Σε ήπιους τόνους και δίχως ιδιαίτερες συγκρούσεις ολοκληρώθηκε χθες το αναμενόμενο debate των υποψηφίων για τη θέση του προέδρου στο Κίνημα Αλλαγής (ή καλύτερα στο ΠΑΣΟΚ, καθώς σε αυτό αναφέρονταν όλοι οι υποψήφιοι).
Το debate είχε συνολικά 5 θεματικές ενότητες: 1) Πανδημία, 2) Εξωτερική Πολιτική, 3) Πολιτικό Σύστημα, 4) ελεύθερες ερωτήσεις των δημοσιογράφων στους υποψηφίους και 5) Δυνατότητα ερώτησης μεταξύ των υποψηφίων. Οι δημοσιογράφοι που συμμετείχαν ήταν οι Γιώργος Κουβαράς (ACTION24), Παύλος Τσίμας (ΣΚΑΪ), και Τάσος Παππάς (ΕΦΣΥΝ).
Ο Παύλος Γερουλάνος αναφέρθηκε σε ένα πρόγραμμα που έχει συντάξει με τους συνεργάτες του, την «Αναγέννηση», το οποίο αποβλέπει στην αποκέντρωση της κεντρικής εξουσίας μέσω της ενίσχυσης της λειτουργίας Δήμων – τοπικών κοινοτήτων, με στόχο την εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος και των πλουτοπαραγωγικών πηγών. Ο κ. Γερουλάνος μίλησε για ένα «χαλασμένο πολιτικό σύστημα» που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη και εμφανίστηκε αρκετά διαλλακτικός, μετριοπαθής και φιλικός προς τους άλλους συνυποψηφίους του.
Ο νεώτερος του debate, Παύλος Χρηστίδης, αν και είχε μια αξιοπρεπή συνολική εμφάνιση, έκανε αρκετά κοινότυπες και γενικές -σε βαθμό που θύμιζαν έκθεση Γ’ Λυκείου-, τοποθετήσεις σε όλες τις θεματικές. Συγκεκριμένα, ήταν ο μοναδικός υποψήφιος που αναφέρθηκε τόσο πολύ στην Φώφη Γεννηματά και την παρακαταθήκη της, με κίνδυνο να δώσει την εντύπωση πως προσπαθεί να καρπωθεί την πολιτική κληρονομιά της αείμνηστης προέδρου του ΚΙΝΑΛ. Αξίζει, ωστόσο, να αναφερθεί πως έκανε την πιο γενναία ερώτηση προς τον κ. Λοβέρδο, όταν αναρωτήθηκε πώς γίνεται κάποιος να συμφωνεί με την ανάγκη θεσμικής/ποινικής αναγνώρισης του όρου «γυναικοκτονία» αλλά παράλληλα να υπερψηφίζει τον ποινικό κώδικα της ΝΔ, ο οποίος δεν συμπεριλάμβανε αυτή την πρόβλεψη.
Ο Χάρης Καστανίδης αποτέλεσε, κατά γενική ομολογία, την ίσως πιο ευχάριστη έκπληξη του debate. Ρητορικά και ουσιαστικά, απάντησε on point σε κάθε ερώτηση, ενώ δεν δίστασε να τονίσει τις «διαφορετικές πολιτικές πορείες» των υποψηφίων εντός του πολιτικού συστήματος. Επιπλέον, αντιτάχθηκε στην στάση του κ. Λοβέρδου για αυστηροποίηση των ποινών των αδικημάτων, εξηγώντας πως ενώ οι ποινές έχουν αυστηροποιηθεί τα τελεταία χρόνια, τα εγκλήματα συνεχίζουν να πολλαπλασιάζονται, και έκανε λόγο για ανάγκη προληπτικών δομών. Αίσθηση προκάλεσε το ότι δεν έκανε κάποια ερώτηση σε υποψήφιό του προς το τέλος.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος ήταν ασφαλώς ένας από τους χθεσινούς πρωταγωνιστές. Χρησιμοποίησε την πολυετή εμπειρία του και σημείωσε πως επιθυμεί αλλαγή της στάσης του κόμματος στα θέματα μετανάστευσης και ασφάλειας. Υποστήριξε την άποψη αυστηροποίησης των ποινών και υπερασπίστηκε την θέση του να ψηφίσει τις ποινικές αλλαγές της ΝΔ. Πρέπει ωστόσο να πούμε πως η επιχειρηματολογία του (δόγμα «νόμος και τάξη» κλπ) θυμίζει δεξιό και συντηρητικό υποψήφιο και άρα δημιουργεί ερωτηματικά για το τι ακριβώς κάνει σε ένα, καταστατικά τουλάχιστον, κεντροαριστερό κόμμα. Ο κ. Λοβέρδος προσπάθησε να εμφανιστεί ως υπερπατριώτης, με διάφορες κλισέ αναφορές στον όρο ακόμα και σε άσχετες ερωτήσεις, ενώ δεν δίστασε να προσπαθήσει να «παγιδεύσει» τους υπόλοιπους υποψηφίους στο ερώτημα που τους απεύθυνε για το εάν στήριξαν ή στηρίζουν ακόμα την συμφωνία των Πρεσπών. Οι υπόλοιποι συμμετέχοντες δεν του απάντησαν επί του θέματος (ορθώς, αν ρωτάτε εμάς, καθώς πρόκειται για cheap shot, μια λαϊκιστικού τύπου τακτική μπάλας στην εξέδρα, και μάλιστα εκ του ασφαλούς).
