Άρθρο της εξωτερικής συνεργάτιδος, Αναστασίας Μελέτη

Διατάραξη της διεθνούς πολιτικής σκηνής έχει προκαλέσει τις  τελευταίες μέρες η AUKUS, για την οποία ακούμε πλέον σε καθημερινή βάση. Τι είναι όμως και γιατί έχει προκληθεί αυτός ο «διεθνής πανικός»;

Στις 15 Σεπτεμβρίου 2021, οι Η.Π.Α., η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσαν την νέα τους τριμερή συνεργασία αποσκοπώντας στην ενίσχυση της ασφάλειας στη ζώνη του Ινδικού – Ειρηνικού. Δηλώθηκε πως θα καταρτιστεί κοινό σχέδιο εντός των επόμενων 18 μηνών για τη συναρμολόγηση του νέου αυστραλιανού πυρηνικού υποβρύχιου στόλου, που θα ναυπηγηθεί στην Αδελαϊδα. Ο ρόλος των Η.Π.Α. και του Ηνωμένου Βασιλείου θα είναι κυρίως συμβουλευτικός.

Φυσικά, μια τέτοια κίνηση από τη μεριά των Ηνωμένων Πολιτειών πυροδότησε τις μεταξύ τους σχέσεις με την Κίνα, καθώς επιδιώκεται η προάσπιση των αμερικανικών συμφερόντων και ο περιορισμός των κινεζικών. Παράλληλα, μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί πως ο λόγος συμμετοχής του Ηνωμένου Βασιλείου σε μια τέτοια σύμπραξη είναι η προσπάθεια ενίσχυσης της διεθνούς του εικόνας ύστερα από το πλήγμα που επέφερε στη χώρα το Brexit.

Όσον αφορά, όμως, την Αυστραλία, εκείνη φαίνεται να επιθυμούσε να συμμετάσχει σε μια τέτοια συμφωνία, καθώς για πρώτη φορά θα μπορέσει να κατέχει πυρηνικά υποβρύχια. Ακόμα κι αν δεν υπήρξε ρητή αναφορά στην Κίνα, καθίσταται αντιληπτή η αξία της δράσης ως απάντηση στην επεκτατική κίνηση της προς νότια Σινική Θάλασσα και την αύξηση της ισχύος της στην Ταϊβάν.

Επιθυμώντας η Αυστραλία να ενισχύσει τη θέση της στην περιοχή με τη συμμετοχή της σε αυτή τη σύμπραξη, ασκεί πίεση στην Κίνα προσπαθώντας παράλληλα να οδηγήσει στην αποτροπή της. Ως επακόλουθο, οι ισορροπίες στην περιοχή μεταβάλλονται, χωρίς όμως να σημαίνει πως η Αυστραλία με την κατοχή πυρηνικών υποβρυχίων θα βρίσκεται σε θέση να καταστεί ισχυρότερη της Κίνας. Αναμφίβολα, οι σχέσεις τους κλονίστηκαν, εφόσον οι δύο αυτές χώρες ήταν ανέκαθεν εμπορικοί εταίροι. Επιπλέον, η Κίνα χρησιμοποίησε την εφημερίδα της Global Times για να προειδοποιήσει – ή να απειλήσει θα έλεγε κανείς – την Αυστραλία.

Πιο συγκεκριμένα, πρόσφατο δημοσίευμα αναφέρει χαρακτηριστικά : «Καθώς η Αυστραλία συμμετέχει στη στρατηγική πολιορκία της Κίνας υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, θα πρέπει να  παραμείνει προσγειωμένη, με αυτογνωσία και να πάρει μια θέση που ταιριάζει με τη δύναμή της. Εάν ενεργεί με θάρρος για να δείξει την πίστη του στις ΗΠΑ και παίρνει την πιο εξέχουσα θέση στην αντι-Κίνα στρατηγική των ΗΠΑ, ειδικά με το να είναι στρατιωτικά διεκδικητική, τότε η Καμπέρα πιθανότατα θα γίνει στόχος των αντιμέτρων του Πεκίνου. Έτσι, τα αυστραλιανά στρατεύματα είναι επίσης πιθανότερο να είναι η πρώτη παρτίδα Δυτικών στρατιωτών που χάνουν τη ζωή τους στη Νότια Σινική θάλασσα.»

