Χαίρετε και αγαλλιάσθε! Και τούτο πράξτε το άφοβα, διότι άπαντα τα προβλήματα της μαθητικής και εν γένει της σχολικής κοινότητας λύθηκαν δια παντός. Βλέπετε, αν κάτι έλειπε από το λύκειο ή τα μεταρρυθμιστικά προγράμματα του Υπουργείου Παιδείας, ήταν η κατάργηση των τελευταίων εναπομεινάντων μαθημάτων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών επιστημών. Εάν το θέμα δεν ήταν τραγικά ανησυχητικό, ίσως να φάνταζε όντως αστείο. Μακάρι να ήταν έτσι.

Πολλοί, ιδίως των μεταπολιτευτικών γενεών, θυμόμαστε αυτά τα φαινομενικώς βαρετά μαθήματα με τίτλους όπως  «Πολιτική Παιδεία» ή «Πολίτης και Δημοκρατία», κατά τη διάρκεια των οποίων οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία. Πού να φανταστεί ένας παιδικός νους πως σε αυτά τα βαρετά κείμενα και τα πομπώδη εξώφυλλα με τους μεγαλύτερους Πολιτικούς Επιστήμονες, όπως τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη ή όψεις του Κοινοβουλίου, κρύβεται η ιστορική, θεσμική και πολιτική εξέλιξη ολόκληρου του Πολιτεύματος. Ακόμα και με τη συνδρομή του Δασκάλου – η οποία κατά γενική ομολογία ήταν τουλάχιστον ανιαρή στα θεμελιώδη αυτά μαθήματα – , πώς να σου περάσει από το μυαλό πως εκεί αναλύεται ο κρατικός μηχανισμός, το ίδιο το πολιτικό φαινόμενο;

Ε, λοιπόν, μετά την διαγραφή τους από τα σχολικά προγράμματα, μάλλον πρέπει να πιέσουμε και να πιεστούμε, για να δούμε, έστω και ετεροχρονισμένα, τον ελέφαντα στο δωμάτιο, που όλοι παριστάνουν πως δεν αντιλαμβάνονται. Με τον Νόμο 4692/2020 («Αναβάθμιση του σχολείου και άλλες διατάξεις»- ΦΕΚ 111/τόμος/12.06.2020) και την Υπουργική Απόφαση 74181/Δ2 (Ωρολόγιο Πρόγραμμα του Γενικού Λυκείου) και 74182/Δ2 (Ωρολόγιο Πρόγραμμα του Εσπερινού Γενικού Λυκείου), τα υπό συζήτηση μαθήματα καταργούνται. Τι να τα κάνουμε, εξάλλου, τα μαθήματα που διαμορφώνουν την παιδεία του πολίτη, που εξηγούν την ύπαρξη και τη λειτουργία των θεσμών – έστω και σε απλοϊκή μορφή -, την διάρθρωση της Δημόσιας Διοίκησης και του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Αφού δεν βιώνουμε καμία σημαντική κοινωνική, πολιτική ή οικονομική κρίση όλα αυτά τα ευτυχισμένα για όλους χρόνια, πώς μπορούμε να επιβάλλουμε τέτοια χοντροειδή κατασκευάσματα στους ήδη πολιτικά συνειδητοποιημένους νέους;

Το κείμενο θα μπορούσε να είχε τελειώσει στην ανωτέρω παράγραφο. Καμιά φορά βλέπετε η ειρωνία είναι εκκωφαντική. Όμως για λόγους Δημοσίου συμφέροντος υποχρεούμαστε να βροντοφωνάζουμε, όταν συντελούνται  παιδαγωγικά ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ.

Σε μια εποχή, όπου το Ευρωπαϊκό Κράτος Δικαίου και οι θεσμικοί μηχανισμοί περνούν την σημαντικότερη καταγεγραμμένη κρίση τους, όπου εισερχόμαστε στη δεύτερη συναπτή χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση με απρόβλεπες κοινωνικοπολιτικές συνέπειες και με διαρκώς επαναλαμβανόμενες παθογένειες στο δικό μας πολιτειακό, διοικητικό και πολιτικό σύστημα, αποφασίζουμε να στερήσουμε και τα τελευταία ερεθίσματα στους εν δυνάμει πολίτες. Ερεθίσματα τα οποία, εάν χρησιμοποιηθούν σωστά και αν τονιστούν από το διδακτικό προσωπικό, μπορεί να οδηγήσουν νέα μυαλά σε λύσεις παρελθοντικών ζητημάτων. Η έλλειψη οράματος είναι εμφανέστατη και τραγελαφική.

Οι ήδη ταλαιπωρημένες και κατακρεουργημένες επαγγελματικές προοπτικές των πολιτικών επιστημόνων στη χώρα, ενός κλάδου σχεδόν ανύπαρκτου στην Ελλάδα, σε σύγκριση με ΗΠΑ και Ευρώπη, δέχονται ακόμα ένα πλήγμα, καθώς έτσι χάνεται και η παιδαγωγική επάρκεια για αυτά τα καίρια μαθήματα. Περαιτέρω, στην εποχή της πλήρους αποσάρθρωσης του μεταπολεμικού κεκτημένου (Κράτος Πρόνοιας, Κοινωνικές Δαπάνες, μηχανισμοί στήριξης αδύναμων στρωμάτων, μεσαία τάξη, χαμηλή ανισότητα/ανεργία/όριο φτώχειας κ.α.), αντί να εντείνουμε τις προσπάθειες για την επαφή των μαθητών, και μάλιστα στις ηλικίες όπου θα ψηφίσουν για πρώτη φορά, με την πολιτική ενσυναίσθηση αναφορικά με δικαιώματα και υποχρεώσεις, τη διαφθορά και την ανισότητα, τα δομικά προβλήματα και τις ενδεχόμενες λύσεις ενός ολόκληρου συστήματος  (τραπεζικού, κομματικού, κρατικού, δικαιοσύνης), επιλέγουμε την συσσώρευση των θεμάτων κάτω από το χαλί. Ένα χαλί που έχει από καιρό ξηλωθεί.

