Είναι γεγονός πως η οργάνωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποτελεί ένα από τα βασικότερα ζητήματα στα οποία επικεντρώνεται η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών (ΥΠΕΣ) από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες της εκλογής της νέας κυβέρνησης.
Ήδη από το προηγούμενο καλοκαίρι οι αλλαγές στη συγκρότηση και τη λειτουργία των οργάνων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) είναι πολυάριθμες. Η εφαρμογή της απλής αναλογικής στις τελευταίες εκλογές και τα αποτελέσματα αυτής στη σύνθεση των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων δημιούργησε την ανάγκη για άμεσες μεταρρυθμίσεις με σκοπό την εξασφάλιση της κυβερνησιμότητας και της ομαλής λειτουργίας των Δήμων και των Περιφερειών. Ειδικότερα για τους Ο.Τ.Α Α’ βαθμού η εξασφάλιση της πλειοψηφίας για τη δημοτική αρχή στις επιτροπές και δη στην Οικονομική Επιτροπή είναι μία από τις κύριες αλλαγές, η οποία προσέδωσε στους νεοεκλεγέντες Δημάρχους την ευχέρεια να λαμβάνουν ευκολότερα αποφάσεις βαρύνουσας σημασίας. Βέβαια κάνοντας τα απαραίτητα μαθηματικά διαπιστώνει κανείς ότι σε πολλές περιπτώσεις το υπάρχον σύστημα δημιουργεί αυτή την πλειοψηφία μέσω του «αποκλεισμού» της ήσσονος αντιπολίτευσης από τις εν λόγω επιτροπές και ως εκ τούτου από τη λήψη σημαντικών αποφάσεων για τη διοίκηση ενός Δήμου.
Στον κύκλο αυτό των μεταρρυθμίσεων εντάσσεται και το πολυνομοσχέδιο «Στρατηγική Αναπτυξιακή Προοπτική των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης» που κατατέθηκε από την ηγεσία του ΥΠΕΣ στη Βουλή και υπερψηφίστηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία την Πέμπτη 5/3. Το πολυνομοσχέδιο «γίγας», μεταξύ άλλων, προβλέπει την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της Οικονομικής Επιτροπής. Συγκεκριμένα η πολιτική ηγεσία με τροπολογία – προσθήκη στο σχέδιο νόμου μεταφέρει την αποφασιστική αρμοδιότητα, που μέχρι πρότινος ανήκε στα Δημοτικά Συμβούλια, στην Οικονομική Επιτροπή του κάθε Δήμου για την ιδιωτικοποίηση της καθαριότητας, του πρασίνου και του ηλεκτροφωτισμού, εφόσον οι σχετικές πιστώσεις είναι εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό. Σύμφωνα με την Κυβέρνηση η αποφασιστική αυτή αρμοδιότητα μεταφέρεται στην Οικονομική Επιτροπή (την οποία ελέγχει η εκάστοτε δημοτική αρχή) «για λόγους ευελιξίας και ταχύτητας». Επίσης με 2η παρέμβαση προστίθεται στις αρμοδιότητες της Οικονομικής Επιτροπής η αποφασιστική αρμοδιότητα για την υποβολή προτάσεων εκ μέρους των Δήμων για τη χρηματοδότηση ή επιχορήγηση δράσεων, προγραμμάτων και αντίστοιχων έργων από εθνικούς πόρους ή/και πόρους της Ε.Ε ή /και οποιουδήποτε άλλου φορέα.
Αναμφίβολα, ρυθμίσεις όπως οι παραπάνω, συμβάλλουν στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος κυβερνησιμότητας και σταθερότητας που ανέκυπτε μετά τις εκλογές και ο Δήμαρχος μαζί με τον κυβερνόντα συνδυασμό μπορεί να προχωρήσει ευκολότερα στην υλοποίηση του πολιτικού προγράμματος για το οποίο εξελέγη. Μπορεί όμως να τεθεί εδώ ζήτημα (δημοκρατικής) νομιμοποίησης; Πολλές είναι εκείνες οι φωνές που διαμαρτύρονται για το γεγονός ότι συνδυασμοί που δεν κατέχουν ούτε τη σχετική πλειοψηφία στα Δημοτικά Συμβούλια μπορούν και λαμβάνουν αποφάσεις στις Επιτροπές έχοντας εξασφαλίσει μέσω των ευνοϊκών αυτών ρυθμίσεων την απόλυτη πλειοψηφία. Εδώ προφανώς οι απόψεις διίστανται. Είναι φυσικό πως Δήμαρχος ή Περιφερειάρχης αντίστοιχα χωρίς πλειοψηφία θα ήταν δύσκολο έως ακατόρθωτο να καταφέρει να ασκήσει διοίκηση. Είναι όμως επίσης φυσικό να αναρωτηθεί κανείς μέχρι ποιο σημείο μπορεί να φτάσει η δυνατότητα «παραποίησης» (τρόπον τινά) της λαϊκής γνώμης (όπως αυτή αποτυπώθηκε με το σύστημα της απλής αναλογικής) στο βωμό της κυβερνησιμότητας και της ευελιξίας.
Ήταν αναπόφευκτο μετά την εφαρμογή της απλής αναλογικής πως θα οδηγούμασταν σε ένα «υβριδικό» – μεταβατικό σύστημα διακυβέρνησης των Ο.Τ.Α, μια μεταβατική τετραετία, καθώς τα παρεπόμενα προβλήματα της απλής αναλογικής ήταν πολλά και άρχισαν να φαίνονται ακόμα και πριν την ολοκλήρωση των εκλογών. Ό,τι ρύθμιση και αλλαγή επιχειρείται, λοιπόν, τώρα δεν παύει να γίνεται επι τη βάσει ενός μοντέλου εκλογής διαφορετικού ιδεολογικοπολιτικού προσανατολισμού. Εν ολίγοις, επιχειρείται ο συγκερασμός ενός συστήματος που επιζητά σταθερές κυβερνώσες πλειοψηφίες με τα αποτελέσματα ενός συστήματος (απλή αναλογική) που κατ’ ουσίαν τις κατακερμάτισε. Έτσι τα ερωτηματικά για την υφιστάμενη κατάσταση παραμένουν και θα παραμένουν πολλά και εύλογα τουλάχιστον έως την κατάθεση και του επόμενου νομοσχεδίου, που έχει εξαγγείλει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΣ, για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, το οποίο σύμφωνα με πηγές το περιμένουμε έως και το καλοκαίρι και αναμένουμε να περιλαμβάνει μία συνολική μεταρρύθμιση με γνώμονα και την επόμενη αυτοδιοικητική θητεία.