Σκίτσο της Global Times που καυτηριάζει τη συμφωνία AUKUS. Πηγή είκονας: Global Times

Σφοδρές αντιδράσεις προκλήθηκαν, επίσης, στη γαλλική κυβέρνηση διότι η κυβέρνηση Μόρισον ακύρωσε την παραγγελία της για πυρηνικά υποβρύχια, με κόστος ύψους πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Εκπρόσωποι της Γαλλίας δήλωσαν πως αισθάνονται εξαπατημένοι λόγω της άγνοιάς τους, καθώς η συμφωνία προκάλεσε τον αιφνιδιασμό τους και την έκπληξή τους. Σύμφωνα με τον Γάλλο Υπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Κλεμάν Μπον, «η συνέχιση των εμπορικών συνομιλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Αυστραλία κρίνεται αδιανόητη», ενώ η προθυμία για συμβιβασμό έχει αμβλυνθεί με τα κράτη- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εκφράζουν την αλληλεγγύη τους προς την Γαλλία.

 Η συμφωνία όμως αυτή, πέρα από τη προφανή ζημία για την Γαλλική αμυντική βιομηχανία, επέφερε ένα σημαντικό πλήγμα στην εικόνα της Γαλλίας ως ισχυρή στρατιωτική δύναμη και ως αξιόπιστο πάροχο ασφάλειας, στα πλαίσια της ευρωπαϊκής «στρατηγικής αυτονομίας» και ενός πιθανού ευρω-στρατού. Υπό αυτό το πρίσμα, ιδιαίτερη αξία έχει το timing της ανακοίνωσης της αμυντικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, μόλις δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της AUKUS. Μέσω αυτής της συμφωνίας η Γαλλία δείχνει ότι η αμυντική της βιομηχανία αποτελεί ακόμα μια από τις κύριες επιλογές για τα μέλη της Ε.Ε. Παράλληλα, με την ρήτρα αμυντικής συνδρομής η Γαλλία αποτυπώνει ξεκάθαρα τη θέληση, αλλά και την στρατηγική της ικανότητα να καταστεί ηγέτιδα στο όραμα μιας κοινής ευρωπαϊκής άμυνας, ειδικά απέναντι σε μια αναθεωρητική δύναμη όπως η Τουρκία.

Στιγμιότυπο από την συνάντηση Μητσοτάκη-Μακρόν. Πηγή εικόνας: In.gr

Έτσι, έγινε γνωστό πως ξεκίνησε η «επιχείρηση κατευνασμού της Γαλλίας» από τη Βρετανίας και τις Η.Π.Α.. Συγκεκριμένα, ο Τζόνσον δήλωσε πως δεν θα έπρεπε η συμφωνία να ανησυχεί τη Γαλλία, εξαιτίας των φιλικών τους σχέσεων. Από την άλλη, η αμερικανική πλευρά δήλωσε πως η Γαλλία είναι απαραίτητος σύμμαχος και υποστήριξε την συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας.

 Οι εξελίξεις στους επομένους μήνες αναμένονται ραγδαίες. Το νέο πολιτικό σκηνικό που δημιουργείται στη Γερμανία, σε συνδυασμό με την δεδηλωμένη επιθυμία της Γαλλίας για μια πιο ισχυρή στρατηγικά Ευρώπη αναμφίβολα θα προκαλέσουν αλλαγές στη στάση της Ε.Ε. Ταυτόχρονα, οι Η.Π.Α εμφανίζονται πρόθυμες να επεκτείνουν την συμμαχία τους κατά της Κινεζικής επεκτατικότητας, με τον Biden να συναντά τις προηγούμενες μέρες τους ηγέτες της Ιαπωνίας και της Ινδίας, ενώ ουδείς μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια την αντίδραση της Κίνας σε αυτή την συστράτευση δυνάμεων εναντίον της.