Οι ευθύνες βαραίνουν, σε έναν αναλογικά μικρότερο βαθμό, και τους διδάσκοντες των εν λόγω μαθημάτων, όπως και το ίδιο το παιδαγωγικό σύστημα, που εντέχνως υποβίβασε αυτές τις πανάρχαιες έννοιες. Με ένα μαθητικό πληθυσμό, και άρα εν δυνάμει συλλογικό πολιτικό υποκείμενο, πολιτικά και πολιτειακά αναλφάβητο, εμείς κόβουμε την παροχή πληροφοριών. Σε μερικές γενιές, εάν δεν έχει ήδη συμβεί, δεν θα υπάρχει καν συλλογική κοινωνική μνήμη για το πέρασμα από τη Δικτατορία στη σημερινή, έστω και προβληματική, Δημοκρατία. Δεν θα είναι εμφανείς οι ιδεολογικοπολιτικές διαφορές των αντικρουόμενων σχολών σκέψης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους συσχετισμούς στην κοινωνία. Δεν θα μελετάμε το πέρασμα από την άναρχη κοινωνία σε μια δομημένη διοίκηση, δεν θα καταλαβαίνουμε πώς προέκυψαν οι θεσμοί και οι μηχανισμοί και ως εκ τούτου δεν θα μπορούμε ούτε να τους επιδιορθώσουμε, παρά θα είμαστε άκριτοι θεατές που μαρτυρούν μια ανεπάρκεια. Σε μια βαθύτατα υφεσιακή χώρα, που στο πολιτικό DNA της υπάρχει από τη σύστασή της η ρετσινιά της μίζας, της αναξιοκρατίας, της νομιμοφανούς παρανομίας και του κομματικού συμφέροντος, επιλέγουμε τη λήθη.

Θα μπορούσα να γράφω τόνους μελάνης, αλλά δεν έχει νόημα.

Τι να ζητήσουμε; Το αυτονόητο; Την επαναφορά των μαθημάτων που βοηθούν στην διαμόρφωση μιας πλήρους και δημοκρατικής πολιτικής προσωπικότητας; Την μη κατάργηση των κοινωνικών επιστημών; Εκεί καταντήσαμε; Να διεκδικούμε τα προφανή;

Μια ουσιαστική παιδαγωγική μεταρρύθμιση θα θεμελίωνε τέτοιας φύσεως μαθήματα, ως επικουρικούς οδοδείκτες, με παράλληλη αναδιάρθρωση των ιστορικών και κοινωνικών μαθημάτων, ώστε να αποβλέπουμε σε μια πλουραλιστική, πολύπλευρη και αντικειμενική μόρφωση, τόσο στα του οίκου μας, όσο και στα παγκόσμια πλέον φαινόμενα, που δείχνουν να μας ξεπερνούν. Εύχομαι, την εποχή της ανόδου της ακροδεξιάς, της συνωμοσιολογίας, της διάλυσης των εργασιακών/κοινωνικών κεκτημένων, των συνεχών κρίσεων και των αυταρχικών διακυβερνήσεων, να μην θρηνήσουμε για τις επιλογές μας. Οι ευχές όμως, εξ ορισμού, πάντοτε εξέφραζαν έναν ευσεβή πόθο, για μια αδύνατη φυγή από έναν υπαρκτό κίνδυνο.

Διαπίστωση πρώτη: σε μια Κυβέρνηση της οποίας ο επικεφαλής είναι πτυχιούχος πολιτικός επιστήμονας, καταργείται το κατ’ εξοχήν και μοναδικό πολιτικό μάθημα. Oh the irony.

Διαπίστωση δεύτερη: μέσα από όλες τις ελλείψεις του σχολικού προγράμματος, τις χρόνιες παθογένειες και την ασυνάρτητη ύλη, οι υπεύθυνοι του Υπουργείου Παιδείας θεώρησαν πως μαθήματα όπως η κοινωνιολογία, η πολιτική παιδεία και πάσης τέτοιας «ανορθόδοξης» φύσεως μαθήματα είναι προβληματικά. Δεν μας πειράζει η μηχανιστική παπαγαλία ή η ιστορική αμάθεια. Αυτά είναι δευτερεύοντα ζητήματα.

Διαπίστωση τρίτη: βαίνουμε σε πραγματικά σκοτεινές εποχές.

ΥΓ: Ας αφήσουμε τους Μακρόν, Ομπάμα και λοιπούς «γραφικούς» να έρχονται στην Πνύκα και να βγάζουν λόγους που αναδεικνύουν τη Δημοκρατία στη γενέτειρά της. Εμείς, κατ΄ όπως φαίνεται, τα έχουμε εμπεδώσει αυτά και πάμε για άλλα.