«Πρόκειται για έναν από τους πιο σκληρούς χούλιγκανς στη Βόρεια Ελλάδα, για τον οποίο εκκρεμεί δίκη, καθώς το 2019 είχε ξανα-συλληφθεί για οπαδική συμπλοκή», φανερώνει η αστυνομία.

Τον 23χρονο δράστη αλβανικής καταγωγής (ας μη γίνει η καταγωγή αφορμή για ρατσιστικές γενικεύσεις, σας ικετεύω), μέλος του συνδέσμου του ΠΑΟΚ έχει αναγνωρίσει ένας τραυματίας, που ήταν μαζί με τον Άλκη λίγο προτού ξεψυχήσει και φυσικά αποτελεί το πιο βαρυσήμαντο στοιχείο εις βάρος του δράστη.

Η πρώτη ποινή που του αποδόθηκε για την υπόθεση είναι τέσσερα χρόνια και τρεις μήνες χωρίς αναστολή. Η θέση των δραστών επιβαρύνεται και από το υλικό που κατεγράφη από κάμερες ασφαλείας, όπου φαίνεται η πορεία των αυτοκινήτων με τα οποία έφτασαν στο σημείο τα άτομα που επιτέθηκαν στον 19χρονο. Ο 23χρονος δράστης έφτασε στο σημείο με το δικό του αυτοκίνητο. Αστυνομικές πηγές δηλώνουν ότι σε ένα από τα ΙΧ βρέθηκαν κηλίδες αίματος και εξετάζεται αν έχει στάξει το αίμα του Άλκη από το μαχαίρι με το δολοφονήθηκε, ενώ αργότερα βρέθηκε από δημοσιογράφο δεύτερο μαχαίρι με το αίμα του Άλκη.

Να σημειωθεί πως υπάρχουν μαρτυρίες και αυτοπτών και αυτήκοων μαρτύρων, εκ των οποίων μερικοί επίσης κατέγραψαν το σκηνικό με τα κινητά τους τηλέφωνα. Μετά τον 23χρονο, ταυτοποιήθηκαν άλλοι έξι δράστες. Μεγάλη είναι η πιθανότητα πολλοί εξ αυτών να κατηγορηθούν για δολοφονία, αφού, κατά τον ιατροδικαστή, ο Άλκης υπέστη βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και κατά συνέπεια, οι επιτεθέντες ήταν πολλοί.

Σύμφωνα με πρόσφατη δήλωση του Αλέξη Κούγια «Κατόπιν της κατηγορίας που απήγγειλε ο εισαγγελέας, όλοι όσοι συλληφθούν, αντιμετωπίζουν τις κατηγορίες συνέργειας και συμμετοχής στη δολοφονία του Άλκη, και παράλληλα για δύο απόπειρες ανθρωποκτονίας, και φυσικά την ποινή καθείρξεως έως 15 χρόνια». Το τελευταίο αντίο στον Άλκη ειπώθηκε στις 02/02/2022.

Επιστήμονες ποικίλων ειδικοτήτων προσπαθούν εδώ και πολλά χρόνια να «κάνουν το προφίλ» των ατόμων που ασκούν βία στα γήπεδα/διαπράττουν χουλιγκανισμό, αναζητώντας τί τους οδηγεί σε αυτή την επιθυμία…

Οι δράστες έχουν περισσότερες πιθανότητες να έχουν μια γενικότερη παραβατική δραστηριότητα, να κάνουν χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών και να αμελούν ή να εγκαταλείψουν την εκπαίδευσή τους (Farrington 2006; Piquero, Jennings, and Farrington 2015). Συχνά έχουν σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες και πολλές φορές, σύνδρομο ΔΕΠΥ. Ακόμη, ο χουλιγκανισμός παρουσιάζει αρκετά κοινά σημεία με τις εγκληματικές συμμορίες, αφού και στις δύο περιπτώσεις έχουμε παρόμοια συναισθήματα της αίσθησης του «ανήκειν» και της αφοσίωσης, που τελικά γίνεται μέρος της ταυτότητας του ατόμου  (Piotrowski 2006; Spaaij 2008;Thorntonetal. 2015).

