Άρθρο του εξωτερικού συνεργάτη, Ιδομενέα Μόκκα

Η διπλωματική-στρατιωτική έριδα, που επί 8 συνεχή έτη δυνάμωνε απειλητικά εντός των ουκρανικών συνόρων, μετουσιώθηκε σε ένοπλη ρωσική εισβολή δια ξηράς, αέρος και ύδατος. Τα ξημερώματα της Πέμπτης, ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοίνωσε σε τηλεοπτικό του διάγγελμα την επίθεση στο Ντόνμπας, υπό την «ενδυμασία» της στρατιωτικής επιχείρησης με αμυντικές προδιαθέσεις, καλώντας τα ουκρανικά στρατεύματα προς κατάθεση των όπλων τους. Παράλληλα, κατέστησε σαφή τη προειδοποίησή προς τα υπόλοιπα κράτη να απέχουν από παντός είδους επέμβαση, τυχόν επέλευση της οποίας θα έχει ως αντίτιμο βαρύτατες και πρωτοφανείς συνέπειες.

Η ανακοινωθείσα στρατιωτική επιχείρηση αμυντικού χαρακτήρα πολλώ δε μάλλον μοιάζει με βίαιη έφοδο. Πράγμα που αποδεικνύεται από τη σφοδρή εκτόξευση πυραύλων Κρουζ και βαλλιστικών πυραύλων σε τοπικά κέντρα της Ουκρανίας. Ενδεικτικά αναφέρονται η κατάληψη του εμπορικού αεροδρομίου Antonov 40 χιλιόμετρα έξω από το Κίεβο, η σταθερή ρίψη πυρών στο ανατολικό τμήμα της Μαριούπολης, οι ισχυρές εκρήξεις σε Χάρκοβο και Ντνίπρο, καθώς και η αποβίβαση ρωσικών στρατευμάτων στην Οδησσό.

Μάλιστα, το κοινό ενδιαφέρον στράφηκε και στην μετατροπή του Τσερνομπίλ σε πεδίο μάχης με απώτερο στόχο την κατάληψη του πυρηνικού εργοστασίου από τις ρωσικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα, η πίεση εντείνεται και στα βόρεια, καθ’ ότι παρατηρείται επιθετική κινητικότητα προερχόμενα από τα σύνορα με τη Λευκορωσία.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ανακοίνωσε με τη σειρά του την επιβολή στρατιωτικού νόμου και την κήρυξη ολόκληρης της επικράτειας σε κατάσταση πολέμου. Σε κάθε περίπτωση, την ύστατη σφραγίδα του εμπόλεμου κλίματος τοποθετεί ο απολογισμός αφενός των ανθρώπινων απωλειών, οι οποίες ξεπερνούν εκατέρωθεν τους 100 μέχρι νεοτέρας και αφορούν κυρίως σε άμαχους Ουκρανούς από τις εκρήξεις και Ρώσους κατακτητές στην επαρχία Λουχάνσκ, και αφετέρου των άνω των 100.000 ανθρώπων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους.

Γυναίκα στο Κιέβο μετά απο πυραυλική επίθεση στο σπίτι της. Πηγή εικόνας: The Guardian

Με μία πολιτική και αξιακή προσέγγιση της ουκρανικής κρίσης, από τη μία πλευρά έχουμε τη ρωσική αυταρχική δύναμη με αποικιοκρατικές βλέψεις εις βάρος των γειτονικών της κρατών, ξεθωριάζοντας στρατηγικές που τελευταία εμφανίστηκαν επί σοβιετικού καθεστώτος. Σχετικώς, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει εκδηλώσει επανειλημμένα την αμφισβήτηση του απέναντι στην ιδιότητα της Ουκρανίας ως κυρίαρχου κράτους και, εντούτοις, την τιτλοφορεί ως ένα οιονεί σοβιετικό οικοδόμημα, το οποίο οπωσδήποτε δεν έχει καμία θέση εντός του νατοϊκού συστήματος.

Επί του πρακτέου, η εν λόγω αμφισβήτηση του Ρώσου προέδρου εκφράσθηκε με την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και την πρόσφατη αναγνώριση των αποσχιστικών οντοτήτων του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ. Αλλά δεν αρκέστηκε ως εκεί, επιθυμώντας να διευρύνει το πλαίσιο ενεργειών του προς όφελος της ρωσικής αυτοκρατορίας καθαυτής με κάθε τρόπο. Και στις 24 Φεβρουαρίου επήλθε το ανεπιθύμητο και ο κύβος ερρίφθη.

Από την άλλη, στέκεται η Ουκρανία, γνώριμη στη διεθνή σκηνή για την διακριτική ουδετερότητά της, και η οποία διαρκώς επιδιώκει τη πολύπλευρη πρόοδο μέσω σύγχρονων πολιτικών και οικονομικών πρακτικών στη βάση μιας διστακτικής μεν αλλά ολοένα και στενότερης πρόσδεσης με τη Δύση. Η τελευταία, ωστόσο, δεν φάνηκε να ασκεί πίεση για ευθεία εφαρμογή της επωφελούς  «Συμφωνίας του Μίνσκ». Μία συμφωνία υπό το κύρος του Συμβούλιου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η οποία παρείχε πολύτιμες δικλείδες ασφαλείας σε θέματα αφοπλισμού και γενικότερα επίτευξης ειρηνικών σχέσεων. Οι τιθέμενοι της όροι περί αποχής της Ρωσίας στα ουκρανικά εδάφη και κατάπαυσης πυρός ουδέποτε εισακούστηκαν και υποδεικνύουν παράλληλα σε επικίνδυνη κλίμακα την αφερεγγυότητα της Ρωσίας ως εγγυητή ειρήνης.

