Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Ιδομενέα Μόκκα

«America is back». Μια φράση που πολλάκις έχει διατυπωθεί από τον Αμερικανό πρόεδρο με πρόθεση να στείλει σαφές μήνυμα στις βλέψεις της Κίνας για ανάληψη της διεθνούς πρωτοκαθεδρίας, με το αναπόφευκτο μιας νέας ομοσπονδιακής πολιτικής απέναντι στον ασιατικό κολοσσό να επισημαίνεται διαρκώς.

Στον πυρήνα της εντοπίζεται η αξιοποίηση των συμμαχικών δυνάμεων, προς τις οποίες η Ουάσιγκτον επανειλημμένα υποβάλλει κάλεσμα για συλλογική αναχαίτιση της σινικής επέλασης. Κατόπιν των φθορών που προξένησε η θητεία Τραμπ στις διεθνείς επαφές της ομοσπονδίας, η ευθύνη που επωμίζεται ο νυν πρόεδρος μοιάζει επαχθής. Ειδικά στο σημείο που δίχως τη συνεισφορά από συμμάχους, όπως την Ιαπωνία και τη Νότιο Κορέα (με τις οποίες μάλιστα η Κίνα συνεργάζεται στα πλαίσια της Περιφερειακής Οικονομικής Συνεργασίας), η σινική τροχιά θα εξακολουθεί να επιταχύνει με αλύγιστη αυτοπεποίθηση και πίστη στις αρχές και στις δυνάμεις της.

Και μόνο έωλη δεν μπορεί κανείς να αποκαλέσει αυτή τη λαϊκή αίσθηση που επικρατεί στην Ανατολή. Κατ’ αρχήν, οικονομικά, παρόλο που υστερεί ακόμη η Κίνα σε ποσοστό ΑΕΠ (14,34 τρις έναντι 21,43 τρις των ΗΠΑ), οδεύει με φρενήρη ρυθμό σε διπλασιασμό του ποσοστού της έως το 2035. Συν τοις άλλοις, το πελώριο έργο «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος», που μέλλει, εάν υλοποιηθεί επιτυχώς, να μεταβάλει εκ βάθρων τις εμπορικές συναλλαγές, αποτελεί μια οικονομική υπόσχεση πρωτόγνωρων διαστάσεων προς όφελος του ανατολικού μπλόκου.

Από τεχνολογική άποψη, πλην των οφελών που θα παραχωρήσει το προαναφερθέν φιλόδοξο σχέδιο, η Κίνα ανέκαθεν συνιστούσε μια τεχνολογική υπερδύναμη, όντας, το 2018, εξαγωγέας παγκοσμίως του 41% των υπολογιστών, 34% των κλιματιστικών και 70% των κινητών τηλεφώνων. Επόμενο ήταν να λάβει την κρίσιμη απόφαση της απεξάρτησης από τις εισαγωγές της αμερικανικής τεχνολογίας. Όπως και συνέβη, τον περασμένο Μάρτιο, θέτοντας ως αντιστάθμισμα την αύξηση των προορισμένων για έρευνα και ανάπτυξη εθνικών δαπανών κατά 7% ετησίως, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση των  κινεζικών τεχνολογικών μεγαθηρίων (με στόχαστρο κατεξοχήν τους επεξεργαστές).

Η απάντηση της Γερουσίας κατέφθασε την περασμένη εβδομάδα, καθώς προέβη στη ψήφιση νομοσχεδίου (The Endless Frontier Act) της τάξεως των 110 δις, που θα αποσκοπούν στην βασική και εξελιγμένη τεχνολογική έρευνα, καθώς και στην εκπαίδευση πάνω σε κομβικούς τεχνολογικούς τομείς (AI).

Τέλος, ως καίριας σημασίας αναδεικνύεται η ανάκαμψη των σινικών ένοπλων δυνάμεων, ειδικότερα του ναυτικού, καθώς τα στοιχεία δείχνουν πως η κατασκευή πολεμικών πλοίων προχωρά στην Κίνα 5 φορές ταχύτερα ανά χρόνο απ’ ό,τι στις ΗΠΑ. Σε μια περίοδο, μάλιστα, που οι εξελίξεις στην Ανατολική – Νότια Σινική Θάλασσα μονοπωλούν την προσοχή της πλειοψηφίας, καθώς το ενδεχόμενο εισβολής του κινέζικου στόλου στην Ταϊβάν θα εξυπηρετούσε τα γεωστρατηγικά – εμπορικά συμφέροντα της Κίνας, πλήττοντας ριζικά την δυναμική των ΗΠΑ στην περιοχή.