Μολονότι δεν υπάρχει συγκεκριμένος ορισμός του «Χουλιγκανισμού», έχει περιγραφεί ως «ξεχωριστή μορφή αντικοινωνικής ή βίαιης συμπεριφοράς», κυρίως επειδή αναφέρεται σε συλλογική και όχι ατομική επιθετικότητα (Spaaij 2005). Έχει, πάντως, προταθεί πως οι χούλιγκανς που δρουν σε οργανωμένες ομάδες, στην πραγματικότητα, «έλκονται» από τη βία και παρίστανται σε αθλητικές διοργανώσεις με σκοπό να προβούν σε επιθετικές ή βίαιες πράξεις (Russel and Goldstein 1995;Spaaij2005;Piotrowski 2006).

Πράγματι, σύμφωνα με προγενέστερες έρευνες, ο χουλιγκανισμός προβλέπει σκληρότητα και επιθυμία για εμπλοκή σε βίαιες ενέργειες απέναντι σε αντίπαλη ομάδα, ειδικά μεταξύ οπαδών με μεγάλη ανάγκη για «ανήκειν» και ισχυρά διαμορφωμένη κοινωνική ταυτότητα ως υποστηρικτές μιας συγκεκριμένης ποδοσφαιρικής ομάδας (Knapton et al. 2018; Van Hiel et al. 2007).

Οι Russel and Goldstein (1995) διαπίστωσαν πως η ροπή στη βιαιοπραγία είναι προβλεπτικός παράγοντας για τον χουλιγκανισμό, ενώ οι Further, Van Ham et al. (2019) συμπέραναν ότι οι συλληφθέντες για σχετιζόμενη με το ποδόσφαιρο οπαδική βία ή άλλες μορφές χουλιγκανισμού ήταν ιδιαίτερα βίαιοι και κατά την παιδική τους ηλικία.

«Συνήθως τέτοια άτομα προέρχονται από προβληματικές οικογένειες. Ο πατέρας είναι απών ή χρήστης ουσιών ή παραβατικός και σε ευθεία σύγκρουση με τη μητέρα. Η μάνα παρουσιάζεται με ψυχολογικά θέματα ευρέος φάσματος, ανεξαρτήτως κοινωνικού στάτους. Αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες επικοινωνίας με τον πατέρα σε περίπτωση που το παιδί είναι χούλιγκαν. Το παιδί νιώθει πως δεν το καταλαβαίνει κανείς. Έχει ανάγκη να ενταχθεί σε μια ομάδα ακόμα και αν αυτή το φέρνει μπροστά σε ριψοκίνδυνες καταστάσεις. Τρέφεται από την αδρεναλίνη, μία ορμόνη που πιάνει το peak της κατά την περίοδο της εφηβείας», εξηγεί ο Νεκτάριος Γουναρίδης, εργοθεραπευτής, Msc στην Κλινική Νευροεπιστήμη.

Παραδοσιακά, οι οπαδοί του ποδοσφαίρου είναι κυρίως λευκοί άνδρες* και ανήκουν στην εργατική τάξη, ωστόσο το ποδόσφαιρο έχει γίνει πρόσφατα δημοφιλές σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, ιδίως στις γυναίκες*. Οι ιδιαίτερα δυσλειτουργικοί οπαδοί είναι συνήθως άτομα με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, χαμηλότερο εισόδημα, νεότεροι σε ηλικία, άνδρες, ανύπαντροι και κάτοικοι διαμερισμάτων χωρίς παιδιά στο σπίτι. Σύμφωνα με την Jones (2008), οι γυναίκες συχνά βιώνουν εσωτερικό «διχασμό» (ΠΡΟΣΟΧΗ, ΔΕΝ εννοούμε D.I.D.) μεταξύ της ταυτότητας του οπαδού και της ταυτότητας του φύλου. Αν και μπορεί να πρέπει να ελαχιστοποιήσουν τη θηλυκότητα για να θεωρηθούν πραγματικοί οπαδοί, πολλές γυναίκες αισθάνονται ότι ανήκουν στον σύλλογο, ούτως ή άλλως.

