Άρθρο της εξωτερικής συνεργάτιδος, Μαρίνας Βασιλειάδου,

Λίγες ημέρες νωρίτερα, έλαβαν χώρα οι διμερείς διερευνητικές επαφές Τουρκίας – Αιγύπτου,  τα αποτελέσματα των οποίων κρίνονται αμφιλεγόμενα για την έκβαση των σχέσεων των δύο χωρών. Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε το διήμερο 5 με 6 Μαΐου στο Κάιρο, σαφώς αποτελεί ένα γεγονός υψίστης σημασίας για τις διπλωματικές επαφές μεταξύ τους, καθώς αντίστοιχου βεληνεκούς συζήτηση είχε να λάβει χώρα από το 2013. Οι σχέσεις τους ήταν ιδιαιτέρως τεταμένες, λόγω των γεγονότων του προαναφερθέντος έτους.

Ειδικότερα, το 2013 ο στρατός της Αιγύπτου ανέτρεψε τον εκλεγμένο πρόεδρο και ηγετικό στέλεχος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, Μοχάμεντ Μόρσι, με τον οποίο η Τουρκία είχε σημαντικές επαφές. Η Άγκυρα θεώρησε το γεγονός αυτό ως κίνηση πραξικοπήματος και κατάλυσης του πολιτεύματος, και για τον λόγο αυτό οι επαφές ανάμεσα στις δύο χώρες ήταν περιορισμένες.

Ωστόσο, οι πολιτικές διαβουλεύσεις, όπως τις ονομάζει η τουρκική πλευρά, είχαν ως απώτερο στόχο την ομαλοποίηση και εν τέλει την πλήρη εξομάλυνση των διμερών τους σχέσεων. Οι δύο πλευρές, τις χαρακτήρισαν ως ειλικρινείς και εις βάθος συζητήσεις, στις οποίες έγινε λόγος για ζητήματα που αφορούσαν την κατάσταση στην Λιβύη, αλλά και την ανάγκη διατήρησης της ειρήνης και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Συνεπώς, τα θέματα που απασχόλησαν τους ομόλογους υφυπουργούς εξωτερικών της Τουρκίας και της Αιγύπτου, τον Πρέσβη Σαντάτ Ονάλ  και τον Πρέσβη Χάμντι Σάναντ Λόζα αντιστοίχως, αφορούσαν τόσο διμερή, όσο και περιφερειακά ζητήματα.

Οι δύο αντιπροσωπείες κατά την διάρκεια των διερευνητικών επαφών. Πηγή εικόνας: Al Jazeera

Όπως, προκύπτει το Κάιρο αποσκοπεί στην βελτίωση των επαφών με  την Άγκυρα, επιθυμώντας την ανάπτυξη εμπορικών και οικονομικών ενεργειών, αρκετά κερδοφόρων για το ίδιο. Για την βέλτιστη εξέλιξη των γεγονότων έθιξε ορισμένα ζητήματα, θέτοντας συγκεκριμένους όρους προς την άλλη πλευρά, που αφορούσαν την Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο, την προπαγάνδα και τις επιθέσεις προς αυτήν, αλλά και την επέμβαση της Τουρκίας στην Λιβύη. Προς απογοήτευση της τουρκικής πλευράς, δεν τέθηκε καθόλου το ζήτημα οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών, που τόσο επιθυμούσε. Αντιθέτως, επισημάνθηκε από την Αίγυπτο η υποστήριξή της προς την Ελλάδα, ωθώντας την Τουρκία να αναθεωρήσει και να σεβαστεί τις σχέσεις με την γειτονική της χώρα.

Αν και, για την Τουρκία οι συζήτησεις δεν είχαν το απολύτως επιθυμητό αποτέλεσμα, έθεσαν εντούτοις τις βάσεις για την επέκταση των επαφών. Μπορεί να υπέστη μία μικρή ‘απογοήτευση’ ως προς την οριοθέτηση της ΑΟΖ και την υποστήριξη του Κάιρο προς την Ελλάδα, απτόητη, ωστόσο, συνεχίζει τις επαφές της και επιδιώκει την περαιτέρω προσέγγιση της χώρας. Εξάλλου, η εξωτερική της πολιτική έχει αρχίσει να στρέφεται προς μία δράση προσέγγισης της Αιγύπτου. Η ελληνική πλευρά, όπως είναι φυσικό, παρακολουθούσε με έντονο ενδιαφέρον τις συζητήσεις των δύο χωρών, παρατηρώντας εάν οι εξελίξεις θα κινηθούν προς το εθνικό της συμφέρον.

Όσα ειπώθηκαν συναντώνται σε ένα ευρύτερο θεωρητικό πλαίσιο, με την απουσία έμπρακτων λύσεων και αποφάσεων. Ο δεύτερος γύρος των επαφών θα συνεχιστεί στις 18 Ιουνίου στην Αττάλεια και αναμένονται οι εξελίξεις και οι νέες συζητήσεις ανάμεσα στις δύο χώρες. Το πρόβλημα ανάμεσά τους είναι αρκετά σύνθετο και μία λύση θα μπορούσε να προκύψει στο μακρινό μέλλον, μόνο σε περίπτωση που τα δύο κράτη καταλήξουν σε ένα κοινό τρόπο αντίληψης τόσο για τα διμέρη τους θέματα, όσο και για τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι εφικτό, άραγε, να βρεθεί μία κοινή λύση, ικανοποιώντας και τις δύο πλευρές ή μήπως η εξομάλυνση της κατάστασης θα αποβεί ουτοπικό πλάνο;