Άσκηση του Κινεζικού Πολεμικού Ναυτικού. Πηγή εικόνας: Sputnik International

Κίνα και Ε.Ε

Φαίνεται συνεπώς η Ανατολή να ξεπροβάλλει σταδιακά σε ρόλο πρωταγωνιστή, ενώ η Δύση σε ρόλο παρατηρητή. Και στη μέση η ΕΕ, η οποία διίσταται για το ποια γραμμή να ακολουθήσει. Την στιγμή που η Ουάσινγκτον παρότρυνε τους συμμάχους της να συμπαρασταθούν στην αντιπαράθεση με την Ανατολή, απευθυνόμενη σαφώς και προς την ΕΕ, το Πεκίνο τον Δεκέμβριο του 2020, εκμεταλλευόμενο το γεγονός ότι ο Μπάιντεν δεν είχε διαδεχθεί ακόμη το προεδρικό αξίωμα, συμμετείχε σε συνέλευση με ανώτατους αξιωματούχους της Ευρωζώνης με θέμα την επενδυτική συμφωνία ΕΕ – Κίνας (CΑΙ), για τον σχεδιασμό της οποίας είχαν προηγηθεί επταετείς διαπραγματεύσεις.

Απώτερος στόχος της συμφωνίας είναι να διευρύνει το πεδίο δράσης των επενδυτικών δραστηριοτήτων από και προς αμφότερα συμβαλλόμενα μέρη και ως εκ τούτου να διευκολύνει τις άμεσες επενδύσεις προς τρίτες χώρες. Οι οικονομικές προγνώσεις μαρτυρούν ποικίλα οφέλη εκ μέρους των δύο πλευρών, αλλά εξαιτίας έλλειψης πρακτικών ρυθμίσεων αναφορικά με τους τομείς της τηλεπικοινωνίας, των MME και της γεωργίας, η συμφωνία δεν θεωρείται ακόμη άρτια.

Ακόμη, πολιτικές αντιξοότητες φράζουν προσωρινά την επικύρωση της CAI. Αιτία οι κατηγορίες  με στόχο τις κινέζικες αρχές ένεκα των ενεργειών τους προς την μουσουλμανική κοινότητα των Ουιγούρων. Μεταξύ άλλων, τους ενοχοποιούν για κράτηση της μειονότητας σε στρατόπεδα πολιτικής αναμόρφωσης και επιβολή καταναγκαστικών έργων, κάνοντας μάλιστα λόγο για γενοκτονία στην επαρχία Σιντζιάνγκ. Το Πεκίνο, αρνούμενο κατηγορηματικά τις σχετικές μομφές χαρακτηρίζοντας τες ως συκοφαντία, απάντησε με κυρώσεις κατά ευρωβουλευτών.

Κατ’ ακολουθίαν, το κλίμα μεταξύ Κίνας – ΕΕ βάρυνε και οι σχέσεις τους έχουν εξασθενήσει. Γεγονός που επαληθεύθηκε και σε δηλώσεις του επίτροπου για θέματα εμπορίου της ΕΕ, Βάλντις Ντομπρόβσκις, καθώς επεσήμανε πως τούτη τη στιγμή η επικύρωση της συμφωνίας στο Ευρωκοινοβούλιο φαντάζει απρόσφορη.

Την προς ώρας τελμάτωση της CAI συνόδεψε πρόσφατα η ανακοίνωση της Κομισιόν για νέα μέτρα περιορισμού των εισαγωγών από κινέζικες εταιρίες στους τομείς της τεχνολογίας και της πράσινης ενέργειας, καθώς και για τον σχεδιασμό ενός ρυθμιστικού πλαισίου που αποβλέπει στην χαλιναγώγηση της αγοράς επιχειρήσεων της ΕΕ και της συμμετοχής σε δημόσιες προσφορές από εταιρίες βασισμένες σε ξένες επιδοτήσεις. Την προσεχή Τρίτη αναμένεται να υποβληθεί αίτηση αναστολής της CAI, προτρέποντας τοιουτοτρόπως το ανατολικό μπλόκο να αποσύρει τις κυρώσεις του από τις Βρυξέλλες και να απαλύνει τις επαφές του με τη Δύση.

Ηλεκτρονική διάσκεψη άναμεσα στους ηγέτες της Ε.Ε και της Κίνας. Πηγή εικόνας: News Abode

Τελευταίες εξελίξεις, πάντως, αναδεικνύουν ενδείξεις αρμονίας στις σχέσεις Κίνας – ΗΠΑ, με αντιπροσωπευτική περίπτωση τη σύσκεψή τους στην Αλάσκα, η οποία αποτύπωσε ειρηνικές προθέσεις, με τους Κινέζους ομόλογους να αποχωρούν, δηλώνοντας πως η ανταλλαγή στρατηγικών υπήρξε ειλικρινής και εποικοδομητική. Τούτο είναι και το ζητούμενο από εδώ και στο εξής. Ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή, η καταπολέμηση της πανδημίας και οι πυρηνικές κρίσεις στο Ιράν και στη Β. Κορέα, αποκτούν την προσοχή αμφότερων κρατών και η βαρύτητά τους προειδοποιεί για την αναγκαιότητα σύμπραξης. Και τούτο, διότι η παγκόσμια τάξη κινδυνεύει να αποδυναμωθεί, εάν οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις της δεν σφίξουν σύντομα τα χέρια.