία. Εκεί, μεταξύ άλλων, συνέβαλε στη δημιουργία του ελβετικού κράτους και στη σύνταξη του ελβετικού Συντάγματος. Αποτελεί ακόμη τον εμπνευστή του διαμοιρασμού της Ελβετίας σε αυτόνομα καντόνια αλλά και της ελβετικής ουδετερότητας.

Το 1816 η Φιλική Εταιρεία του προτείνει να αναλάβει την ηγεσία της Επανάστασης. Ο Καποδίστριας αρνείται. Ωστόσο, η στάση του αυτή δεν εκπορευόταν από την απροθυμία του να βοηθήσει την πατρίδα. Αντιθέτως, η οξύτατη διπλωματική του ικανότητα και η διορατικότητα τον έκαναν να εκτιμήσει ότι δεν είχαν διαμορφωθεί ακόμη οι κατάλληλες συνθήκες.

Η άφιξή του στην Ελλάδα ως Κυβερνήτη της χώρας γίνεται τον Ιανουάριο του 1828 στο Ναύπλιο και χαιρετίζεται με κανονιοβολισμούς από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Ο Κυβερνήτης βρίσκει μια χώρα κυριολεκτικά ερειπωμένη και την αναστήνει από το μηδέν. Το βιοτικό επίπεδο του λαού βρίσκεται στα τάρταρα, η οικονομία είναι καθημαγμένη, ενώ η προηγηθείσα εθνική ομοψυχία έχει διαρρηχθεί από τη μάστιγα των εμφυλίων. Παράλληλα, οι προεστοί και οι κοτζαμπάσηδες εποφθαλμιούν θέσεις εξουσίας, όχι με στόχο το καλό του τόπου, αλλά για να διατηρήσουν τα κεκτημένα που διέθεταν επί τουρκοκρατίας.

Ο Καποδίστριας προβαίνει στη λήψη μιας σειράς μέτρων για την οικοδόμηση όλων των τομέων: διοίκηση, δικαιοσύνη, Εκκλησία, στρατός (χαρακτηριστική είναι εδώ η ίδρυση της σχολής Ευελπίδων), οικονομία και εκπαίδευση. Στην εξωτερική πολιτική συμμετείχε ενεργά στις διαπραγματεύσεις για την επίσημη ίδρυση του ελληνικού κράτους. Παρότι έδωσε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του για την οικονομική ανόρθωση του κράτους, κατηγορούνταν για την καθυστέρηση διανομής των εθνικών γαιών. Μερίμνησε να ενισχυθεί η χώρα όχι μόνο σε επίπεδο των εκπαιδευτικών εγκαταστάσεων αλλά και σε ανθρώπινο δυναμικό.

Λόγω της έλλειψης δασκάλων ιδρύει τα αλληλοδιδακτικά σχολεία, όπου οι μαθητές που αρίστευαν συνέδραμαν στο διδακτικό έργο, μεταλαμπαδεύοντας τις γνώσεις τους στους νεότερους.  Ιδρύει, ακόμη, το Ορφανοτροφείο της Αίγινας, καθώς και το Πρότυπο Σχολείον για την κατάρτιση όσων θα στελέχωναν τα αλληλοδιδακτικά σχολεία. Οραματιζόταν την ίδρυση Πανεπιστημίου, όταν θα διαμορφώνονταν οι κατάλληλες συνθήκες. Ίδρυσε επίσης, το Κεντρικό Σχολείο στην Αίγινα, για την προετοιμασία όσων επιθυμούσαν να επιλέξουν την ανώτατη εκπαίδευση.

Από όλα τα μέτρα που έλαβε στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική που χάραξε, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο παρόν άρθρο στο κομμάτι της εκπαίδευσης. Όχι γιατί τα υπόλοιπα στερούνταν σε δημιουργικότητα ή  σημασία. Αλλά ως απάντηση σε όσους επιχείρησαν να χαρακτηρίσουν τον Καποδίστρια «αυταρχικό δικτάτορα». Από την αντιπολίτευση των χρόνων του, μέχρι και μέλη της Επιτροπής 2021, προβάλλοντας τον συγκεντρωτισμό του ως το κυρίαρχο γνώρισμά του αντί την αγάπη του για την πατρίδα και το πολιτικό του ήθος.

Πόσους δικτάτορες με απολυταρχικούς χαρακτήρες γνωρίζουμε, άραγε, που θέλησαν να φέρουν μέσω της παιδείας τους δεσμώτες – Έλληνες έξω από το σπήλαιο της πνευματικής και κυριολεκτικής υποδούλωσης, για να αντικρίσουν τον ήλιο της γνώσης και μιας καλύτερης ζωής; Και αυτό, παρόλο που, όπως συνήθιζαν οι δεσμώτες στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα, πολλοί συμπατριώτες του ήταν εκεί για να τον λιθοβολήσουν. Δολοφονείται τον Σεπτέμβριο 1831 από μέλη της οικογένειας Μαυρομιχάλη.

Πηγή εικόνας: neakriti.gr