Η ομάδα του Youth Voice συζήτησε με την Φωτεινή Μπακαδήμα, βουλευτή Β’ Πειραιώς του ΜέΡΑ 25, για το πρόσφατο συνέδριο του κόμματός της, την πανδημία, τα εργασιακά και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Προσβλέπει το ΜέΡΑ σε κάποια εκλογική συμμαχία;

Πρόσφατα ολοκληρώθηκε το πρώτο διαβουλευτικό συνέδριο του ΜέΡΑ25 στα Λιπάσματα Δραπετσώνας. Ποια είναι τα κυριότερα αποτελέσματα των τριήμερων διεργασιών;

Πράγματι ολοκληρώθηκε πριν λίγες μέρες το 1ο διαβουλευτικό συνέδριο του ΜέΡΑ25 και για να είμαι πιο σαφής το 1ο μέρος αυτού, καθώς το 2ο θα ακολουθήσει το φθινόπωρο όταν και θα συζητηθεί το καταστατικό του κόμματος και περισσότερο οργανωτικά ζητήματα. Τις 3 μέρες που βρεθήκαμε στα Λιπάσματα πραγματοποιήθηκε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση, με τοποθετήσεις συνέδρων επί 22 θεματικών ενοτήτων, που κάλυπταν από την οικονομία, την πράσινη μετάβαση έως τα εξωτερικά ζητήματα και τα ελληνοτουρκικά.

Αποτέλεσμα των συζητήσεων ήταν η έγκριση με ποσοστό σχεδόν 93% των πολιτικών θέσεων οι οποίες τέθηκαν σε ψηφοφορία. Ταυτόχρονα, εγκρίθηκαν με ποσοστό άνω του 90% τα δυο ψηφίσματα που πρότεινε ο Γραμματέας του κόμματος Γιάνης Βαρουφάκης, για την αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης και την επιβολή κυρώσεων στο Κράτος του Ισραήλ και για παλλαϊκή ενότητα για ρήξη με την Ολιγαρχία. Παράλληλα, την τρίτη μέρα δόθηκε βήμα σε εκπροσώπους κινημάτων, φορέων και συλλογικοτήτων ενώ οι εργασίες είχαν μουσικό κλείσιμο με συναυλία του Δημήτρη Ζερβουδάκη και του Σπύρου Γραμμένου. Πριν από αυτή την όμορφη κορύφωση είχαμε και την διεύρυνση των οργάνων του κόμματος, με επιλογή αλλά και κλήρωση μελών.

Γιατί επιλέξατε τον χώρο των Λιπασμάτων για τις διεργασίες του συνεδρίου σας; Υπάρχει βαθύτερος πολιτικός συμβολισμός;

Μην ξεχνάμε ότι το Κερατσίνι είναι τόπος άρρηκτα συνδεδεμένος με την Αντίσταση, ξεκινώντας από τη «Μάχη της Ηλεκτρικής»  μια μοναδική στιγμή εθνικής συμφιλίωσης όταν μπροστά στον κίνδυνο να ανατιναχτεί το εργοστάσιο από τους Γερμανούς, αστυνομικοί του Πειραιά πολέμησαν στο πλευρό ΕΛΑΣιτών που το υπερασπίζονταν. Φτάνοντας στο σήμερα, στην ίδια περιοχή γίνεται αγώνας για μετεγκατάσταση των καζανιών της εταιρείας «Oil One» που ρυπαίνουν με βενζόλιο κι άλλες άοσμες καρκινογόνες ουσίες τον αέρα όχι μόνο της Δραπετσώνας και του Κερατσινίου αλλά ολόκληρου του λεκανοπεδίου.

 Η Δραπετσώνα είναι ένας χώρος όπου μπορούμε να δούμε τη μικρογραφία ενός κόσμου που αγωνίζεται για μια καλύτερη ζωή. Βλέπουμε τον αγώνα των κατοίκων να κερδίσουν τη ζωή τους πίσω, να ανακτήσουν την ελπίδα και το χαμόγελο κόντρα στα ιδιωτικά συμφέροντα και την ολιγαρχία, η οποία πατώντας επάνω σε όλες τις ταξικές και κυρίως τοξικές πολιτικές συνεχίζει να ρυπαίνει και να δολοφονεί για να αυξήσει τα κέρδη της.

