Άρθρο του εξωτερικου συνεργάτη, Σταύρου Κοροβέση,

Εκτός από την έγκαιρη πρόβλεψη των επιδημιολογικών μοντέλων περί έξαρσης μιας πανδημίας, πριν ακόμη από το ξέσπασμα του «έμπολα», η οποία μάλιστα είχε καθυστερήσει να εμφανιστεί λόγω περιοδικότητας του φαινομένου, έρχεται να προστεθεί στον κατάλογο των προβλέψεων ακόμη μια κρίση, εν είδει πανδημίας σε αργή κίνηση. Και ο λόγος φυσικά για την κλιματική κρίση, που συμπυκνώνεται γύρω από την κλιματική αλλαγή και μεταβλητότητα. Μια κρίση, που όπως αποδεικνύεται από τις μελέτες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι περιοχές της ΝΑ Μεσογείου θα πληγούν σφοδρότερα από κάθε άλλη περιοχή της Ευρώπης, λόγω τρωτότητας και ευαισθησίας των μεσογειακών οικοσυστημάτων. Τα τελευταία άλλωστε θα δοκιμαστούν από την αύξηση της συχνότητας εμφάνισης καθώς και της έντασης των ακραίων καιρικών φαινομένων. Ένας φαύλος κύκλος που δημιουργεί η αύξηση της θερμοκρασίας, η οποία ήδη στην περιοχή της μεσογείου έχει αυξηθεί κατά 0.5˚C, σε σχέση με την προβιομηχανική περίοδο.

Τι σχέση μπορεί να έχει όμως μια υγειονομική κρίση με μια αντίστοιχη κλιματική;

Αποδεικνύεται με βάση επιστημονικά δεδομένα  πως ειδικά την τελευταία δεκαετία έχουμε μια αναζωπύρωση παλαιών λοιμωδών νοσημάτων όπως η ελονοσία, ο δάγκειος πυρετός και η νόσος Lyme (βορρελίωση). Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών των ασθενειών είναι οι φορείς μέσω των οποίων μεταδίδονται, που δεν είναι άλλοι εκτός από τα κουνούπια και τους κρότωνες (τσιμπούρια). Τα συγκεκριμένα αρθρόποδα αρέσκονται και δραστηριοποιούνται εντονότερα σε υγρά και ζεστά κλίματα, με τις τροπικές και υποτροπικές περιοχές να βρίσκονται στο optimum του «πεδίου δράσης τους». Βέβαια, λόγω αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας και τα εύκρατα κλίματα ανάγονται σε ακόμη πιο ευνοϊκά περιβάλλοντα για την ανάπτυξη των συγκεκριμένων φορέων-αρθροπόδων, με άμεσες συνέπειες για τη διασπορά των συγκεκριμένων ασθενειών, ακόμη και σε περιοχές που πρακτικά η ελονοσία για παράδειγμα είχε εξαλειφθεί. Εδώ έγκειται και η συσχέτιση της κλιματικής αλλαγής με την αναμενόμενη έξαρση πανδημιών στο μέλλον, αφού πολλά οικοσυστήματα θα καταστούν αφιλόξενα για την επιβίωση των ζώων, η αναγκαστική μετανάστευση των οποίων, ως φορέων νέων ασθενειών,  θα επιτρέψει τη μετάδοση ζωονόσων στους ανθρώπους, κάτι που συνέβη αντίστοιχα και με τα στελέχη του κορωνοιού.

