Όλοι θυμόμαστε το απόγευμα της 10ης  Μαρτίου, όταν ανακοινώθηκε το κλείσιμο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, αρχικά για δύο βδομάδες, για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού. Οι δύο βδομάδες έγιναν τέσσερεις και οι βδομάδες μήνες, ώσπου τελικά τα πανεπιστήμια, στην πλειοψηφία τους, παρέμειναν ως και σήμερα κλειστά. Η εκπαιδευτική διαδικασία έπρεπε να συνεχιστεί πάση θυσία. Για το σκοπό αυτό και ύστερα από ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας, φοιτητές και εκπαιδευτικοί εισήχθησαν στη νέα, ψηφιακή πια, πραγματικότητα της τηλεκπαίδευσης, με την οποία, κατά την υπουργό, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα ήταν ήδη σε μεγάλο βαθμό εξοικειωμένα. Πώς, τελικά, λειτούργησε, αυτό;

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Για τη διεξαγωγή της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις για ολόκληρη την πανεπιστημιακή κοινότητα. Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός και φυσικά πρόσβαση στο διαδίκτυο, τα οποία, δυστυχώς, δεν είναι ακόμα αυτονόητα για όλους. Απαιτείται, επιπλέον, ειδική τεχνογνωσία από την πλευρά των καθηγητών για την οργάνωση των διαδικτυακών μαθημάτων, την εύρεση «αιθουσών» κατάλληλης χωρητικότητας, την αντιμετώπιση πιθανών προβλημάτων ήχου και εικόνας, την επικοινωνία με τους φοιτητές – ξεχωριστά και μαζικά – σε πραγματικό, άμεσο χρόνο κ.α. Στην περίπτωση των φοιτητών, χρειάζονται ειδικές οδηγίες για τη σύνδεσή τους, βιβλία από την έναρξη του εξαμήνου, ώστε να εξασφαλισθεί η ακαδημαϊκή συνέχεια και η επαφή με το μάθημα, ελεύθερη πρόσβαση σε ψηφιοποιημένα βιβλία και πηγές (αντί για τη βιβλιοθήκη).

Στην πλειονότητα, οι προϋποθέσεις αυτές δεν ικανοποιούνταν και ταυτόχρονα απουσίαζε ο απαιτούμενος, αυστηρός έλεγχος για τη συγκρότηση και το συγχρονισμό του συστήματος. Οι δυσκολίες πολλές, οι συνθήκες περίεργες και έτσι, η τηλεκπαίδευση ήταν εξαρχής αδύνατο να λειτουργήσει το ίδιο αποτελεσματικά με τον παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας με φυσική παρουσία στα αμφιθέατρα. Ως αποτέλεσμα, ο αριθμός των καθηγητών που πράγματι έκαναν μάθημα και των φοιτητών που όντως παρακολουθούσαν μειώθηκε δραματικά! Οι διαφάνειες και οι εικόνες αντικατέστησαν τους εκπαιδευτικούς και τα εικονίδια με τα αρχικά του ονοματεπωνύμου τους εκπαιδευόμενους. Τα πανεπιστήμια λειτουργούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας χωρίς το δυναμικό πυρήνα τους. Η γενικότερη απώλεια ενδιαφέροντος αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα υποβάθμισης της ποιότητας της παρεχόμενης γνώσης.

Οι δυσκολίες και τα παράλογα του νέου συστήματος, δεν σταματούν εκεί. Σε όλα αυτά, έρχονται να προστεθούν και οι εργασίες και οι εξετάσεις. Ξαφνικά, ο όγκος των εργασιών ανά μάθημα και καθηγητή αυξήθηκε σημαντικά. Εργασίες, ατομικές και ομαδικές, προχωρημένου βαθμού δυσκολίας λόγω αδυναμίας πρόσβασης στην απαιτούμενη βιβλιογραφία, περιορισμένης καθοδήγησης και βοήθειας από τους υπεύθυνους και φυσικά ελλιπούς γνωστικής κατάρτισης δεδομένου του τρόπου διδασκαλίας. Οι περισσότερες εργασίες θεωρητικά όφειλαν να είναι απαλλακτικές. Όπως όφειλαν εκείνες, έτσι και η εξεταστέα ύλη όφειλε να έχει μειωθεί, διότι η διάρκεια του εξαμήνου είχε διαφοροποιηθεί από τα φυσιολογικά, για τα πανεπιστήμια, δεδομένα. Επιπλέον, για την εξασφάλιση της υγείας όλων, εφαρμόστηκε εξέταση μέσω διαδικτύου, η οποία και προφανώς δεν ήταν δίκαιη. Περιορισμένος χρόνος εξέτασης, ιδιαίτερα θέματα έως και απαιτητικά, αδυναμία εξασφάλισης δίκαιων συνθηκών συμμετοχής των φοιτητών στις εξετάσεις (όπως αναφέρθηκε και πριν, δεν υπήρξε αποτελεσματικός έλεγχος) είναι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της εξεταστικής εν μέσω πανδημίας.

Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των υπευθύνων, δεν θα χανόταν το εξάμηνο, αλλά θα ολοκληρωνόταν φυσιολογικά, σαν να μην είχε συμβεί πανδημία, σαν να μην έκλεισαν ποτέ. Όμως, κανείς δεν είχε το θάρρος να παραδεχτεί ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια, όχι μόνο δεν είναι εξοικειωμένα, αλλά υστερούν σημαντικά στο τομέα της ασύγχρονης εκπαίδευσης, σε σχέση με άλλα διεθνή, όπου η τηλεκπαίδευση θεωρείται αυτονόητη και άκρως απαραίτητη. Επομένως, όταν άλλοι προσπαθούσαν να βελτιώσουν τα υπάρχοντα συστήματα εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης, εμείς προσπαθήσαμε να χτίσουμε ουρανοξύστες σε ανύπαρκτα θεμέλια. Πριν από την εφαρμογή οποιασδήποτε καινοτομίας, έπρεπε να ληφθεί υπ’ όψη το βασικό αυτό μειονέκτημα υπό τις νέες συνθήκες, όπως  δήλωσε και  η Claudine Gay, Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Harvard «φυσικά παραμένουμε αφοσιωμένοι στην ακαδημαϊκή συνέχεια, αλλά δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σαν μην άλλαξε τίποτα. Τα πάντα έχουν αλλάξει»

Όπως και να’ χει, η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι προϊδεασμένη πια για τον επόμενο κύκλο διαδικτυακών εξετάσεων και ίσως μαθημάτων. Τώρα, οι πιθανότητες για μία πιο ποιοτική και αποτελεσματική τηλεκπαίδευση είναι με το μέρος μας.

Τα λέμε, ξανά, από Σεπτέμβρη.