Πρωτομαγιά: μέρα της Άνοιξης και των λουλουδιών. Μέρα που πλέκονται τα πιο όμορφα, λουλούδινα στεφάνια! Ταυτόχρονα, όμως, μέρα επαγρύπνησης και περισυλλογής!

Η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως επέτειος για την εγατική τάξη στις 20 Ιουλίου 1889, κατά τη διάρκεια του ιδρυτικού συνεδρίου της Δεύτερης Διεθνούς (Σοσιαλιστικής Διεθνούς) στο Παρίσι. Αποτελεί έναν φόρο τιμής στον ξεσηκωμό των εργατών του Σικάγου την 1η Μαΐου 1886, οι οποίοι διεκδικούσαν το οκτάωρο και καλύτερες συνθήκες εργασίας.

  • Το 1893 γιορτάζεται, για πρώτη φορά μαζικά, η εργατική πρωτομαγιά στην Ελλάδα. Δύο χιλιάδες εργάτες διαδηλώνουν, ζητώντας οκτάωρο, Κυριακή αργία και κρατική ασφάλιση στα θύματα εργατικών ατυχημάτων.
  • Θεσσαλονίκη, Μάης του 1936. Οι καπνεργάτες ξεσηκώνονται. Μαζί με άλλους πέφτει νεκρός από αστυνομικά πυρά ο Τάσος Τούσης. Η ιστορική φωτογραφία με τη μητέρα του να τον θρηνεί, εμπνέει τον Γιάννη  Ρίτσο να γράψει τον «Επιτάφιο».
  • Καισαριανή 1944, η εργατική Πρωτομαγιά συμπίπτει με την εκτέλεση 200 Ελλήνων αριστερών αγωνιστών, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στο σκοπευτήριο Καισαριανής από τις γερμανικές δυνάμεις Κατοχής.
  • Γαλλία 1968. Μαθητικές και φοιτητικές κινητοποιήσεις δίνουν το έναυσμα ανεξαρτήτως φυλής, ηλικίας, κοινωνικών και πολιτιστικών διαφορών των πολιτών, για την πραγματοποίηση παλλαϊκών απεργιών. Η κοινωνική αναταραχή τον Μάιο και Ιούνιο του 1968 οδηγεί σε πολιτική κρίση και προκήρυξη εκλογών από τον πρόεδρο Σάρλ ντε Γκώλ.

Τα εργατικά δικαιώματα βάλλονται πλέον με κάθε πιθανό τρόπο σε όλο τον κόσμο, αλλά και ειδικά στην Ελλάδα. Η χώρα μας είναι από τις πρώτες ευρωπαϊκά στην ανεργία των νέων, ενώ νέα νομοσχέδια διαρκώς υποβαθμίζουν όχι μόνο την εργασία στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, αλλά και την προστασία των ανέργων και την συνδικαλιστική ελευθερία.

Ας φροντίσουμε όλοι και όλες, μέσα στις δύσκολες στιγμές που διανύουμε, για τα δικαιώματα που κατακτήθηκαν με διεθνείς αγώνες ανά τα χρόνια. Ένα λουλούδι από το στεφάνι μας, ας το αφιερώσουμε στην μνήμη αυτών που χάθηκαν αγωνιζόμενοι για μία κοινωνία πιο δίκαιη.

Ακολουθεί απόσπασμα από τον «Επιτάφιο»  του ποιητή Γιάννη Ρίτσου, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα το 1909:

Γιέ μου, καλὰ μοῦ τἄλεγε τὸ γνωστικό σου ἀχεῖλι
κάθε φορὰ ποὺ ὁρμήνευε, κάθε φορὰ ποὺ ἐμίλει:
Ἐμεῖς ταγίζουμε ζωὴ στὸ χέρι: περιστέρι,
κ᾿ ἐμεῖς οὔτ᾿ ἕνα ψίχουλο δὲν ἔχουμε στὸ χέρι.
Ἐμεῖς κρατᾶμε ὅλη τὴ γῆς μὲς στ᾿ ἀργασμένα μπράτσα καὶ σκιάχτρα στέκουνται οἱ Θεοὶ κι ἀφέντη ἔχουνε φάτσα.
Ἄχ, γιέ μου, πιὰ δὲ μοὔμεινε καμιὰ χαρὰ καὶ πίστη,
καὶ τὸ χλωμὸ καὶ τὸ στερνὸ καντήλι μας ἐσβήστη.
Καί, τώρα, ἐπὰ σὲ ποιὰ φωτιὰ τὰ χέρια μου θ᾿ ἀνοίγω,
τὰ παγωμένα χέρια μου νὰν τὰ ζεστάνω λίγο;