Της εξωτερικής συνεργάτιδος, Μαρίας Νοφκίδου: 

Πού να ’σαι άραγε και πού να ταξιδεύεις;
Ίσως και να ’σαι δίπλα μας και μας προσέχεις όλους.
Να ’σαι σαν αύρα θάλασσας που τόσο αγαπάμε.
Σαν κύμα να ’ρχεσαι,  να παίρνεις τις θλίψεις όλες.
Σαν αεράκι δροσερό περνάς από μπροστά μας.
Και φυσικά το νιώθουμε το πέρασμά σου τούτο.
Για στάσου όμως μια στιγμή, πες μας και μια κουβέντα.
Τι θα στοιχίσει μια στιγμή;
Μπροστά μας, αιωνιότης.

Είναι, βλέπεις, κάποια πράγματα στη ζωή, με τα οποία δεν εξοικειώνεσαι ποτέ. Κι όμως, ξέρεις ότι θα συμβούν, αλλά θέλεις να ελπίζεις το αντίθετο.  Κι όταν ξαφνικά ο θάνατος σου χτυπήσει την πόρτα, έτσι απροειδοποίητα, ανελέητα και χωρίς λογική… τότε  σαν να μετακινείται το έδαφος που πατάς, σαν να χωρίζεται η γη στα δύο, κτίρια να γκρεμίζονται, άνθρωποι να τρέχουν στους δρόμους να σωθούν.  Κι εσύ… μέσα στο χάος,  ακόμα να συνειδητοποιήσεις αν στ’ αλήθεια ζεις. Και ύστερα, σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό και δάκρυα τα μάτια. Σκέψεις τόσες πολλές, ώστε οι 24 ώρες της ημέρας φαντάζουν λίγες, για να μπορέσεις να αγγίξεις και να συλλάβεις, έστω λίγο,  αυτό το «παράλληλο σύμπαν» που κάποτε φάνταζε πολύ μακριά. Να αντιληφθείς την έως τότε  ξέγνοιαστη και «στρωμένη με ροδοπέταλα» ζωή σου, αλλά και να συγχωρήσεις τον εαυτό σου για τον εγωισμό και την απληστία που έδειχνε, την απαξία απέναντι σε όσα του προσφέρονταν.  Και μιλώ μόνο για σένα, γιατί ο δρόμος της απώλειας είναι πρώτα απ’ όλα μοναχικός και δεν περπατιέται αν πρώτα εσύ δεν έχεις μάθει να διαβάζεις και να διαχειρίζεσαι σωστά τα σημάδια της δικής σου ψυχής.

Βέβαια, σε όλη αυτήν τη μακρά πορεία θα σε συντροφεύσουν άνθρωποι που σε νοιάζονται και σ’ αγαπούν. Κι άλλοτε θέλεις αυτήν την παρέα, άλλοτε νιώθεις σαν να εισβάλλουν στην ταινία της ζωής σου, όταν εσύ δεν ψάχνεις ούτε για κομπάρσους. Και ξέρεις γιατί; Γιατί, ξαφνικά, αναζητάς την ομαλότητα, τη σταθερότητα, την ασφάλεια και τη «μονοτονία» της ζωής που διαρκώς επιθυμούσες να αλλάξεις. Και με αυτούς τους ανθρώπους θα διαφωνήσεις, θα εκνευριστείς, θα θυμώσεις. Γιατί θα προσπαθήσουν σίγουρα να εκλογικευόσουν κάτι που ίσως μέσα σου να μη βρει ποτέ λογική εξήγηση, να δώσουν «εντολές», να υποδυθούν τους γιατρούς για μια αγιάτρευτη πληγή. Ξέρω, σου λένε λόγια του τύπου: «ήταν χαρισματικός άνθρωπος» ή «θα είναι περήφανος για σένα», μα εσύ δεν θέλεις λόγια, δεν χρειάζεσαι επιβεβαίωση. Θέλεις νέες αναμνήσεις και τη ζεστή αγκαλιά που έχασες. Να τους «συγχωρείς» αυτούς τους ανθρώπους και να τους ακούς. Δεν αντιλαμβάνονται πλήρως, αλλά θέλουν σίγουρα να βοηθήσουν.

Ακόμα, βοήθεια και στήριξη μπορείς να αναζητήσεις στο πρόσωπο ενός τρίτου και συγκεκριμένα ενός ψυχολόγου, ακόμη κι αν η άρνηση σού φαίνεται ευκολότερη. Όσο για τον τελευταίο, πρόκειται για έναν πολύ καλό ακροατή, τόσο καλό, που ίσως να φτάσεις να αμφιβάλλεις για την ικανότητά του να σε ανακουφίσει. Ναι, από τα πρώτα, στα οποία θα αναφερθεί θα είναι τα στάδια του πένθους, κάτι που ίσως ακούγεται βαρετό. Να είσαι υπομονετικός. Να δεις που στο τέλος της όλης διαδικασίας, όταν θα σκέφτεσαι πια με τα μάτια της λογικής και όχι  τόσο της καρδιάς, θα πιάσεις τον εαυτό σου αλλαγμένο, πιο ώριμο και με περισσότερη αυτογνωσία. Κι αυτή είναι, άλλωστε, η μαγεία ενός ψυχολόγου. Επιδρά στην ψυχοσύνθεσή σου, χωρίς να αισθάνεσαι εντολοδόχος, μαριονέτα στα χέρια ενός ξένου.

Να ξέρεις ότι ο θάνατος δεν είναι ένα τέλος. Οι άνθρωποι που «φεύγουν» είναι κομμάτι της ζωής μας και πεθαίνουν στ’ αλήθεια, μόνο όταν τους ξεχνάς. Ζουν μέσα από τις ανεξίτηλες αναμνήσεις μας, από τις ιστορίες που διηγούμαστε. Γιατί κάθε μεγάλος πόνος ισοδυναμεί με ένα νέο ξεκίνημα. Γιατί μέσα από αυτόν δημιουργείται κάτι νέο, ζωντανό. Έτσι είναι  η φύση, η φύση, που μαζί της κανείς δεν τα βάζει. Ανίκητη, αθάνατη, αδίκαστη και κενή από κάθε ίχνος συναισθήματος. Κι ο χρόνος. Ο χρόνος περνά σαν κύμα που σε παρασέρνει αρμονικά και απαλά. Μπορείς ακόμα και να τον αγαπήσεις. Και η ζωή τρέχει γρήγορα, δεν περιμένει εσένα. Αποφασίζει μόνη της χωρίς να σε ρωτήσει. Γι’ αυτό καρδιά μου, να μιλάς. Μη μετανιώσεις μια φορά τα όσα δεν τους είπες. Τα πιο βαθιά τα «σ’ αγαπώ» τα λένε κάθε μέρα.