Τα σωματίδια προερχόμενα από πλαστικά είναι οι πανταχού παρόντες ρύποι στο περιβάλλον και την τροφική αλυσίδα. Δεδομένης της εκτεταμένης, αυτής, παρουσίας στους στο ευρύτερο περιβάλλον, διεγείρονται ερωτήματα σχετικά με το βαθμό στον οποίο οι άνθρωποι εκτίθενται σε αυτά και αν αυτό, τελικά, οδηγεί σε πρόσληψη τους εντός του ανθρώπινου σώματος. Μικροπλαστικά έχουν εντοπισθεί σε πόσιμο νερό, μπύρα, αλάτι, συσκευασμένο φαγητό, μέλι και ζάχαρη. Χαμηλές συγκεντρώσεις αλλά χρόνια έκθεση και πρόσληψη μικροπλαστικών αποτελούν μία νέα απειλή για την παγκόσμια υγεία.

Σοκάρουν τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας η οποία επιβεβαιώνει την ύπαρξη μικροπλαστικών στο ανθρώπινο αίμα.

Η συγκεκριμένη έρευνα ταυτοποίησε και ποσοτικοποίησε πέντε πολυμερή μεγάλου όγκου που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή πλαστικών υλικών, υφασμάτων, συσκευασιών τροφίμων και άλλων προϊόντων. Το αίμα, για τη διεξαγωγή της έρευνας, προήλθε από 22 υγιείς, ενήλικες εθελοντές. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως στο 77% των εθελοντών (δηλαδή 17 στους 22) εντοπίστηκε στατιστικά μετρήσιμη ποσότητα μικροπλαστικών. Ωστόσο, τα είδη των πολυμερών καθώς και οι συγκεντρώσεις τους διέφεραν ανά δείγμα. Το PET ήταν αυτό που εμφανιζόταν πιο συχνά και σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις συγκριτικά με τα υπόλοιπα με μέσο όρο 2.4 µg/ml αίματος.

Ως μικροπλαστικά έχουν, γενικά, οριστεί ως τα πλαστικά σωματίδια με διάμετρο μικρότερη των 5 mm και διακρίνονται σε πρωτογενή και δευτερογενή. Τα πρωτογενή κατασκευάζονται για να έχουν μικροσκοπικό μέγεθος π.χ. μικροσφαιρίδια σε καλλυντικά, οδοντρόκρεμες, μέσα παράδοσης φαρμάκων κ.α. Τα δευτερογενή προέρχονται από τη διάσπαση μεγαλύτερων πλαστικών λόγω φωτολυτικών και λοιπών βιολογικών μηχανισμών κατακερματισμού. Έτσι, προκύπτουν τα θραύσματα πλαστικών, μικροϊνες υφασμάτων και σχοινιών κ.α.

Τα μικροπλαστικά είναι γνωστό ότι προσροφούν χημικούς ρύπους σε συγκεντρώσεις ιχνοστοιχείων όπως βαρέα μέταλλα, πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες (PAH) και φυτοφάρμακα. Μερικοί από αυτούς τους ρύπους, θεωρούνται τοξικοί, ενδοκρινικοί διαταράκτες, μεταλλοξιογόνοι και βιομαγνητικοί μέσω της τροφικής μεταφοράς.

Δεδομένης αυτής της συνεργικής αλληλεπίδρασης με τους ρύπους, τα μικροπλαστικά δρουν ως φορείς πολλών δυνητικά τοξικών ξενοβιοτικών. Επιπλέον, οι φυσικές ιδιότητες τους μπορούν να αποτελέσουν κατάλληλους βιότοπους για διάφορες μικροβιακές κοινότητες.

