Άρθρο της εξωτερικής συνεργάτιδος, Μαρίνας Βασιλειάδου,
Στην διεθνή σκηνή άλλο ένα ζήτημα της τουρκικής επικαιρότητας έχει προκαλέσει αναταραχές και έντονες συζητήσεις. Πρόκειται για την επιθυμία της τουρκικής κυβέρνησης να οικοδομήσει το Κανάλι της Κωνσταντινούπολης (Kanal İstanbul), ώστε να επωφεληθεί η χώρα από την διέλευση πλοίων τρίτων χωρών. Με την κατασκευή, ωστόσο, του καναλιού, προκύπτει το ζήτημα για την ισχύ (ή όχι) της Σύμβασης του Μοντρέ. Οι συζητήσεις εντοπίζονται ήδη από το 2018, προκαλώντας ανά διαστήματα πληθώρα αντιδράσεων. Η σύμβαση αποτελεί ένα κρίσιμο στρατηγικό ζήτημα και οι όροι της ουκ ολίγες φορές έχουν βρεθεί στο επίκεντρο των συζητήσεων.
Κρίσιμης σημασίας είναι η κατανόηση της ίδιας της Σύμβασης του Μοντρέ (ή, όπως ονομάζεται, Σύμβαση για το καθεστώς των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων), αλλά και της αξίας της για την διεθνή κοινότητα. Η Σύμβαση υπεγράφη στην πόλη Μοντρέ το 1936. Οι συμβαλλόμενες χώρες είναι η Τουρκία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Αυστραλία, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Αγγλία, η Γιουγκοσλαβία και η Σοβιετική Ένωση.
Ουσιαστικά, δόθηκε η άδεια στην Τουρκία να κατέχει τον έλεγχο των στενών, επιτρέποντας όμως την ελεύθερη ναυσιπλοΐα σε περιόδους ειρήνης. Ένα ακόμα πλεονέκτημα που κατέχει η Τουρκία συναντάται στο δικαίωμα ελέγχου της διέλευσης στρατιωτικών πλοίων. Πολεμικά πλοία μη συμβαλλόμενων χωρών οφείλουν να ενημερώσουν τουλάχιστον μία εβδομάδα νωρίτερα για την ελεύθερη διέλευσή τους από την περιοχή. Σημαντικό κρίνεται, επίσης, να επισημανθεί ότι το 1994 με την ψήφιση της UNCLOS (Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας) έπρεπε να αναθεωρηθεί η Σύμβαση, ωστόσο δεν επετεύχθη λόγω της άρνησης την Τουρκίας. Συνεπώς, το περιεχόμενό της έχει ισχύ έως και σήμερα με ελάχιστες τροποποιήσεις.

Το μελλόντικο κανάλι της Κωνσταντινούπολης. Πηγή εικόνας: Πρώτο Θέμα
Τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό της χώρας, η απόφαση της Κυβέρνησης δίχασε. Πρωτίστως, η ανακοίνωση που εξεδόθη από 104 απόστρατους Ναυάρχους, οι οποίοι δήλωσαν αντίθετοι με τις συγκεκριμένες ενέργειες, θεωρήθηκε ως απειλή πραξικοπήματος. Μάλιστα, οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης τόνισαν ότι οι απόστρατοι δεν ήταν οι αρμόδιοι άσκησης πολιτικής, ενώ δέκα απο τους υπογράφοντες οδηγήθηκαν στην φυλακή. Αντίστοιχα συμβάντα πραγματοποιήθηκαν και με πρώην διπλωμάτες. Η εκδήλωση δυσφορίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κι ως μία στροφή προς την Δύση, αντικρούοντας την ανεπίτρεπτη πολιτική της Κυβερνήσεως.
Από την άλλη, ξένες δυνάμεις όπως η Ρωσία, την οποία ευνοεί σε μεγάλο βαθμό η σύμβαση, εναντιώθηκαν και έθεσαν ξεκάθαρα την απροθυμία τους για τροποποίηση ή ακύρωσή της. Υποστήριξαν ότι η παρούσα σύμβαση εξασφαλίζει την ασφάλεια και την σταθερότητα στην περιοχή και επισήμαναν τον κομβικό ρόλο της Τουρκίας σε αυτή.
Εξάλλου, για την Ρωσία, η κατάργηση της σύμβασης θα σήμαινε την αύξηση της παρουσίας πολεμικών πλοίων των ΗΠΑ και την διέλευσή τους από την περιοχή χωρίς κάποιον ουσιώδη έλεγχο. Είναι αρκετά προφανές ότι και τα συμφέροντα και της Ελλάδας τίθενται στο προσκήνιο, αφού μετέχει στην Σύμβαση κι οποιασδήποτε μορφής αναθεώρηση θα έθετε σε άμεσο κίνδυνο και τα συμφέροντά της.
Πλέον είναι πλήρως αντιληπτή η επιθυμία του Τούρκου Προέδρου να εδραιώσει την κυριαρχία της χώρας του. Μέσω της κατασκευής του Καναλιού, όχι μόνο θα ωφεληθεί οικονομικώς, αλλά θα επεμβαίνει σε μεγάλο βαθμό σε όσους αποφασίζουν να συνεχίσουν την διέλευσή τους μέσω αυτού. Επιθυμεί την άσκηση πλήρους ελέγχου στην ευρύτερη περιοχή, παρά τα όσα προνόμια κατέχει από την ίδια την Σύμβαση, η οποία θα αναιρεθεί σταδιακά λόγω της ανέγερσης ενός νέου περάσματος.
Είναι τόσο μεγάλη η επιθυμία του για την αύξηση της κυριαρχίας της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή που δεν εστιάζει ούτε στα προβλήματα που θα ανακύψουν. Πέρα από τις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας, εξίσου σημαντικό είναι το ζήτημα περιβαλλοντικής καταστροφής που θα προκύψει, σε συνδυασμό με την ενδεχόμενη κατάρρευση του υδρευτικού συστήματος της Κωνσταντινούπολης. Ο Ερντογάν ανεπηρέαστος από τις αρνητικές δηλώσεις ως προς το έργο, συνεχίζει την δημιουργία του ανακοινώνοντας, μάλιστα, ότι επρόκειτο να εκκινήσει την οικοδόμησή του κατά τους θερινούς μήνες. Μένει μόνο να παρατηρήσουμε τις αντιδράσεις των ξένων δυνάμεων αλλά και την αποδοχή (ή μη) των ενεργειών της τουρκικής κυβέρνησης από τον λαό της.