Παράλληλα, η ετήσια αναμενόμενη αύξηση των ημερών εκείνων όπου η ελάχιστη ημερήσια θερμοκρασία δε θα πέφτει κάτω από 20 ˚C («Τροπικές Νύχτες») έχει θορυβήσει και τους επιστήμονες υγείας. Η αύξηση της συχνότητας των τροπικών νυχτών, ως απότοκος της αύξησης των επεισοδίων καύσωνα που επιφέρει η κλιματική αλλαγή, φαίνεται ότι έχει άμεση συσχέτιση με τη διαταραχή ύπνου, όπου σε συστηματική βάση, η συγκεκριμένη διαταραχή δύναται να επηρεάσει την ψυχική υγείας μας με ανεπανόρθωτες συνέπειες. Βέβαια, εκτός από την ψυχική υγεία, η κλιματική αλλαγή έρχεται να κλωνίσει την υγεία του καρδιαγγειακού μας συστήματος. Και εδώ φυσικά δε θα πρέπει να ξεχνάμε, σύμφωνα με την «Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία», ότι ακόμη και μέσα στην περίοδο της πανδημίας στη χώρα μας, η «νούμερο 1» αιτία θνησιμότητας παραμένει η «μάστιγα» των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Έτσι, και σύμφωνα με δεδομένα καταγραφής του εθνικού συστήματους του Κουβέιτ, όταν η θερμοκρασία ξεπερνάει τους 42 ˚C , παρατηρείται ραγδαία αύξηση της καρδιαγγειακής θνητότητας και θνησιμότητας. Πόσους θανάτους θα θρηνήσουμε άραγε στο μέλλον, εφόσον οι συνολικές ημέρες όπου η ημερήσια θερμοκρασία θα ξεπερνά τους 42 ˚C, θα αυξηθούν εκθετικά τις επόμενες δεκαετίες; Συνεργιστικό ρόλο βέβαια στην επιβάρυνση της υγείας της καρδιάς μας έχει και η ατμοσφαιρική ρύπανση. Οι ρύποι μιας οικονομίας βασισμένης στον άνθρακα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, λιγνίτης) δεν τροφοδοτούν μόνο το «φαινόμενο του θερμοκηπίου», αλλά επιβαρύνουν και την ποιότητα του εισπνεόμενου αέρα. Η ατμοσφαιρική ρύπανση άλλωστε κατατάσσεται ως η 4η αιτία καρδιαγγειακών νοσημάτων στη χώρα μας, ενώ από τους 100 θανάτους  που συσχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση, οι 50 έχουν ως αίτιο θανάτου την ισχαιμική καρδιοπάθεια, σύμφωνα με την «Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία».

Όσο οξύμωρο και αν ακούγεται, αν μπορούμε να αποδώσουμε κάτι θετικό στα περιοριστικά μέτρα κατά της διασποράς του κορωνοιού, είναι ότι το 2020 έκλεισε με μειωμένες κατά 7% τις παγκόσμιες εκπομπές του C02 (κύριο αέριο του θερμοκηπίου) σε σχέση με το 2019. Για να μετριάσουμε την «κλιματική πανδημία» όμως και να εναρμονιστούμε με τους εθνικούς στόχους της «Συμφωνίας των Παρισίων», που προσβλέπει σχεδόν στην εκμηδένιση των εκπομπών του C02 ,τότε θα πρέπει μέχρι το 2030 να βρισκόμαστε υπό καθεστώς περιοριστικών μέτρων αντίστοιχων αυτών που επιβλήθηκαν για την ανάσχεση του κορωνοιού, σύμφωνα με τον κ. Καρτάλη (εθνικός αντιπρόσωπος στο όργανο των Ηνωμένων Εθνών για την εφαρμογή της Συμφωνίας των Παρισίων).

Αν η προσπάθεια εξάλειψης της πανδημίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια κοινή μάχη της ανθρωπότητας, τότε η προσπάθεια μετριασμού της «κλιματικής πανδημίας» θα μπορούσε να ομοιάζει με κοινό πόλεμο της ανθρωπότητας, με εχθρό το χρόνο. Οι επιμέρους μάχες, όπως ο ενεργειακός μετασχηματισμός της οικονομίας, βασισμένη στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η ενεργειακή αναβάθμιση και μαζική προώθηση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς μέσω της επιτυχούς ή μη έκβασης τους θα κρίνουν αν το επόμενο μαζικό κύμα μετανάστευσης θα αποτελείται από κλιματικούς πρόσφυγες, όπου ο διώκτης τους αυτή τη φορά θα είναι η ξηρασία. Η ίδια έκβαση θα κρίνει αν στα επόμενα χρόνια θα γίνουμε μάρτυρες ή όχι μιας νέας μορφής φτώχειας, αυτής της ενεργειακής που θα χαρακτηρίζει όσους δεν μπορούν να καλύψουν τα αυξανόμενα έξοδα κάλυψης των αναγκών για ψύξη ή θέρμανση, ως απόρροια της αύξησης ακραίων καιρικών φαινομένων.

Πηγή εικόνας: αθηΝΕΑ