Ουκρανοί στρατιώτες στο Κίεβο. Πηγή εικόνας: The Guardian

Ενδιάμεσος παράγοντας αποτελούν οι ΗΠΑ, στοχεύοντας να προωθήσουν τα δυτικά ιδανικά σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, κυρίως μέσω του ΝΑΤΟ. Στο επίσημο διάγγελμα του αμερικανού Πρωθυπουργού, Joe Biden, εκείνος κατέθεσε ένα πακέτο κυρώσεων, το οποίο αποσκοπεί μεταξύ άλλων στην εμπορική περιθωριοποίηση της Ρωσίας, στην τιμώρηση των ρωσικών τραπεζών με αποθέματα 1 τρις δολαρίων και στην υποτιμητική εκτίμηση του ρουβλιού. Δεν αποκλείεται μάλιστα ο εξοστρακισμός της Ρωσίας από το SWIFT (Διεθνές σύστημα τραπεζικών πληρωμών), αλλά καθυστερεί μια σχετική απόφαση, λόγω αντιρρήσεων από ευρωπαικά κράτη που διατηρούν στενές εμπορικές διασυνδέσεις με αυτήν (πχ Ιταλία).

Ταυτόσημη είναι και η θέση του ΝΑΤΟ, το οποίο αποκτά προφανή αιτία ύπαρξης και έναν συγκεκριμένο αντίπαλο για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ, που διαπλάθει τη δέσμευση των κρατών-μελών για συλλογική άμυνα, διατηρείται στο ακέραιο. Ο Γενικός Γραμματέας του οργανισμού, Jens Stoltenberg, δήλωσε στην έκτακτη συνέντευξη τύπου της Πέμπτης ότι ενεργοποιούνται οι αμυντικές στρατηγικές, προσβλέποντας στην περιφρούρηση της εδαφικής ακεραιότητας των μελών της Συμμαχίας. Βασικός πόλος της νατοϊκής τακτικής αποτελεί η στρατιωτική ενδυνάμωση των όμορων της Ουκρανίας κρατών-μελών της (Πολωνία, Ρουμανία, κράτη Βαλτικής), όπου επικρατεί τεταμένη αναστάτωση, με 100 αεροσκάφη να έχουν ήδη τεθεί σε κατάσταση συναγερμού.

Την ίδια στιγμή, η Ε.Ε παρακολουθεί τα τεκταινόμενα με μια αμυδρή δυναμική, επιβαλλόντας κυρώσεις οι οποίες όμως ούτε αποκλείουν πλήρως την Ρωσία από τις Διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, ούτε στοχεύουν προσωπικά τον Βλάντιμιρ Πούτιν, φοβούμενη τις τυχόν ρωσικές συνέπειες ένεκα υλικής επέμβασης της στην ουκρανική σύγκρουση. Είναι αλήθεια πως δεν της παρέχεται εναλλακτική επιλογή, κυρίως εξαιτίας της ενεργειακής εξάρτησης από τους ρωσικούς αγωγούς, η οποία ισορροπεί ήδη σε τεντωμένο σκοινί. Οπότε, οι συντρέχουσες περιστάσεις την περικλείουν προς το παρόν σε μια παρέμβαση με ορίζοντα επίσημων δηλώσεων και κυρώσεων, στοιχισμένη πίσω από τις ΗΠΑ περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Γεγονός που θα επιφέρει ιδιαίτερη ζημία, ακόμη και στις χώρες που επιζητούσαν πολιτική ανοιχτών θυρών με τη Ρωσία (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία κλπ), με τη μεγαλύτερη βαρύτητα να προσδίδεται στον ενεργειακό τομέα.

Κοινή συνέντευξη τύπου του Γ.Γ του ΝΑΤΟ μαζί με τους προέδρους του Ευρωπαϊκού Συμβούλιου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Ήδη το βαρέλι του πετρελαίου κοστολογείται στο υπέρογκο ποσό των 100$ και πρόκειται να παρουσιαστεί σήμερα αύξηση κατά 34% των τιμών της ενέργειας, εντείνοντας ακόμη περισσότερο τον πληθωρισμό που βιώνει εδώ και καιρό ο συγκεκριμένος τομέας. Την περασμένη Τρίτη, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτζ τερμάτισε τη διαδικασία πιστοποίησης του αγωγού Nord Stream 2, ενός εκ των πιο διχαστικών ενεργειακών προτζεκτ, που θα μετέφερε φυσικό αέριο από τη Δυτική Σιβηρία στο Λούμπμιν μέσω της Βαλτικής Θάλασσας, αψηφώντας τα ουκρανικά τέλη μεταφοράς και επιτείνοντας έτσι την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία.

Με την Ευρώπη να βιωνεί για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας μια σύγκρουση μαζικής κλίμακας η ανταπόκριση της Διεθνούς Κοινότητας φαντάζει απελπιστικά ανεπαρκής. Η Ε.Ε και το ΝΑΤΟ παρά την πολιτική προσέγγισης και στενής σύνδεσης που ακολούθησαν απέναντι στην Ουκρανία τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να την εγκαταλείπουν στην πιο κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της.

Απέναντι σε μια αναθεωρητική και ρεβανσιστική Ρωσία η μόνη απάντηση της Δύσης είναι μια σειρά κυρώσεων, οι οποίες μάλιστα δεν αγγίζουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Άραγε τι χρείαζεται να πράξει η Ρωσία, ώστε η Δύση να εφαρμόσει κάθε πιθανή κύρωση που διαθέτει και να ζημιώσει μαζικά την Ρωσία. Μάλλον, η θραύση του διεθνούς συστήματος ασφαλείας και η πρόσπαθεια κατάλυσης της Ουκρανικής κρατικής κυριαρχίας δεν επαρκούν στα μάτια της Δύσης…..