Του εξωτερικού συνεργάτη, Κωστή Μυλωνά,
Σήμερα θα μιλήσουμε για έναν λιγότερο γνωστό, πλην σπουδαίου κατά την άποψή μου ποιητή, τον Θωμά Γκόρπα και το ποιήμά του ποιοι μας αγαπάνε.
Ποιοι μας αγαπάνε;
«Αυτό το καλοκαίρι ποιος θα το πάρει;
ποιοι μας αγαπάνε;
Κλειστό μαγαζί
κλειστό μαγαζί της αγάπης»
Ο Γκόρπας γράφει πιθανότατα άνοιξη και περιμένει το καλοκαίρι. Είναι εκείνη η περίοδος του Μαΐου, που όλοι αναμένουμε την καλοκαιρινή απόδραση σε παραλίες, προκειμένου να αποφορτιστούμε από το βαρύ πρόγραμμα του χειμώνα. Είναι η στιγμή που γεννιέται μια καινούρια ελπίδα: για όμορφες στιγμές, μελωδίες από την κιθάρα με ηλιοβασιλέματα και φυσικά νέους έρωτες. Οι ελπίδες βεβαίως υπάρχουν είτε για να επιβεβαιώνονται, είτε για να διαψεύδονται.
«Και αυτό το καλοκαίρι φέρνει για μένα μπάνια
σ’ αχρησιμοποίητες ακρογυαλιές
θαλασσινά ναπολιτάνικα φαγιά μπύρες ουίσκια
άγρια εκμετάλλευση εχθρών και φίλων
αποκρουστικά ξενύχτια σε ντεκόρ ποιητικά
κι ευχάριστα.»
Φυσικά, δεν θέλουμε μια καλοκαιρινή απόδραση, όπως οι προηγούμενες, αλλά νέες προκλήσεις, νέες περιπέτειες, αυτό που ο Γκόρμπας ονομάζει «αχρησιμοποίητες ακρογυαλιές». Δεν εννοεί μόνο το κυριολεκτικά προφανές, αυτή η φράση περικλείει μέσα της κάθε λογής καινούριο: φίλους, έρωτες, μέρη, τοποθεσίες, ουσίες, πάθη. Στη συνέχεια αρχίζει να απαριθμεί ορισμένα γενικώς ή προσφάτως αχρησιμοποιήτα, ενώ αναφέρεται στα ξενύχτια ως «αποκρουστικά». Είναι εκείνες οι κραιπάλες που όλοι μετανιώνουμε την επόμενη μέρα, μα στη στιγμή πάνω φάνταζαν τόσο μοναδικές, τόσο ιδιαίτερες. Δεν φταίνε ούτε οι φίλοι, ούτε το μέρος, φταίει μόνο το μικρό παιδί που έχουμε μέσα μας και ορισμένες φορές θέλει ξανά να πετάξει, να ονειρευτεί, να υπερβάλλει, να φωνάξει, να κουραστεί. Και ας ξέρει, ότι το πρωί θα το μετανιώσει. Και τι έγινε; Πάντως και τα αποκρουστικά ξενύχτια, έχουν όμορφο περίγραμμα, ένα πλαίσιο ποίησης και ευτυχίας, που ο Γκόρπας μας ονομάζει «ποιητικό ντεκόρ.»
«Είμαι κουρασμένος πολύ κουρασμένος μέσα
πώς θέλετε να το δείτε, ανοίξτε με να το δείτε
έχω όμως κουράγιο
αδυνατώ να επιχειρήσω με πνεύμα επιχειρησιακό
την ηλικία μου
αδυνατώ να πιστέψω πως αγάπησε έστω και ένας έως
τώρα
αδυνατώ να βρω μια σκοπιμότητα στη τέχνη
εκτός της σκοπιμότητος πως πρέπει να ζήσει
κι αυτή
όπως τόσα άλλα ωραία ή χαμερπή αδιάφορο»

Σπάνια εικόνα του συγγραφέα, πηγή: periodikotrypa.wordpress.com
Ο ποιητής εκφράζει μια κούραση. Μια απογοήτευση θα λέγαμε από πολλά πράγματα. Εντούτοις η παραδοχή πως έχει κουράγιο ακόμη, είναι σαν μια διαπίστωση πως έτσι είναι η ζωή, αποτελούμενη από ωραίες στιγμές που στο τέλος γίνονται απογοήτευση και πάλι από την αρχή. Η ηλικία κατά την άποψη του ποιητή, λειτουργεί σαν ένας ανασταλτικός παράγοντας πρώτα από όλα στη σκέψη. Και επίσης η ηλικία και οι εμπειρίες του, τον κάνουν να δυσπιστεί περί του εάν υπάρχει αληθινή αγάπη. Ακούμε συχνά λόγια βαριά, λόγια αιώνιας αγάπης και μέσα σε ένα δευτερόλεπτο για κάποιο λόγο, με κάποια αφορμή, όλα σβήνονται. Και δεν σβήνει απλά το ερωτικό στοιχείο, σβήνει κάθε σημείο επαφής με τον άλλον άνθρωπο. Κατά την άποψη μου και προεκτείνοντας τη σκέψη του ποιητή, ο οριστικός χωρισμός, η απάλειψη κάθε σημείου σύνδεσης με την/τον πρώην σύντροφό σου, είναι ένας καθαρός εγωισμός. Μοιάζει αδιανόητο να μη μιλάς με έναν άνθρωπο με τον οποίο συνδέθηκες εγκεφαλικά και ερωτικά. Και τότε γεννιέται το ερώτημα που μας θέτει το ποίημα: τελικά αγαπάμε αληθινά; Γιατί η αγάπη δεν φαίνεται στην αρχή αγαπητοί μου, αλλά πάντα στο τέλος. Από την άλλη όσον αφορά την τέχνη, επιθυμεί να καταδείξει την αυταξία, την αυθυπαρξία της. Η τέχνη είναι καταρχήν τέχνη και τίποτε άλλο. Δεν είναι σκοπιμότητα, αλλά ορισμένες φορές ίσως και να εξυπηρετεί σκοπιμότητες θα πω εγώ.
«Σου λέω θέλω να γείρω…να ξεκουραστώ…να γείρω
να μάθω πάλι να μετράω τ’άστρα χωρίς να χάνω
και τον ουρανό
να ξαναγίνω θαυμαστής του ηλιοβασιλέματος
να λαχταράω το τσιγάρο, ενώ δεν το έχω μάθει ακόμα
Σου λέω: εγώ που αγάπησα τα πάντα πριν να τα
γνωρίσω θέλω
ν’αγαπήσω κάτι επιτέλους που το ξέρω»
Όταν είσαι νέος, θέλεις να τα εξερευνήσεις όλα. Να ερωτευτείς, να καπνίσεις, να υπερβάλλεις, να χωρίσεις, να ξενυχτήσεις. Όταν τα κάνεις όλα και περάσουν τα χρόνια, πολλά από αυτά σου άρεσαν, αλλά πλέον έγιναν μια συνήθεια. Αποζητάς μια επιστροφή σε όλα αυτά, όχι με την έννοια του νεανικού ενθουσιασμού, αλλά με την έννοια της δεύτερης απόλαυσης. Τώρα τα ξέρεις, τα γνωρίζεις και ίσως μπορείς να τα αξιοποιήσεις με μια άλλη ματιά, με μία δεύτερη οπτική που σου χαρίζει η γνώση της ζωής. Σαν να λέμε ξαναγινόμαστε παιδιά, αλλά με μπόλικες σταγόνες σοφίας.