Άρθρο της εξωτερικής συνεργάτιδος, Ειρήνης Φιλοκώστα,
Τι σημαίνει να είσαι γυναίκα σε μια πατριαρχική κοινωνία; Η ελληνική κοινωνία επί σειρά αιώνων εμφορείται από το κοινωνικό μοντέλο της πατριαρχίας, το οποίο εξ’ αρχής συνδέθηκε με αρκετές παθογένειες της κοινωνίας, οι οποίες αγνοήθηκαν αφήνοντας τις καταστροφικές συνέπειες του πατριαρχικού συστήματος να μετατραπούν από επικίνδυνα φρονήματα και αντικοινωνικές συμπεριφορές σε έναν κατεστημένο τρόπο ζωής και σκέψης.
Ποια είναι η θέση της γυναίκας, όμως, στο πατριαρχικό σύστημα και πώς αυτό ευθύνεται για ορισμένες υποβαθμιστικές για το γυναικείο φύλο στάσεις, οι οποίες πάρ’ αυτα δικαιολογούνται από μεγάλη μερίδα της κοινωνίας του 21ου αιώνα;
Αν παρομοιάζαμε την πατριαρχία με ένα οικοδόμημα, τότε η υπεροχή του άντρα έναντι της γυναίκας, ως βάση του οικοδομήματος, συνιστά το δυνατότερο θεμέλιο του, αυτό που, αν έλειπε, το οικοδόμημα θα γκρεμιζόταν. Σε μια κοινωνία, λοιπόν, που επιδιώκει την κοινωνική ισότητα, γιατί προσπαθούμε ακόμη να διατηρήσουμε ακέραιο το σαθρό αυτό οικοδόμημα της πατριαρχίας;
Ο παραλογισμός, όμως, δεν σταματά εκεί, καθώς αναζητώντας στην βικιπαίδεια τον ορισμό της πατριαρχίας και του σεξισμού, της έμφυλης, δηλαδή, διάκρισης με έκπληξη (;) διαπιστώνουμε πως οι δυο αυτές πρακτικές παρουσιάζουν αρκετά κοινά σημεία. «Πατριαρχία ορίζεται το κοινωνικό σύστημα, στο οποίο οι άντρες κρατούν κατά κύριο λόγο την εξουσία και κυριαρχούν στην πολιτική, αποτελούν ηθικές και ιδεολογικές αυθεντίες και διαθέτουν κοινωνικά προνόμια»
Από την άλλη πλευρά, «ο σεξισμός προσδιορίζεται ως η διάκριση σχετικά με το φύλο ενός ατόμου. Πρόκειται για την πεποίθηση ότι το ένα φύλο είναι ανώτερο από το άλλο. Ο όρος σύμφωνα με τις περισσότερες επιστημονικές εργασίες βάλλει τις γυναίκες» Μπορούμε, συνεπώς, να καταλάβουμε ότι συνδετικός κρίκος των δύο αυτών εννοιών είναι η υπεροχική θέση του άντρα έναντι της γυναίκας και η σαφής ανισορροπία προνομίων των δυο φύλων. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο σεξισμός είναι παιδί της πατριαρχίας και χωρίς αμφιβολία κυριαρχεί παντού γύρω μας.
Ο σεξισμός πράγματι υπάρχει όπου και αν στρέψουμε το βλέμμα μας. Εκδηλώνεται με συμπεριφορές από τον περίγυρό μας, με κινήσεις, με λέξεις-φράσεις και αντιδράσεις, με αποτέλεσμα να γίνεται ολοένα και περισσότερο κομμάτι της καθημερινότητας μας. «Να ακούς τον άντρα σου και να μην φέρνεις αντίρρηση», «Οι άντρες δεν κλαίνε», «Τώρα μιλάνε οι άντρες, οι γυναίκες δεν έχουν θέση στη συζήτηση», κάτι που μάλλον συνδέεται με την αντίληψη που θέλει την γυναίκα κομμάτι αναπόσπαστο από την κουζίνα.
Ενδεικτικές, επίσης, είναι συμπεριφορές που εκδηλώνονται στο πλαίσιο της παραδοσιακής ελληνικής πατριαρχικής οικογένειας, στην οποία οι ρόλοι των δύο συζύγων ή γονέων είναι εμφανώς διαχωρισμένοι ανάλογα με τις παραδοσιακές αντιλήψεις για τα δύο φύλα. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτής της οικογένειας, ο άντρας είναι συνήθως αυτός, ο οποίος εργάζεται ,προκειμένου να στηρίζει οικονομικά την οικογένεια, ενώ η γυναίκα είναι εκείνη, η οποία πρέπει να αναλάβει σχεδόν εξ ολοκλήρου την φροντίδα του οίκου και των παιδιών και να ανταποκριθεί στις παραγγελίες και τις επιθυμίες του συζύγου της, όποιες και αν είναι αυτές.