Εκεί, λοιπόν, κάτω από τα φουγάρα του θανάτου της Oil One βρεθήκαμε αυτές τις μέρες όχι μόνο για να συζητήσουμε, να διαφωνήσουμε και να συμφωνήσουμε αλλά για να δείξουμε για ακόμη μια φορά πως είμαστε δίπλα στον αγώνα για την μετεγκατάσταση των ρυπογόνων βιομηχανιών εκτός οικιστικού ιστού. Βρεθήκαμε εκεί για να φωνάξουμε πως «στη Δραπετσώνα πρέπει να έχουμε και θα έχουμε ζωή» ενάντια στις βουλές της ολιγαρχίας, των βοηθών και των εργαλείων της.

Οφείλω να ομολογήσω, σαν βουλευτής της περιφέρειας πως ήταν ιδιαίτερη χαρά για εμένα η επιλογή του χώρου γιατί τα Λιπάσματα δεν είναι μόνο χώρος και πεδίο πάλης και διεκδικήσεων. Είναι ένα κρυμμένο διαμάντι του λεκανοπεδίου όπου η δημοτική αρχή μαζί με τους εργαζόμενους του δήμου και με τη στήριξη των κατοίκων έχει δημιουργηθεί μια όαση ελευθερίας αποκομμένη από κάθε είδους εμπορευματοποίηση που δίνει περιβαλλοντική και ψυχαγωγική ανάσα σε χιλιάδες κατοίκους των γειτονιών της Β΄ Πειραιά και όχι μόνο. Ειλικρινά, περπατώντας στα Λιπάσματα όταν το ηλιοβασίλεμα αγγίξει τη θάλασσα  νομίζεις πως ακόμη θα δεις τον Μάρκο Βαμβακάρη να βγαίνει από τα σφαγεία όπου δούλευε μέχρι το 1935. Χαίρομαι, γιατί αυτό το τριήμερο όλοι κατάφεραν να δουν αυτή την ομορφιά και να αντιληφθούν πόσα περισσότερα θα μπορούσαν να γίνουν όταν φύγουν οι βιομηχανίες του θανάτου και αποδοθεί στο δήμο ολόκληρη η έκταση.

Την Τετάρτη ψηφίστηκε το πολύκροτο εργασιακό νομοσχέδιο Χατζηδάκη, παρά τις έντονες κοινωνικές διαμαρτυρίες. Καταργείται το 8ωρο ή γίνεται πιο ευέλικτη η αγορά εργασίας;

Ψηφίστηκε με τις ψήφους της ΝΔ ένα νομοσχέδιο το οποίο μάταια προσπάθησε να παρουσιάσει ως μεταρρυθμιστικό και φιλεργατικό η κυβερνώσα παράταξη. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός αλλά και ο αρμόδιος Υπουργός θέλησαν να πείσουν, όχι εμάς, μα κυρίως τους πολίτες ότι οι εκτρωματικές διατάξεις ήταν για το καλό τους. Όπως σημείωσε ο Πρωθυπουργός οι διατάξεις του νέου εργασιακού δίνουν το δικαίωμα σε έναν εργαζόμενο να επιλέξει να δουλέψει περισσότερο 4 ημέρες την εβδομάδα ώστε να ζητήσει ρεπό την πέμπτη και να μπορέσει να δει την οικογένειά του ή να κάνει ένα ταξίδι αναψυχής. Πέρα από το ειρωνικό και εκτός πραγματικότητας του επιχειρήματος, μιας και οι εργαζόμενοι μετά από τόσους μήνες κρίσης και καραντίνας όχι μόνο δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν ταξίδια αναψυχής παρά αγωνίζονται να τα φέρουν βόλτα, δεν μπορούμε να θεωρούμε πως εργαζόμενος και εργοδότης έχουν την ίδια διαπραγματευτική ισχύ. Αυτό δεν ίσχυε ποτέ, ασφαλώς, δεν ισχύει ούτε και σήμερα. Εκ των πραγμάτων ένας εργαζόμενος που θα αρνηθεί να δουλέψει εντός του πλαισίου που θέτει το έκτρωμα Χατζηδάκη θα δει την πόρτα της εξόδου από την εργασία του και της εισόδου στον ΟΑΕΔ.