Οι κύριες πηγές έκθεσης του ανθρώπου στα μικροπλαστκά είναι μέσω εισπνοής, κατάποσης και επαφής με το δέρμα. Τα εισπνεόμενα, αερομεταφερόμενα μικροπλαστικά προέρχονται κυρίως από συνθετικά υφάσματα, ελαστικά από καουτσούκ και την σκόνη της πόλης. Η κατανάλωση, επίσης, μολυσμένων θαλασσινών και άλλων τροφών καθώς και μολυσμένου νερού αποτελεί την κύρια οδό εισαγωγής στο γαστρεντερικό σωλήνα. Τέλος, αν και το δέρμα αποτρέπει την είσοδο μικροπλαστικών και άλλων ρύπων, οι ιδρωτοποιοί αδένες, ανοιχτοί πόροι λόγω τραυματισμού και θυλάκια τρίχας αποτελούν πιθανές διαδρομές εισόδου αυτών απευθείας στον οργανισμό.

διαδρομή εισόδου μικροπλαστικών στον ανθρώπινο οργανισμό

Το αίμα αποτελεί το 6-7% του συνολικού σωματικού βάρους του ανθρώπου και μεταφέρει το οξυγόνο, τα θρεπτικά συστατικά και ενδεχομένως τα πλαστικά σωματίδια στα όργανα και τους ιστούς. Η τελική μοίρα των πλαστικών σωματιδίων εξαρτάται από το εάν μπορούν να εξαλειφθούν π.χ. μέσω των νεφρών ή αν τελικά εναποτίθενται στο ήπαρ, σπλήνα ή σε άλλα όργανα. Το μέγεθος, το σχήμα, η επιφάνεια (φυσικές και χημικές ιδιότητες) του πλαστικού σωματιδίου καθορίζουν τις αλληλεπιδράσεις του με τα επιμέρους βιολογικά συστήματα (όργανα και ιστούς).

Πώς μπορούν, όμως, να διανεμηθούν τα σωματίδια αυτά στον οργανισμό και διανομή είναι τυχαία ή ανάλογη των διαφορετικών τους μεγεθών; Ορισμένα είναι πιθανό να εντοπιστούν σε κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος ενώ άλλα μπορεί να προσκολλώνται σε πρωτεΐνες, λιπίδια, άλλα πλαστικά σωματίδια, ακόμα και στον ενδοθήλιο.

Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα πως η ανθρώπινη έκθεση σε πλαστικά σωματίδια συντελεί στην απορρόφηση ενός ποσοστού και την εμφάνιση του στην κυκλοφορία του αίματος.

Αυτό υποδεικνύει ότι μερικά από τα πλαστικά, αυτά, σωματίδια με τα οποία έρχεται ο άνθρωπος σε (άμεση) επαφή είναι βιοδιαθέσιμα και ότι ο ρυθμός αποβολής τους από τον οργανισμό είναι πιο αργός από το ρυθμό απορρόφησής τους στο αίμα.

Μένει, τώρα, να αποδειχθεί αν τα σωματίδια είναι παρόντα στο πλάσμα του αίματος ή μεταφέρονται μέσω συγκεκριμένων τύπων κυττάρων και πώς αυτά εμπλέκονται. Εάν τα σωματίδια μεταφέρονται από τα κύτταρα του ανοσοποιητικού, μπορούν τέτοιες εκθέσεις να επηρεάσουν τη ρύθμιση του ανοσοποιητικού και να συνδεθούν με την προδιάθεση για ασθένειες με ανοσολογική βάση;

Βιβλιογραφία:

  • Danopoulos, E., Twiddy, M., Rotchell, J.M., 2020. Microplastic contamination of drinking water: A systematic review. PloS one 15 (7), e0236838
  • De-la-Torre, G.E., 2020. Microplastics: an emerging threat to food security and human health. J. Food Sci. Technol. 57 (5), 1601–1608
  • Heather A. Leslie, Martin J.M. van Velzen , Sicco H. Brandsma , A. Dick Vethaak , Juan J. Garcia-Vallejo , Marja H. Lamoree.  Discovery and quantification of plastic particle pollution in human blood (Environment International Volume 163, May 2022, 107199)