Ο Wolensky (2018) διαπίστωσε ότι άνδρες και γυναίκες δεν διέφεραν ως προς τα επίπεδα φανατισμού, όμως οι γυναίκες επέδειξαν υψηλότερη συναισθηματική εκφραστικότητα (θετική, αρνητική, παρορμητική δύναμη και συνολικά) και περισσότερες γνωστικές διαστρεβλώσεις Ορισμένες μελέτες υποδηλώνουν πως ο φανατισμός και η ψυχοπαθολογία σχετίζονται: Σύμφωνα με τους Toder-Alon, Icekson και Shuv-Ami (2019), οι μεγαλύτεροι σε ηλικία οπαδοί ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα αθλητικού φανατισμού και χαμηλότερα επίπεδα αυτό-αναφερόμενης επιθετικότητας και αποδοχής της επιθετικότητας- η ηλικία φαίνεται να μετριάζει τις σχέσεις μεταξύ της ταύτισης με την ομάδα και της αυτό-αναφερόμενης επιθετικότητας, καθώς η ταύτιση με την ομάδα σχετιζόταν πιο έντονα με την αυτό-αναφερόμενη επιθετικότητα των οπαδών μεταξύ των νεότερων οπαδών απ’ ό,τι μεταξύ των μεγαλύτερων σε ηλικία οπαδών.

Οι βίαιες ομάδες έχουν περισσότερα συμπτώματα φοβίας, άγχους, κατάθλιψης, εμμονικών σκέψεων, σωματοποίησης, διαπροσωπικής ευαισθησίας, επιθετικότητας, ψύχωσης και αυτοεκτίμησης από τις μη βίαιες ομάδες και αυτά τα νοσηρά συμπτώματα επιφέρουν συχνή επιθετικότητα (Karami J., Sharifi K. A, 2016).

Οι οπαδοί του ποδοσφαίρου παρουσιάζουν μικρότερη ενεργοποίηση στις περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην αντίληψη του πόνου και την ενσυναίσθηση (πρόσθιος φλοιός του προσαγωγίου, εγκεφαλική έλικα, νήσος και κροταφικός πόλος) όταν βλέπουν βία στα πλαίσια του ποδοσφαίρου σε σύγκριση με πιο βίαιες εικόνες.

Οι μη οπαδοί του ποδοσφαίρου δεν εμφάνισαν τέτοια επίδραση και είχαν υψηλότερα επίπεδα ενεργοποίησης στις συγκεκριμένες περιοχές. Οι Heun και Pringle (2018) αναφέρουν ότι το να παίζει και να παρακολουθεί κανείς ποδοσφαιρικούς αγώνες μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την υποκειμενική ψυχική υγεία, παρόλο που ποιοτικές μελέτες δείχνουν πως οι παραπάνω δραστηριότητες την ωφελούν. Η ταύτιση με την ομάδα δεν σχετίζεται με τις αντιλήψεις περί καταλληλότητας της λεκτικής επιθετικότητας, αλλά σχετίζεται αρνητικά με τις αντιλήψεις για την καταλληλότητα της σωματικής επιθετικότητας (Donahue T., Wann D.L., 2009). Οι Courtney και Wann (2010) απέδειξαν ότι το να έχει υπάρξει θύτης ως παιδί προβλέπει το επίπεδο δυσλειτουργίας του οπαδού ως ενήλικας.

*Να σημειωθεί ότι χρησιμοποιείται ο βιολογικός και όχι απαραίτητα κοινωνικός καθορισμός του φύλου.

Εικόνα: via @thomaskef