 Το ζήτημα που τίθεται δεν είναι μόνο η ύπαρξη ή όχι ευελιξίας, αν θα  μπορούν, δηλαδή, οι εργαζόμενοι, εφόσον το επιθυμούν, να εργάζονται λιγότερες ώρες ή να αυξομειώνουν τις ώρες τους από βδομάδα σε βδομάδα. Το ζήτημα είναι πως η πολιτεία εξασφαλίζει ότι όντως το θέλουν κι όχι ότι τους επιβάλουν να το θέλουν με την λογική του Νονού οι εργοδότες. Και πως εξασφαλίζεται κάτι τέτοιο; Ειδικά όταν πλέον άνοιξε η κερκόπορτα των ατομικών συμβάσεων; Δυστυχώς, η εξασφάλιση της επιβολής θα μπορούσε να γίνει μόνο μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων καθώς οι εργαζόμενοι θα είχαν δίπλα τους κατά την διαπραγμάτευση τον συνδικαλιστικό τους εκπρόσωπο. Τώρα με το νομοθέτημα Χατζηδάκη και τις ατομικές συμβάσεις είναι σχεδόν βέβαιο πως θα έχουμε καταστρατήγηση όχι μόνο του οκταώρου, ακόμη κι αν προβλέπεται στην Ευρωπαϊκή Χάρτα Δικαιωμάτων, αλλά και όλων των με αγώνα και αίμα κεκτημένων δικαιωμάτων του εργατικού κινήματος στη χώρα μας.

Ποιά η στάση του κόμματός σας για τα υπέρογκα ληξιπρόθεσμα χρέη κομμάτων όπως η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ;

 Το ΜέΡΑ25 είτε αφορά το δημόσιο είτε το ιδιωτικό χρέος έχει μια πάγια στάση και άποψη, πως δεν δανείζεις τον υπερχρεωμένο γιατί δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει ποτέ. Δεν είναι δυνατόν, να βλέπουμε κόμματα να δανείζονται συνεχώς ή να αλλάζουν ΑΦΜ και επωνυμία για να καταφέρουν να δανειστούν περισσότερα. Εμείς, αν και νέο κόμμα καλύπτουμε τις ανάγκες μας με τη βοήθεια των μελών και με των βουλευτών. Μάλιστα, υπάρχει πλήρη διαφάνεια εσόδων και εξόδων, ενώ το ίδιο ισχύει και για το DiEM25, το πανευρωπαϊκό κίνημα του οποίου το ΜέΡΑ25 είναι εκλογικός βραχίονας στην Ελλάδα.  Τα μέλη μας μπορούν ανά πάσα στιγμή, να δουν τα έσοδα και τα έξοδα του DiEM25 κάθε μήνα.

Διατηρείτε έντονη κοινοβουλευτική δραστηριότητα για τα θέματα της Β’ Πειραιώς. Ποια ζητήματα χρήζουν άμεσης πολιτειακής αντιμετώπισης;

Δυστυχώς είναι πολλά τα ζητήματα. Η Oil One, η Lafarge που πρέπει να κλείσουν και να μεταφερθούν αλλού, όπως και τα καζάνια του Περάματος, η Cosco, η οποία λειτουργεί ως ηγεμόνας του Πειραιά και ζητά συνεχώς περισσότερα, το Κέντρο Υγείας Κερατσινίου το οποίο αν και ολοκληρώθηκε δεν έχει ακόμη στελεχωθεί, το Κρατικό Νίκαιας με εξίσου τεράστια και χρόνια ζητήματα, το Σχιστό, μια επιλογή που θα καταστήσει τη Β’ Πειραιά τον σκουπιδότοπο της Αττικής, το Κέντρο Υγείας Σαλαμίνας με μεγάλες και σοβαρές ελλείψεις, η εγκληματικότητα στη Σαλαμίνα καθώς και γενικότερα η υποστελέχωση της αστυνομίας σε ολόκληρη την περιφέρεια που γεννά ανασφάλεια στους κατοίκους είναι ορισμένα από τα προβλήματα που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης. Φυσικά, υπάρχουν κι άλλα όπως η υποστελέχωση των σχολείων και τα εκπαιδευτικά κενά, η ανεργία, η φτωχοποίηση, το κυκλοφοριακό τα οποία θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα γενικότερο και ολιστικό πλαίσιο και πλάνο αντιμετώπισής τους για ολόκληρη τη χώρα.