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, το ίσως πιο φρέσκο πρόσωπο του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου, «έκλεψε την παράσταση». Εμφανίστηκε διαβασμένος σε όλα τα ευρωπαϊκά και διεθνή θέματα, όπως και στα ελληνοτουρκικά, αξιοποιώντας την παρουσία και τον ρόλο του στην Ευρωβουλή τα τελευταία χρόνια. Βέβαια, υπήρξε περισσότερο μετριοπαθής από ό,τι άρμοζε στην περίσταση, τακτική που αξιολογήθηκε από κάποιους ως πολυσυλλεκτική στάση «Δεύτερης Κυριακής». Ταυτόχρονα, απέφυγε τις παγίδες, δημοσιογράφων και υποψηφίων, όπως το να απαντήσει στην ερώτηση του κ. Λοβέρδου για την Συμφωνία των Πρεσπών (ή στην σπόντα του ίδιου ανθρώπου, όταν έκανε λόγο για «νεόγερους» που δεν πείθουν την νεολαία). Η απάντηση του επί του μεταναστευτικού ήταν ρεαλιστική, μακριά από ρατσιστικές αντιλήψεις ή ρομαντικές προσεγγίσεις ανοιχτών συνόρων, τονίζοντας την ανάγκη αντιμετώπισης του φαινομένου συνολικά από την ΕΕ, μέσω του διαμοιρασμού των ανθρώπων σε όλα τα κράτη της ένωσης με βάση τον πληθυσμό τους, την οικονομία τους και τους δείκτες ανεργίας. Τόνισε επίσης των ασύμμετρο πόλεμο της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας και την ανάγκη νέου ρεαλιστικού οράματος στην ελληνική πολιτική σκηνή. Στο αν μπορεί να γίνει πρόεδρος κάποιος εξωκοινοβουλευτικός, απάντησε με τα σοσιαλδημοκρατικά παραδείγματα Πορτογαλίας και Ισπανίας όπου ανέδειξαν μη εκλεγμένους βουλευτές ως ηγέτες των εκεί κεντροαριστερών κομμάτων, καταφέρνοντας έτσι να ξαναβγούν στο κυβερνητικό προσκήνιο. Θα μπορούσε ωστόσο να αποφύγει αρκετές επαναλήψεις ορισμένων φράσεων που έφταναν στα όρια της ηθικολογίας και να συγκεκριμενοποιήσει λίγο περισσότερο τις θέσεις του, για να δώσει ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα. Ως συνολική εικόνα όμως εμφανίστηκε με συγκροτημένη και εξειδικευμένη πολιτική ατζέντα με καθαρά προοδευτικό και σύγχρονο χαρακτήρα, γεγονός που τον αναδεικνύει ως νικητή της βραδιάς.
Όλοι οι υποψήφιοι αναφέρθηκαν στην ανάγκη διαφάνειας, αξιοκρατίας και περισσότερης δημοκρατίας. Έκπληξη προκάλεσε πως κανένας δεν αναφέρθηκε στα υψηλά χρέη του ΠΑΣΟΚ και στο αν έχει συγκεκριμένο σχέδιο για την διευθέτησή τους. Σε κάθε περίπτωση, πρωταγωνιστές ήταν οι Νίκος Ανδρουλάκης και Ανδρέας Λοβέρδος, εκπροσωπώντας την προοδευτική και συντηρητική πτέρυγα του κόμματος αντίστοιχα, ενώ ευχάριστη έκπληξη αποτέλεσε ο λαλίστατος Χάρης Καστανίδης. Τέλος, η ηχηρή απουσία του Γιώργου Παπανδρέου κρίνεται ως πολιτική και ηγετική αδυναμία, πολλώ δε μάλλον όταν πρόκειται για πρώην Πρωθυπουργό.