Μια πολιτική ανάλυση του Εμμανουήλ Πανανά,

Οι Αμερικανικές εκλογές βρίσκονται προ των πυλών και η πολυσυζητημένη και πολυαναμενόμενη μέρα, η Τρίτη 3 Νοεμβρίου, που θα κρίνει την ροπή που θα λάβει τόσο η κοινωνικό-οικονομική πραγματικότητα εντός των ΗΠΑ, όσο και η εξωτερική πολιτική και η ισορροπία των κινήσεων στον τομέα των διεθνών σχέσεων, έχει φτάσει. Οι σημαντικότεροι τομείς αναφοράς, που διακυβεύονται, ανάλογα με το κάθε πιθανό αποτέλεσμα και που πρέπει να επισημανθούν, εντοπίζονται στις αλλαγές που θα υπάρξουν στην εσωτερική πολιτική του κράτους, στις κινήσεις ως προς τις ποικίλες διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες των ΗΠΑ με τρίτα μέρη, στην σχέση ανάμεσα στους δύο άξονες σταθερότητας της λεγόμενης Δυτικής Συμμαχίας, δηλαδή τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και την πορεία των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας.

Με πάνω από 90 εκατομμύρια Αμερικανούς να έχουν ήδη ψηφίσει, νούμερα τα οποία έχουν να καταγραφούν σχεδόν τριάντα χρόνια, και με μία ρεαλιστική προσέγγιση να δείχνει πως συνολικά αναμένονται περίπου 160 εκατομμύρια εγγεγραμμένοι πολίτες να ασκήσουν τα εκλογικά τους δικαιώματα, αριθμός σαφώς μεγαλύτερος των 140 εκατομμυρίων περίπου που ψήφισαν στις εκλογές του 2016, φαίνεται πως οι περισσότεροι Αμερικανοί έχουν ενεργοποιηθεί πολιτικά και θεωρούν πως το μέλλον και η θέση τόσο του κράτους τους στον κόσμο, όσο και η δική τους αποτελούν προσωπική υπόθεση. Αξίζει να σημειωθεί πως, αν επαληθευτούν οι τελευταίες εκτιμήσεις, κατά την διάρκεια των εκλογών θα έχει ψηφίσει σχεδόν το 62% του εκλογικού σώματος, ποσοστό σαφώς ανεβασμένο σε σχέση με το 55,5% των εκλογών του 2016, αλλά και ποσοστό που έχει να κάνει την εμφάνισή του από τις προεδρικές εκλογές του 1960, όπου τότε είχε προσέλθει στις κάλπες το 62,8% του συνόλου του εκλογικού σώματος. Γίνεται κατανοητό, λοιπόν, πως ο νικητής των εκλογών, είτε αυτός είναι ο εν ενεργεία πρόεδρος, Donald Trump είτε ο πρώην δις αντιπρόεδρος, επί προεδρίας Barrack Obama, και νυν υποψήφιος των Δημοκρατικών, Joe Biden, συναθροίζοντας πάντα και το εύρος της εκλογικής νίκης, θα αποτελεί δέκτη σημαντικής νομιμοποίησης, γεγονός που θα δώσει ώθηση για τη περάτωση του επιδιωκόμενου πολιτικού σχεδιασμού.