Η Φωτεινή Μπακαδήμα στο βήμα της βουλής

Ο οικονομικός απόηχος της πανδημίας είναι ακόμα αισθητός. Θεωρείτε πως οι ενωσιακές κινήσεις, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση;

Δυστυχώς, πολύ φοβάμαι πως ακόμη δεν έχουμε δει τίποτα καθώς τα οικονομικά απόνερα της πανδημίας δεν έχουν καταλαγιάσει. Από την πλευρά της κυβέρνησης κι από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό στήθηκε όλο το προηγούμενο διάστημα μια επικοινωνιακή φιέστα εορτασμού για το περίφημο Ταμείο Ανάκαμψης, με επίκεντρο το σχέδιο της χώρας για την αξιοποίηση του ένα σχέδιο που πέρα από ευχολόγια, περιλαμβάνει μόνο απορρυθμίσεις, με πολλά χρήματα για πολύ λίγους, τα οποία είναι κοινωνικά και μακροοικονομικά ασήμαντα. Όλοι θυμόμαστε τον κ Μητσοτάκη τον  Ιούνιο, επιστρέφοντας από τις Βρυξέλλες να θριαμβολογεί για τα 72 δις ευρώ που εξασφάλισε για τη χώρα. Σήμερα αυτά έγιναν «σχεδόν» 60 δις σε διάρκεια εξαετίας. Από αυτά, τα 12,7 δις είναι νέα δάνεια που θα εγγυηθεί το κράτος εκ μέρους μεγάλων εταιρειών, τα 9 δις τα χρωστά το κράτος στην Κομισιόν, ενώ τα υπόλοιπα 28,3 δις είναι χρήματα που θεωρητικά θα δανειστούν οι μεγάλες επιχειρήσεις από μόνες τους για να τα διοχετεύσουν στην οικονομία.

Όμως, ας είμαστε ειλικρινείς, πίσω από τις φιέστες και τις πομπώδεις εκφράσεις το σχέδιο «Ελλάδα 2.0» θα προσθέσει άλλα 21,7 δις στο χρέος του πτωχευμένου κράτους, με χρέος ήδη πάνω από το 210% του ΑΕΠ, με την ελπίδα πως ο πτωχευμένος ιδιωτικός τομέας, με χρέη ήδη πάνω από το 150% του ΑΕΠ, θα δανειστεί άλλα 28,3 δις. Μια αλήθεια που έχει κρυφτεί εξαιρετικά περίτεχνα από το επιτελείο Μητσοτάκη καθώς δεν υπάρχει πουθενά καμία αναφορά στο καθαρό όφελος από το Ταμείο Ανάκαμψης. Έτσι, οι πολίτες βλέπουν το βουνό του χρέους να γιγαντώνεται, την τσέπη τους να αδειάζει, τις επιχειρήσεις να κλείνουν η μια μετά την άλλη και το 5ο μνημόνιο να κοντοζυγώνει.

Πρόσφατα είχαμε την συνάντηση Ερντογάν – Μητσοτάκη. Προβλέπετε κλιμάκωση ή ομαλοποίηση των ελληνοτουρκικών;

