Του εξωτερικού συνεργάτη, Δημήτρη Κόλλια,
Οι Christopher Holman και James McMahon στο άρθρο τους ”From Power Over Creation to the Power of Creation: Cornelius Castoriadis on Democratic Cultural Creation and the Case of Hollywood”, προχωρούν σε μία κριτική διερεύνηση και εφαρμογή της αισθητικής θεωρίας του Κορνήλιου Καστοριάδη, την αυτονομία, καθώς και την κοινωνικο-ιστορική φύση του «είναι» και της «δημιουργίας». Στη συνέχεια, αναπτύσσουν και πάλι μια καστοριαδική κριτική του σύγχρονου πολιτισμού (όπου και αποτελεί απότοκο ετερόνομων καπιταλιστικών θεσμών του σήμερα) και επικεντρώνονται σε μία πτυχή αυτού: τον κινηματογράφο του Χόλιγουντ.
Για τον Κορνήλιο Καστοριάδη η τέχνη αποτελεί «παράθυρο στο χάος», όπως μαρτυρά κι ένα από τα συγγράμματά του. «Η τέχνη, η δημιουργία, είναι το άνοιγμα ενός παραθύρου προς την Άβυσσο, το Αβάσιμο, το Χάος την πεμπτουσία του ”είναι”, της ”ύπαρξής”».
Η τέχνη αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα πράξης δημιουργικής μορφοποίησης. Γίνεται λόγος για «την οντολογική ιδιαιτερότητα της τέχνης ως δημιουργία», σε τέτοιο βαθμό όπου «το ρηξικέλευθο έργο τέχνης δεν ακολουθεί κανόνες, αλλά θέτει νέους». Το σπουδαίο έργο τέχνης φέρνει στην επιφάνεια αυτό το χάος, υπό την έννοια του ότι κλονίζει όλα εκείνα τα κατεστημένα, συμβατικά νοήματα και σαφώς διαρρηγνύει οφθαλμοφανείς αλήθειες πάνω στις οποίες βασίζεται η επιφανειακή ομαλότητα της καθημερινότητάς μας. Στις κορυφαίες λοιπόν περιστάσεις της η τέχνη οφείλει να και σαφώς ξεγυμνώνει το χάος προσφέροντάς του μορφή, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα νέο κόσμο μέσα σ’ αυτό. Ο μεγάλος δημιουργός, είτε αυτός είναι ποιητής, κινηματογραφιστής ή φιλόσοφος, αποκαλύπτει το χάος διότι ακριβώς θέτει υπό αμφισβήτηση τη συμβατική θέσμιση της κοινωνίας. Η τέχνη λοιπόν, στοχεύει να υποδείξει στους ανθρώπους αυτή την άβυσσο επάνω στη οποία ζουν. Κλονίζει με αυτό τον τρόπο εκείνες τις θεσπισμένες βεβαιότητες που βολικά συγκαλύπτουν το χάος και παρέχουν παρηγοριά με ανυπόστατες υποσχέσεις και κενόδοξες ελπίδες.
Ακολουθώντας το μοντέλο της καστοριαδικής αυτής κριτικής, όπως την αναπτύσσουν στο έργο τους οι Holman και McMahon, συμπεραίνει κανείς πως ο πολιτισμός της δύσης, δε δημιουργεί πλέον έργα ικανά να αντέξουν στο χρόνο. «Υπάρχουν όλο και λιγότερα έργα και όλο και περισσότερα προϊόντα όχι για να διαρκέσουν αλλά για να μη διαρκέσουν».
Ένα θεμέλιο της τέχνης, ο στοχασμός, έχει απολέσει τη δημιουργική του Ρώμη. Το σημασιακό του μάγμα περιορίζεται σε απλή ερμηνεία, όπου κι αυτή με τη σειρά της μεταβάλλεται σε σχόλιο και σε ανταπάντηση σχολιασμό αυτού. Η ίδια η κριτική λειτουργία υφίσταται ηθική κατάπτωση, αλλοίωση και ωθείται δια της απώλειας των φυσικών της χαρακτηριστικών και του εκφυλισμού του σημασιακού της μάγματος σε απλή διαδικασία προώθησης πωλήσεων. Αυτός λοιπόν ο ξεπεσμός εξυψώνει τα κίβδηλα προϊόντα διαφόρων τάσεων ακολουθώντας ευλαβικά κριτήρια και πρεσβεύοντας τις προτιμήσεις της κοινής γνώμης.