Εσωτερική Πολιτική

Ως προς την εσωτερική πολιτική των ΗΠΑ, τα πιο σημαντικά σημεία που οφείλει να διαχειριστεί ο νικητής των εκλογών εντοπίζονται στους τομείς της δημόσιας υγείας, της φορολογίας, της μεταναστευτικής και μισθολογικής πολιτικής. Αρχικά, στο πλαίσιο της δημόσιας υγείας πρωτεύον ζήτημα είναι η διαχείριση της πανδημίας που έχει προκαλέσει η έξαρση του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2, υπεύθυνου για την ασθένεια Covid-19. Έντονη έχει υπάρξει η δημόσια συζήτηση, αλλά και η αψιμαχία των δύο υποψήφιων για τον προεδρικό θώκο, αναφορικά με την αντιμετώπιση της κατάστασης, αλλά και με την επιδιωκόμενη παραγωγή εμβολίου αντισωμάτων και την διάδοσή του παγκοσμίως κοινωνικό σύνολο. Το μέγεθος της σημαντικότητας αυτής της παραμέτρου είναι παραπάνω από εμφανές αν αναλογιστεί κανείς πως οι ΗΠΑ κατέχουν τα θλιβερά πρωτεία, με περίπου 9,5 εκατομμύρια επιβεβαιωμένα κρούσματα και πάνω από 300 χιλιάδες καταγεγραμμένους θανάτους. Η άλλη πλευρά ενδιαφέροντος για τον τομέα της υγείας εντοπίζεται στην πιθανή επαναφορά του συστήματος κάλυψης των ιατροφαρμακευτικών εξόδων και δωρεάν υγειονομικής ασφάλισης για όσους το έχουν ανάγκη, του λεγόμενου Affordable Care Act (ACA), επίσημα λεγόμενο ως Patient Protection and Affordable Care Act, ευρέως γνωστό ως Obamacare, σε περίπτωση νίκης των Δημοκρατικών ή στην συνέχιση της μείωσης του μεγέθους του συστήματος δημόσιας υγείας και την αντίστοιχη προώθηση της εξ ’ολοκλήρου ιδιωτικής ασφάλισης, σε περίπτωση παραμονής του Ρεπουμπλικανικού επιτελείου στον Λευκό Οίκο.

Περνώντας στον χώρο της φορολογίας, τα δύο κυριότερα σημεία αναφοράς εντοπίζονται στην φορολόγηση των μεσαίων και μικρομεσαίων αστικών στρωμάτων και την αναντιστοιχία της με την ελάχιστη φορολόγηση των ανώτερων, κυρίως επιχειρηματικών και βιομηχανικών στρωμάτων, η οποία θεωρείται πως παράγει χάσμα ανάμεσα στην κοινωνική δομή των ΗΠΑ. Έπειτα, το επίκεντρο ενδιαφέροντος περνάει στην διαχείριση των αγροτικών και γεωργικών πληθυσμών, ειδικά στις μη αστικοποιημένες Πολιτείες και των στρατιωτικών, ειδικά των βετεράνων, των απόστρατων και των εγκατεστημένων στις βάσεις ανά τον κόσμο. Η διακυβέρνηση της περιόδου 2017-2020 από τον πρόεδρο Trump φάνηκε αρκετά γενναιόδωρη ως προς αυτές τις κοινωνικές ομάδες, οι οποίες δέχθηκαν αρκετές ελαφρύνσεις, με το δημοκρατικό κόμμα να υποστηρίζει μία πιο ισορροπημένη αντιμετώπιση όλων των κοινωνικών ομάδων που απαρτίζουν την κοινωνική δομή των ΗΠΑ.

Μισθολογικές ρυθμίσεις

Σημαντική είναι η σύνδεση στο σημείο αυτό και με την διαχείριση της μισθολογικής πολιτικής. Η διαχείριση από την πλευρά της εν ενεργεία ρεπουμπλικανικής ηγεσίας δείχνει να αντιμετωπίζει την υπάρχουσα κατάσταση στην λογική μίας ιδιωτικής επιχείρησης, διαμορφώνοντας τα μισθολογικά κριτήρια ανάλογα με την αποδοτικότητα ως προς την διεύρυνση του παραγωγικού πλεονάσματος του κράτους και του κέρδους της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, την οποία ο πρόεδρος Trump φαίνεται να θεωρεί τους πνεύμονες της οικονομίας του κράτους. Από την άλλη πλευρά, οι Δημοκρατικοί φαίνεται να επιζητούν μία πιο εξισορροπημένη πολιτική ως προς τα μισθολογικά κριτήρια, προωθώντας πολιτικές κοινωνικής αλληλεγγύης, υποστήριξης των ανέργων, την αύξηση των μισθών του εργατικού δυναμικού και την διεύρυνση των επιδοματικών πολιτικών, πολλές από τις οποίες καταργήθηκαν κατά την διάρκεια της προηγούμενης τετραετίας.