Πριν φτάσουμε στη σημερινή κατάσταση, αν εξετάσουμε τις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας από το 1923 και μετά, με εξαίρεση την περίοδο προσέγγισης της δεκαετίας του 1930, θα δούμε μεγάλες διακυμάνσεις, με την ομαλότητα να είναι η εξαίρεση του κανόνα. Αν μάλιστα ανατρέξουμε στην πρόσφατη κρίση των Ιμίων του 1996 θα δούμε πως μετά από αυτήν, η Τουρκία εισάγει στην εξωτερική της πολιτική τη θεωρία των «Γκρίζων Ζωνών», θεωρώντας πως υπάρχει μια πλειάδα ελληνικών νήσων και βραχονησίδων των οποίων η κυριαρχία είναι ακαθόριστη καθώς δεν έχουν μεταβιβαστεί με συνθήκη σε κάποιο κράτος από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ως εκ τούτου παραμένουν γκρίζες ζώνες άρα θα πρέπει το καθεστώς ιδιοκτησίας τους να καθοριστεί μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών. Ο αριθμός αυτών τωβ, κατά την Τουρκία, αμφισβητούμενων νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο δεν είναι σαφής, με τους Τούρκους να κάνουν λόγο το 1996 για 1000, ενώ ο τουρκικός τύπος για 3000. Στη συνέχεια ο αριθμός μειώθηκε σε 100-150, συμπεριλαμβανομένων και κατοικημένων νήσων όπως οι Αρκιοί και το Αγαθονήσι, αν και σε επίσημες επαφές με την Ελλάδα δεν γίνεται σαφής αναφορά παρά μια γενική σε «Γκρίζες Ζώνες».

Η Ελλάδα, κατέχει έχει εδώ και δεκαετίες την πλειοψηφία αυτών των εδαφών αν και το γεγονός αυτό δεν έχει σταματήσει την Τουρκία από την κατά το δοκούν ερμηνεία των διεθνών συνθηκών και την ατέρμονη προσπάθεια αλλαγής του σημερινού status quo στο Αιγαίο. Η παρερμηνεία αυτή τη βοηθά στη συντήρηση των τουρκικών διεκδικήσεων σε βάθος χρόνου, που δεν αμφισβητούν μόνο τα κυριαρχικά μας στον θαλάσσιο  και εναέριο χώρο αλλά έχει αναθεωρητικό χαρακτήρα αμφισβητώντας κι αυτή καθαυτή την κυριαρχία της Ελλάδας επί του εδάφους της. Η Τουρκία έχει προσπαθήσει με σειρά διαθλαστικών ερμηνειών των συμβάσεων από το 1923 έως το 1947 να υποστηρίξει έμπρακτα την ανωτέρω θεωρία της. Για αυτό υποστηρίζει πως το νομικό καθεστώς του Αιγαίου βρίθει σειράς θεμάτων που  χρήζουν άμεσης διευθέτησης, προτείνοντας έναρξη διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα εφ’ όλης της ύλης, με την επίλυση του ζητήματος των «Γκρίζων Ζωνών» να προηγείται όλων των άλλων. Το γεγονός πως σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο τα αμφισβητούμενα νησιά διαθέτουν εναέριο χώρο και χωρικά ύδατα επηρεάζει την οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης και του εναέριου χώρου στο Αιγαίου μεταξύ των δύο χωρών. Γι’ αυτό το λόγο, αποτελεί πρωταρχικό θέμα για την Τουρκική πλευρά προς επίλυση και προϋπόθεση για την διευθέτηση των υπόλοιπων ζητημάτων.

Η Ελληνική πλευρά ορθά αρνείται οποιαδήποτε συζήτηση επί του θέματος καθώς οι διεθνείς συνθήκες έχουν δώσει όλες τις αναγκαίες απαντήσεις αναφορικά με τα κυριαρχικά ζητήματα, χωρίς να μένει κανένα κενό δικαίου ή ικανό έρεισμα αμφισβήτησης για κανένα νησί, νησίδα ή βραχονησίδα. Πάγια στάση μας είναι πως η μόνη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα δύο κράτη είναι αυτή για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και μόνο για αυτήν αποδέχεται την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ταυτόχρονα, ζητήματα όπως το εύρος των χωρικών υδάτων ή του εναέριου χώρου ή η στρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου παραμένουν ζητήματα ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της Ελλάδας άρα και αδιαπραγμάτευτα, ενώ η θεωρία των «Γκρίζων Ζωνών» εκλαμβάνεται ως ανεδαφική καθώς όλα τα θέματα κυριαρχίας είναι ήδη διευθετημένα και η Τουρκία δεν είχε εγείρει καμία αντίδραση όταν αυτά είχαν συζητηθεί, αποφασιστεί και συνομολογηθεί μέσω διεθνών συμβάσεων και συνθηκών. Είναι σίγουρο πως η Τουρκία δεν θα παραιτηθεί εύκολα από  τις επεκτατικές αυτές βλέψεις.

