Άρθρο της εξωτερικής συνεργάτιδος, Ειρήνης Κονγκίνη,

Το θερμό καλοκαίρι που έπεται από άποψης κλίματος στη Μεσόγειο φαίνεται να περνάει και στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής για Ελλάδα και Τουρκία.

Με την έναρξη του καλοκαιριού ξεκίνησαν και οι αιχμηρές δηλώσεις, αρχικά από τον Πρόεδρο της Τούρκικης Δημοκρατίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς τον Κυριακό Μητσοτάκη και έπειτα ακολούθησαν συναντήσεις από τους Υπουργούς Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας των δύο κρατών.

Υπερπτήσεις, μεταναστευτικό και ελληνικά νησιά είναι τα τρία σημεία που συνεχώς επαναλαμβάνονται από την τουρκική κυβέρνηση. Διαστρεβλώνει την πραγματικότητα και αμφισβητεί την υπάρχουσα ιστορία, τις συνθήκες και τα σύνορα με ταυτόχρονες απειλές για επανάληψη της ιστορίας του αιματηρού πολέμου 1919-1920. Παρόλο που είναι χώρα μέλος του ΝΑΤΟ εξακολουθεί να μην τηρεί τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και να αλλάξει το υπάρχων status quo. Στο επίκεντρο της Τουρκικής ρητορικής έχει βρεθεί το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, το όποιο η Τουρκική ηγεσία συνδέει πλέον απροκάλυπτα με θέματα κυριαρχίας επι των νησιών, ισχυριζόμενη ότι εφόσον η Ελλάδα παραβιάζει τις συνθήκες περι αποστρατιωτικοποίησης θα πρέπει να απωλέσει την κυριαρχία της σε αυτά τα νησία, Ενώ σημειώνεται από τούρκικες πηγές ότι στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ που θα λάβει χώρα στη Μαδρίτη στα τέλη του μήνα ο Τούρκος Πρόεδρος θα καταγγείλει την Ελλάδα για το ζήτημα αυτό.

Το ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο για την Ελλάδα με μια σειρά συνθηκών να ορίζει τα ζητήματα αυτά.

Τα νησιά της Λήμνου και της Σαμοθράκης  με την Σύμβαση της Λωζάνης (1923) είχαν χαρακτηριστεί ως πλήρως αποστρατιωτικοποιήμενα, καθεστώς που όμως μεταβλήθηκε με την Συμβαση του Μοντρέ (1936) η οποία επέτρεψε τον πλήρη επανεξοπλισμό τους.  Στην περίπτωση της Σάμου, της Ικαρίας, της Χίου και της Λέσβου επιβλήθηκε καθεστώς μερικής αποστρατιωτικοποιήσης επιτρέποντας την ύπαρξη στρατιωτικών δυνάμεων αλλά απαγορεύοντας ταυτόχρονα την κατασκευή ναυτικών εγκαταστάσεων. Τέλος στα νησιά των Δωδεκανήσων έχει επιβληθεί από το 1947 με την Συνθήκη των Παρισίων πλήρες καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης.

Πάρα τα καθεστώτα αυτά, η Ελλάδα από το 1974 έχει προχωρήσει στην στρατιωτικοποίηση αυτών των νησιών, εξαιτίας της παράνομης εισβολής της Τουρκίας στην Κύπρο, τη δημιουργία της Τουρκίκης 4ης Στρατιάς στη Σμύρνη, η οποία διαθέτει αποβατικό εξοπλισμό και την εξαγγελία του Τουρκικού casus belli. Μάλιστα η Ελλάδα παραδέχεται τον πλήρη εξοπλισμό αυτών των νησιών, αφού ο πρωθυπούργος τότε Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε ενημερώσει σε επιστολή το 1976 του τον Τούρκο όμολογο του περί αυτού του θέματος. Η Ελλήνικη θέση τονίζει οτι η στρατιωτικοποίηση αυτή δεν στρέφεται εναντίον της Τουρκικής επικράτειας, αλλά σκοπέυει στην προστάσια της Ελληνικής εδαφικής επικράτειας. Η θέση αυτή εδράζεται και στο διεθνές δίκαιο, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ τα κράτη-μέλη διατηρούν το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας, με την Ελλάδα να τονίζει ότι οι ενεργείες της είναι αποκλειστικά προπαρασκευαστικές, ώστε να μπορέσει να ασκήσει αποτελεσματικά το δικαίωμα της αυτό, σε περίπωση ένοπλης σύρραξης.

Παρόλα αυτά οι Τουρκικές προκλήσεις δεν περιορίστηκαν μόνο σε αυτό το ζήτημα. Σε βιντεοσκοπημένη ομιλία του σε συνέδριο στην Κωνσταντινούπολη ο Τούρκος Πρόεδρος μίλησε για το ζήτημα των προσφύγων κατηγορώντας μάλιστα και την ελληνική κυβέρνηση για δολοφονίες σε βάρος τους. Μεταξύ άλλων ανέφερε: «Σχεδόν καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες της δεινής κατάστασης των προσφύγων που διώχθηκαν, ληστεύτηκαν, ξυλοκοπήθηκαν ή και δολοφονήθηκαν από τα ελληνικά σώματα ασφαλείας»

Από ελληνικής πλευράς ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας μίλησε στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων ενημερώνοντας αναλυτικά τους ομόλογους του για την τουρκική προκλητικότητα.

Οι εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι ένα καζάνι που «βράζει» εν όψη εκλογών και στις δύο χώρες. Οι δηλώσεις από την μία και οι απαντήσεις από την άλλη σίγουρα θα λέγαμε ότι υπάρχει ένα είδος πολιτικής γοήτρου με στόχο το εσωτερικό της κάθε χώρας. Με πρόσφατες δημοσκοπήσεις να δείχνουν τον Ερντογάν να βρίσκεται στην δεύτερη θέση, ενώ ακόμα και σε περίπτωση νίκης να μην κατορθώνει να συγκεντρώσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, οι Τουρκικές προκλήσεις και δηλώσεις αναμένεται να καθίστανται όλο και πιο έντονες σε μια προσπάθεια ψηφοθηρίας και συσπείρωσης της Τουρκικής Κυβέρνησης.