Κονκάρδες Τράμπ εναντίον Μπάιντεν
Μεταναστευτική Πολιτική

Ο επόμενος σημαντικός τομέας εσωτερικής πολιτικής, ο οποίος συνδέεται άμεσα και με τις κινήσεις στο διεθνές επίπεδο συνεργασιών, εντοπίζεται στην μεταναστευτική πολιτική. Η τετραετία της διακυβέρνησης Trump έδειξε ένα ιδιαίτερα σκληρό και αμείλικτο πρόσωπο. Η έναρξη και μερική περάτωση του δαπανηρού και πολυσυζητημένου «τείχους» στα σύνορα με το Μεξικό, η δημιουργία δομών κατανομής και φιλοξενίας των εντοπιζόμενων παράτυπα εισερχόμενων, πολλές φορές ακόμα και των ήδη νόμιμα εγκατεστημένων στην επικράτεια των ΗΠΑ μεταναστών και η απαγόρευση εισερχόμενων από συγκεκριμένες ανεπιθύμητες χώρες, έδειξαν μία αλλαγή στάσης στο προσωπείο των ΗΠΑ. Δριμείς υπήρξαν οι κατηγορίες από την αντιπολιτευόμενη άποψη που κατηγόρησε τον πρόεδρο και το επιτελείο του πως κάνουν την Αμερική από την χώρα των ευκαιριών και της ελπίδας για κάθε κατατρεγμένο, χώρα των αποκλεισμών και των ανισοτήτων. Μία διττή κριτική, η οποία αναφερόταν τόσο στην αντιμετώπιση των πιθανών μεταναστών προς τις ΗΠΑ, όσο και στην συμπεριφορά του κρατικού μηχανισμού, ειδικά της γραφειοκρατίας της δημόσιας διοίκησης και της αστυνομίας προς τις μειονότητες εντός του κράτους,ιδίως των αφροαμερικανών και των ισπανόφωνων.

Εξωτερική Πολιτική

Επιπρόσθετα, η πορεία της εξωτερικής των ΗΠΑ εμφανίζεται εξίσου σημαντική. Κατά την τετραετία που πέρασε οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν από αρκετές διεθνείς συμβάσεις, με πιο σημαντική την Συμφωνία των Παρισίων για την Κλιματική Αλλαγή, η οποία χαρακτηρίστηκε μη αναγκαία και με τον πρόεδρο να δηλώνει πως η κλιματική αλλαγή αποτελεί ψέμα. Ακόμα, έχει υπάρξει ανακοίνωση πως σε περίπτωση επανεκλογής του ρεπουμπλικανικού επιτελείου θα ακυρωθούν και άλλες μη αναγκαίες συμφωνίες ή δεν θα υπάρξει ανανέωση διμερών ή πολυμερών συμβάσεων που λήγουν στο εγγύς μέλλον. Το δημοκρατικό κόμμα άσκησε και σε αυτό το σημείο δριμεία κριτική, δηλώνοντας πως σε περίπτωση εκλογής Biden οι ΗΠΑ ως ώριμη και σοβαρή δύναμη του διεθνούς σκηνικού θα επανέλθουν σε όλες τις συμφωνίες που αρμόζει και θα υπάρξει πρωτοβουλία για σύναψη νέων, που θα διορθώσουν οποιαδήποτε διαμάχη και παρεξήγηση υπήρξε στο κοντινό παρελθόν.

Επίσης και ως προς τις διμερείς σχέσεις των ΗΠΑ υπάρχει σοβαρή διαφοροποίηση. Οι δασμοί και η απαγόρευση κυκλοφορίας συγκεκριμένων κινεζικών προϊόντων, η συνεχόμενη κατηγορία από τον νυν πρόεδρο πως η Κίνα ευθύνεται μονομερώς για την εξάπλωση της πανδημίας, η διαχείριση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν με την συνεχόμενη παραγωγή εντάσεων, η στενή σχέση του προέδρου Trump με διάφορους ηγέτες που φαίνεται πως οδεύουν προς τον ολοκληρωτισμό και η ενδυνάμωση των σχέσεων με μη παραδοσιακούς συμμάχους, σε συνάρτηση με την εγκατάλειψη ή παραμέληση κάποιων παραδοσιακών συμμάχων. Όλα τα παραπάνω αποτελούν σημεία καταγγελιών από τους Δημοκρατικούς που αναφέρουν ότι αυτή η στάση δεν είναι προϊόν σοβαρότητας και αναφέρουν πως είναι διατεθειμένοι να επαναφέρουν την ηρεμία και την σταθερότητα στο πεδίο των διεθνών συνεργασιών και σχέσεων.