Υπό το πρίσμα αυτό, κρατώ εξαιρετικά μικρό καλάθι κρίνοντας κι από τη στάση του Τούρκου Προέδρου, ο οποίος, όπως και οι προκάτοχοί του, επιλέγει την όξυνση σαν μοχλό πίεσης, μοχλός στον οποίο έχει προστεθεί και η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού. Παρά τις πρόσφατες δηλώσεις του στην τουρκική εφημερίδα «Milliyet», ότι μπήκαν οι βάσεις για ένα ήρεμο καλοκαίρι, κάτι που φυσικά όλοι ευχόμαστε, η πρόταση του στον Έλληνα Πρωθυπουργό για διακρατικές διαδικασίες και συζητήσεις χωρίς την εμπλοκή τρίτων αλλά και ο χαρακτηρισμός ότι η συνάντηση ήταν το δώρο του προς την Ελλάδα, δεν αφήνουν περιθώρια θετικής προσέγγισης. Ειδικά αν θυμηθούμε τις διμερείς συζητήσεις που ξεκίνησαν το 1977 με στόχο την επίλυση του θέματος της υφαλοκρηπίδας για να σταματήσουν χωρίς αποτέλεσμα το 1981. Όσο η Τουρκία διατηρεί στην ατζέντα θέματα που έχουν διευθετηθεί από τη Συνθήκη της Λωζάνης και τις επόμενες αυτής συμβάσεις τόσο πρέπει να παραμένουμε ανοικτοί σε συζήτηση αλλά όχι για ζητήματα που έχουν προ πολλού απαντηθεί.

Φωτογραφία Κάλπης

Κλείνοντας, τελευταίες δημοσκοπήσεις εμφανίζουν το κόμμα σας γύρω στο 4,7%. Ποιες οι δικές σας εκτιμήσεις; Τι σας διαχωρίζει, προγραμματικά και ιδεολογικά, από τον ΣΥΡΙΖΑ;

Τα δείγματα είναι ενθαρρυντικά και το παρατηρώ κι εγώ καθημερινά. Οι συμπολίτες μας δείχνουν να ενεργοποιούνται πάλι και να αντιδρούν κι αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα σε κάθε πορεία, σε κάθε συγκέντρωση. Αυτό από μόνο του έχει τεράστια σημασία ανεξάρτητα από το πως θα αποτυπωθεί εκλογικά.

Το ΜέΡΑ25 έχει καλέσει ήδη από πέρυσι σε παλλαϊκή συστράτευση στη βάση συγκεκριμένων πολιτικών σημείων που απαιτούν την ρήξη με την τρόικα και το καθεστώς των Βρυξελλών. Όπως στις ευρωεκλογές, έτσι και τώρα δεν θα προβούμε σε καμία εκλογική σύμπραξη χωρίς προγραμματική συμφωνία, τη στιγμή που παράλληλα προωθούμε διαρκώς την ανάγκη να υπάρξουν κινηματικές συμμαχίες .Μην ξεχνάμε πως ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να πετάξει την εμπιστοσύνη του λαού στον κάλαθο της Ιστορίας κάνοντας το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος ΝΑΙ και να ακολουθήσει την πεπατημένη προηγούμενων κυβερνήσεων αναφορικά με την πιστή εφαρμογή των μνημονίων.

Το ΜέΡΑ25 δημιουργήθηκε όχι γιατί τα στελέχη του επιθυμούμε να αναλάβουμε υπουργικούς θώκους, γεννήθηκε γιατί αντιδρούμε στην υποταγή στην τρόϊκα εσωτερικού και εξωτερικού. Και φυσικά δεν δημιουργήθηκε για να υπουργοποιηθούν ξανά οι πρωτεργάτες της συνθηκολόγησης. Ιδρύθηκε για να αποκαλύψει το ψέμα περί εξόδου από τα μνημόνια και από τη χρεοδουλοπαροικία. Σε ότι αφορά τις συνεργασίες, ο μόνος τρόπος συμπόρευσης, όπως προανέφερα, είναι στη βάση ενός κοινού προγράμματος προστασίας της πλειοψηφίας, και της απαραίτητης για αυτό ρήξης με την ολιγαρχία,