πηγή εικόνας: lifo
Ώς αυτοσκοπός χρίζεται το κάθε τι «καινούργιο» και η ιδέα της καινοτομίας, συνυφασμένη πλέον με την απλή παράβαση γραμμών του βασικού εγχειριδίου, αποκτά, με αυτή της τη μορφή, αυταξία και σχεδιάζεται και προσδοκάται με κάθε κόστος. Αυτή η όξυνση του προβλήματος του πολιτισμού και της δημιουργίας στο σύγχρονο δυτικό κόσμο είναι συνυφασμένη με την αποδιάρθρωση (ίσως και απώλεια) αξιών αυτού.
Έλλειψη λοιπόν αξιών, στοιχείο το οποίο εντοπίζεται κι από τον Χρόνη Μίσσιο, διερωτώμενο για τη βία που ασκείται στην ψυχή του σημερινού νέου (κι όχι στο τομάρι του, όπως στη δική του εποχή), καθότι ελλείψη των αξιών του δεν προσβλέπει σε κάποιο όνειρο ικανό να τον ανακουφίσει.
Επομένως, το ερώτημα που προκύπτει κατά Καστοριάδη είναι το εξής: «Μπορεί να υπάρξει δημιουργία έργων σε μια κοινωνία που δεν πιστεύει σε τίποτα;» Ακόμη περισσότερο όταν η κοινωνία αυτή ταλανίζεται και ισορροπεί ανάμεσα στην αέναη επανάληψη, «ξεκομμένη από εκείνο το οποίο στο παρελθόν γεννούσε τη συνέχιση μιας ζωντανής παράδοσης», άρα μία άδεια κι ακαδημαϊκού τύπου επανάληψη. Κι από την άλλη πλευρά, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μια κάλπικη καινοτομία καθρέφτης της αποσύνθεσης των κληρονομημένων, μιας άλλης εποχής, απαρχαιωμένων και στυφών αξιών.
Είναι πλέον σαφές πως το ζήτημα της τέχνης, της δημιουργίας και του πολιτισμού συνδέεται άρρηκτα με το πολιτικής φύσεως σκάμμα που ταλανίζει τις ανώριμες, ετερόνομες και δίχως ταυτότητα σημερινές δυτικές κοινωνίες. Το «κοινωνικό πράττειν» και ο επακόλουθος μετασχηματισμός των ψυχονοητικών δομών του ατόμου απαιτούν να αποτελέσουν τη βάση επάνω στη οποία μια θεσμισμένη αυτόνομα κοινωνία θα συγκλίνει και θα παράξει ως απότοκο μία ανανεωμένη πολιτιστική δημιουργία, μία αιτία, ένα προαπαιτούμενο για την σπουδαία τέχνη. Μία κοινωνία που συγκλίνει με την ιδιοφυΐα του αθηναϊκού δήμου και παράλληλα εκείνη την τέχνη του Σοφοκλή.
Αντίθετα, αγαπητέ αναγνώστη του ετερόνομου δυτικού αυτού κόσμου, οσάκις η θέσμιση της κοινωνίας εξαναγκάζεται υπο τις φαντασιακής μαγαμτικής σημασίας της άνευ όρων εξάπλωσης της «ορθολογικής» κυριαρχίας, όταν το πράττειν πλέον των ατόμων αλλά κι αυτό της κοινωνίας (όπως παραπάνω) προσβλέπει στη δύναμη του κύρους και στη λαίμαργη γιγάντωση της κατανάλωσης, τότε αγαπητέ συμπολίτη, η τέχνη, η δημιουργία κι εν γένη πολιτισμική έκφανση αυτών βαθμιαία υφίσταται πτώση ή «ειρηνεύει».