Επιπλέον, το αποτέλεσμα των εκλογών θεωρείται κρίσιμο και για την πορεία των σχέσεων ΗΠΑ – Ε.Ε. και βαθύτερα μέσω αυτών και μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας. Σύμφωνα με τις περισσότερες εκτιμήσεις φαίνεται πως ανάλογα με το ποιος από τους δύο υποψήφιους θα εκλεγεί, θα υπάρξει αντίστοιχη μεταβολή στο status quo των σχέσεων ΗΠΑ με τους Ευρωπαίους εταίρους, αλλά και το πρόσφατα αποσχισμένο από την Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο. Αξίζει να σημειωθεί, ακόμα, πως υπάρχουν αρκετά σημεία που πρέπει να κλείσουν οι συζητήσεις στους τομείς της ενεργειακής συνεργασίας, της εμπορικής συνεργασίας και της δασμολογικής πολιτικής σε προϊόντα ενδιαφέροντος μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διευθέτηση των ζητημάτων αυτών θα καθορίσει και το πλαίσιο συζητήσεων και συνύπαρξης με άλλους διεθνείς δρώντες που ενδιαφέρονται για τους παραπάνω τομείς, όπως η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα, οι υπόλοιπες χώρες μέλη της συμμαχίας των BRICS, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία.

Τέλος, το ενδιαφέρον στρέφεται στην εξέλιξη των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας. Αρκετές συζητήσεις που είναι ήδη ανοιχτές και εν εξελίξει στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, ειδικά των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των επενδύσεων, με μεγάλα έργα να διεκδικούνται από επιχειρήσεις αμερικανικών συμφερόντων, με κυριότερη την επένδυση στο Ελληνικό και το νέο Καζίνο της Αθήνας, δείχνουν την επανατοποθέτηση της Ελλάδας ως εταίρο συνεργασίας και όχι μόνο προστατευόμενο μέλος. Επίσης, στις εξοπλιστικές συνεργασίες υπάρχει γόνιμη συζήτηση, με την πρόταση για νέα εξελιγμένα οπλικά αμυντικά συστήματα, που εμφανίστηκε, για να ανταγωνιστεί την αντίστοιχη γαλλική πρόταση αμυντικής συνεργασίας, συστήματα υποδομών νεότερης γενιάς και τις πρωτοφανείς προτάσεις για ανάπτυξη τεχνολογικών συνεργασιών, την προσέλκυση καινοφανών προτάσεων, όπως οι συζητήσεις με εταιρίες σαν τις Microsoft και Facebook και άλλους τεχνολογικούς κολοσσούς (Silicon Valley, Seattle). Η εξέλιξη των συζητήσεων στους παραπάνω τομείς τυγχάνει να βρίσκει σύμφωνη την ευρύτερη κοινή γνώμη στο πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ.

Ελληνοτουρκικά

Σημείο διαφοροποίησης εντοπίζεται στα ελληνοτουρκικά ζητήματα. Ο πρόεδρος Trump φαίνεται να επιδιώκει διακαώς την διατήρηση των στενών σχέσεων με την τουρκική ηγεσία και αποφεύγει κάποια δριμεία δήλωση καταγγελίας για τις προκλητικές και παράνομες ενέργειες της γείτονος χώρας, στάση η οποία σε γενικές γραμμές έρχεται σε αντίθεση με τις δηλώσεις και τις ενέργειες του υπόλοιπου κυβερνητικού επιτελείου. Από την άλλη πλευρά ο υποψήφιος πρόεδρος, Biden, εμφανίζει μία αρκετά σκληρή στάση απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα, με συχνές δηλώσεις υποστήριξης προς την Ελλάδα. Σημείο αναφοράς αποτελεί και μία δήλωση από τις αρχές της προεδρικής εκστρατείας για την υποψηφιότητα Biden, που αναδείκνυε ως μονόδρομο την στήριξη στην Ελλάδα και την Ελληνοκυπριακή κοινότητα και την προσπάθεια αλλαγής της πολιτικής πλεύσης και αν κριθεί απαραίτητο, την υπονόμευση της νυν τουρκικής ηγεσίας.

Όπως μπορεί να γίνει κατανοητό, τα σημεία ενδιαφέροντος για το μέλλον, που θα καθορίσει το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, είναι ποικίλα και πολυδιάστατα. Το διακύβευμα για την επόμενη μέρα μετά το αποτέλεσμα της 3ης του Νοέμβρη, φαίνεται πως θα αποτελέσει σημείο αλλαγών σε αρκετές διαστάσεις, τόσο εντός των ΗΠΑ, όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο, γι’ αυτό και όλοι αναμένουμε με ανυπομονησία.