Σε ένα τέτοιο, λοιπόν, περιβάλλον το παιδί αρχίζει να αποδέχεται ως πραγματικότητα την υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στον μικρόκοσμο του σπιτιού, αλλά επεκτείνεται και στις σχέσεις των δύο φύλων στην ευρύτερη κοινωνία.
Μεγαλώνουμε τα αγόρια μας μαθαίνοντας τους πως η εκδήλωση συναισθημάτων αποτελεί χαρακτηριστικό της γυναικείας φύσης και συγκρούεται με την αρρενωπότητα. Μεγαλώνουμε ,αντιστοίχως , τα κορίτσια μας διδάσκοντας πως κυρίαρχος είναι ο άντρας, πως μια γυναίκα δεν μπορεί να σώσει τον εαυτό της, παρά μόνο με τη βοήθεια ενός άντρα. Και αν αυτό δεν σας θυμίζει κάτι, ας κάνουμε μια μικρή αναδρομή στα λαϊκά παραμύθια που όλοι γνωρίζουμε, αλλά κανείς από εμάς δεν μπόρεσε ως παιδί να επεξεργαστεί καταλλήλως διακρίνοντας την επικινδυνότητα των αντιλήψεων που διαιωνίζουν. Όλοι θυμόμαστε την Σταχτοπούτα, την Χιονάτη, την Ωραία Κοιμωμένη, την Άριελ.
Μια γυναίκα που δεν διέθετε άλλο δρόμο σωτηρίας παρά τη διεκδίκηση ενός γάμου με τον εύπορο πρίγκιπα, ο οποίος θα της παρείχε μια πλουσιοπάροχη ζωή * μια γυναίκα που εξαπατήθηκε και δηλητηριάστηκε από την κακιά μητριά ,αλλά τελικά σώθηκε από τον καλό πρίγκιπα, τον οποίο και παντρεύτηκε *μια γυναίκα που ξύπνησε από το φιλί ενός αγνώστου άντρα, το οποίο δόθηκε χωρίς την συγκατάθεσή της *ένα κορίτσι που αναγκάστηκε να αλλάξει την εικόνα της, για να αρέσει στον άντρα του δικού της παραμυθιού. Σε όλες αυτές τις ιστορίες υποβόσκει ένα κοινό μοτίβο: Μια ανυπεράσπιστη γυναίκα χωρίς ελπίδα σωτηρίας και ευτυχισμένης ζωής σώζεται στο παρά πέντε από έναν άντρα.
Τα παιδικά αυτά παραμύθια προφανώς δημιουργήθηκαν σε μια εποχή που οι συνθήκες ζωής και η κουλτούρα των έμφυλων προτύπων ήταν πολύ διαφορετικές. Αυτό, βέβαια, δεν συνιστά δικαιολόγηση της αναπαραγωγής τους έως και σήμερα, χωρίς καμία απολύτως τροποποίηση του περιεχομένου τους, έτσι ώστε αυτό να ανταποκρίνεται στη σύγχρονη συνθήκη ισότητας των δύο φύλων.
Με αυτά τα ερεθίσματα είναι φυσικό επακόλουθο τα κορίτσια να μεγαλώνουν περιμένοντας κάποιον άλλον να μάχεται για τα ίδια, ώστε να δημιουργήσει έναν όμορφο κόσμο για αυτά. Γιατί μια γυναίκα να ξεχωρίσει σε ένα παραμύθι ως πριγκίπισσα και όχι ως ηρωίδα;
Ας συλλογιστούμε, λοιπόν, την καταστροφική επενέργεια που ενδέχεται να έχει η διήγηση ενός λαϊκού παραμυθιού, συνδυαζομένων και άλλων παραγόντων, στην διαμόρφωση της νοοτροπίας ενός παιδιού. Ας αναρωτηθούμε αν θέλουμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας, ώστε να γίνουν οι ήρωες της δικής τους ζωής, ή απλώς να συμβιβάζονται με έναν δευτερεύοντα ρόλο, αναζητώντας τον πρωταγωνιστή σε άλλα πρόσωπα.
πηγή εικόνας: printest.com