Με τις εξελίξεις να τρέχουν στο «πεδίο μάχης» της Ανατολικής Μεσογείου, και την τουρκική προκλητικότητα να προσπερνάει επιδεικτικά τις πιθανές ευκαιρίες αποκλιμάκωσης των γεγονότων, ιδιαίτερης σημασίας είναι η ενίσχυση της συμμαχίας με το Παρίσι. Η απειλή της πολιτικής του τουρκικού επεκτατισμού και η επιθυμία της Άγκυρας για την αναβάθμισή της σε μία ισχυρή περιφερειακή δύναμη, προσβάλλει τα συμφέροντα και τις ισορροπίες περιοχών, οι οποίες διαχρονικά έχουν άμεσες σχέσεις με την κύρια σύμμαχό μας στον ευρωπαϊκό χώρο. Η έντονη τουρκική κινητικότητα που θέτει σε κίνδυνο την ειρήνη και την σταθερότητα της Μεσογείου, καθώς και οι μηχανορραφικές ενέργειες που επηρεάζουν τις διπλωματικές σχέσεις γειτονικών χωρών, όπως συνέβη και στην περίπτωση της Λιβύης, οδηγούν στην ισχυροποίηση της επικοινωνίας του Παρισιού με την Αθήνα για την άμεση επίλυση των τρεχόντων προβλημάτων.
Σύμφωνα με τον Γάλλο Πρόεδρο, Μακρόν, σε περίπτωση που η κυβέρνηση Ερντογάν προβεί σε θερμό επεισόδιο ή κινήσεις υλοποίησης των απειλών που εξαπολύει σχετικά με τις ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο, το Παρίσι θα παρέχει άμεση στήριξη σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, με παρουσία ναυτικών δυνάμεων στο Αιγαίο, αν κριθεί απαραίτητο, διαφυλάσσοντας με τον τρόπο αυτό και την συντήρηση της ομαλής δομής του ΝΑΤΟ. Σε συνεννόηση βρίσκονται από τον Ιανουάριο οι δυο αρχηγοί κρατών (Παρισιού-Αθήνας), με την τελική ατζέντα συνεργασίας να περιλαμβάνει ζητήματα οικονομικά / δημοσιονομικά, το ιδιόρρυθμο, μεταναστευτικό πρόβλημα, αλλά κυρίως ο συντονισμός της εστίασε σε θέματα άμυνας και ασφάλειας. Οι στρατηγικές σχέσεις των δυο χωρών αποκτούν εταιρικό χαρακτήρα, με σκοπό την πλήρωση από κοινού των συμφερόντων αντίστοιχα. Η επισφράγιση των συνεννοήσεων θα επέλθει με την σύμπραξη των ελληνικών και γαλλικών ναυτικών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και του Αιγαίου, καθώς προγραμματισμένες είναι και συνεργατικές ασκήσεις του πολεμικού δυναμικού.
Οι κινήσεις που θα ολοκληρώσουν την συμφωνία, απαρτίζονται από τις συναντήσεις των Υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας, οι οποίες σχεδιάζεται να λάβουν χώρα κατά την διάρκεια των επόμενων μηνών, αλλά και με την αγορά δυο γαλλικών φρεγατών «Μπελαρά», που θα προστεθούν στον ελληνικό πολεμικό εξοπλισμό, με δυνατότητα συμπλήρωσης επιπλέον δύο στο άμεσο μέλλον. Τα πλοία αναμένεται να ενταχθούν στον στόλο μετά το 2024, και σύμφωνα με την χρήση που προορίζονται, ως απάντηση στις τουρκικές απειλές, διαθέτουν φονικούς πυραύλους όλων των τύπων, καθώς και υπερσύγχρονα ραντάρ και σόναρ.
Μια σειρά γεγονότων που βρίσκονται στην επικαιρότητα αδιάκοπα από την αρχή του έτους, με πρωταγωνιστή την Τουρκία και την επιθυμία της για αβάσιμες διεκδικήσεις, έχουν οδηγήσει σε ανάγκη για ανασχηματισμό και αναθεώρηση των σχέσεων ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ, οι οποίες κινούνται αναλογικά των συμφερόντων που θέλουν να προβάλουν. Σε άμεση παρέμβαση στο Λιβυκό εμφύλιο προέβησαν το Παρίσι, το Βερολίνο και η Ρώμη, οι οποίες απαίτησαν να κατευναστούν οι εχθροπραξίες, όπως επίσης η Ένωση δεσμεύτηκε να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας έναντι της τουρκικής προκλητικότητας.
Οι γαλλοτουρκικές σχέσεις αυτήν την στιγμή βρίσκονται σε σοβαρή επιδείνωση, καθώς υπάρχει έντονη σύγκρουση συμφερόντων, όχι μόνο στον χώρο της Μεσογείου, αλλά και σε μια σειρά γεγονότων που έχει δημιουργήσει το τελευταίο διάστημα η Άγκυρα, με σκοπό την αυτοπροβολή της ως ανερχόμενης πολιτικής δύναμης. Βασικά συγκρουσιακά συμφέροντα των δύο χωρών αποτελούν οι εχθροπραξίες στην Συρία και την Λιβύη, όπως και η επιθυμία της Τουρκίας για άσκηση επιρροής στην Αφρικανική Ήπειρο.
Η Γαλλία διαθέτει εξέχουσα θέση μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μέλημά της είναι να τονίζει με τις ενέργειές της τον κομβικό της ρόλο στα ιδιαίτερα σημαντικά ζητήματα που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα. Κύριο ανταγωνιστικό και ηγετικό χαρακτήρα επιδεικνύει η Γερμανία, η οποία αποσκοπεί στο να ηγείται των κρίσιμων διαπραγματεύσεων πολιτικών και οικονομικών μορφών, όπως επίσης έχει δηλώσει και την θετική της στάση απέναντι στην Άγκυρα. Το Παρίσι, κατέχοντας μόνιμη θέση μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, υπογραμμίζει τις αρνητικές συνέπειες που πιθανόν θα επέλθουν με την άνοδο περιφερειακών δυνάμεων, καθώς αυτές θα αποσυντονίσουν τις παρούσες ισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο.