Του εξωτερικού συνεργάτη Κωστή Μυλωνά

Ιούνιο δεν τα είπαμε, γιατί η εξεταστική μας πίεζε. Τώρα όμως, στον υπερβολικά ζεστό Ιούλιο, πήγαμε θερινό και είδαμε την ταινία  Τα μήλα. Φυσικά είχαν την τιμητική τους τα ποπ κορν, αλλά το σινεμά Απόλλων κοσμούσαν επίσης οι μπυρίτσες, τα καλοκαιρινά πουκαμισάκια, τα νεανικά φουστάνια και η θετική ενέργεια του κοινού. Νομίζω και η κριτική του ματιά. Η στενή γεωγραφικά Θεσσαλονίκη, μας έδινε και μια λάτιν μουσική από κάποιο μέρος πίσω από το σινεμά, σαν παρεμβατική υπόκρουση στην ταινία, εν αγνοία του σκηνοθέτη.

Και μιας που το είπαμε αυτό, σκηνοθέτης είναι ο Χρήστος Νίκου, ενώ πρωταγωνιστούν ο ιδιαίτερος Άρης Σερβετάλης, η Σοφία Γεωργοβασίλη, η Άννα Καλαϊτζίδου και η Αργύρη Μπακιρτζή. Διάρκεια 91’ και είδος: Δραματοκωμωδία

Λίγα λόγια για την πλοκή

Είμαστε στο έλεος μιας πανδημίας που πλήττει όλο τον πλανήτη, όπου κυριαρχεί η αμνησία. Οι άνθρωποι αρχίζουν να ξεχνούν. Δεν πρόκειται για μια προσωρινή ή σταδιακή απώλεια μνήμης, αλλά για μια οριστική, άμεση και πλήρη απώλεια ταυτότητας. Τα ονόματα, οι σχέσεις, οι παραστάσεις, τα συναισθήματα, όλα έχουν χαθεί. Είσαι εσύ, χωρίς τον εαυτό σου. Ο Άρης Σερβετάλης, ένας από τους νοσούντες και ο κεντρικός ήρωας, ακολουθεί ένα πρόγραμμα επαναπροσδιορισμού του, μια θεραπεία δημιουργίας εικόνων και προσλήψεων: βγαίνει βόλτες, κάνει ποδήλατο, πίνει ποτά στο μπαρ, προσπαθεί να κάνει έρωτα. Και φυσικά, όλα αυτά πρέπει να αποτυπωθούν σε μια φωτογραφία. Γιατί πλέον, πρέπει να το πούμε ρητά, οι φωτογραφίες μένουν.

Ένα πράγμα όμως τελικά δεν είχε ξεχάσει και αυτό ήταν το συναίσθημα του έρωτα. Και την πάτησε. Ακόμα και στην αμνησία, ο φτερωτός θεός κάνει το θαύμα του.

πηγή εικόνας: Lifo

Tι μου άρεσε

Πρέπει να ομολογήσω ότι στην αρχή πήγα να την παρεξηγήσω την ταινία, γιατί μου θύμισε τον Ρινόκερο του Ιονέσκο, αλλά έκανα λάθος. Όπως όταν συνθέτεις ένα τραγούδι, μπορείς να χρησιμοποιήσεις έναν ήδη υπάρχοντα μουσικό δρόμο, αλλά να φτιάξεις μετά άλλα μονοπάτια, να πάρεις διαφορετικές στροφές, έτσι και σε αυτή την ταινία ο σκηνοθέτης έστριψε τελείως το τιμόνι και έφτιαξε κάτι δικό του: το πρόγραμμα αναμνήσεων. Αυτό το οποίο, σχεδόν με σόκαρε, είναι πως το πρόγραμμα αναμνήσεων ενός ανθρώπου που έχει αμνησία, μοιάζει πολύ με τη δική μας πραγματική ζωή. Σχεδόν πάντα «τσεκάρουμε» τις καλύτερες στιγμές μας με μια φωτογραφική μηχανή. Τις βόλτες μας, τις συναυλίες μας, τους φίλους μας, τις σχέσεις μας. Ευτυχώς, δεν φωτογράφιζε τη στιγμή που έκανε έρωτα. Αυτό το όριο παραδόξως, το έχουμε κι εμείς.

Ο Σερβετάλης είναι φτιαγμένος για τέτοιες ταινίες, οι οποίες έχουν το τρίπτυχο: πρόβλημα, αναστοχασμός, μη αποτέλεσμα. Το πρόβλημα, το διαχειρίζεται βουβά, σχεδόν στωικά θα έλεγα, με μια παθητική έκφραση στο πρόσωπο, μια απορία και λίγο άγχος στις εκφράσεις του. Ο αναστοχασμός, σχεδόν δεν υπάρχει και αυτή είναι η μαγεία της ταινίας. Στην προκειμένη περίπτωση, δε χρειάζεται να αναστοχαστείς, γιατί πολύ απλά δεν μπορείς να λύσεις το πρόβλημα. Η όλη διαδικασία, γίνεται για να δημιουργήσεις μια καινούρια ζωή, η παλιά χάθηκε. Αλλά ακόμα και αυτή η προσπάθεια καταλήγει σε ένα μη αποτέλεσμα, γιατί μεσούσης της θεραπείας ο ήρωάς μας ερωτεύτηκε. Αυτός ο έρωτας, όχι μόνο δεν τον οδήγησε κάπου, αλλά του αφαίρεσε και τη δυνατότητα να δημιουργήσει μια νέα κατάσταση ζωής. Έτσι είναι ο έρωτας μερικές φορές: αυτοκαταστροφικός. Μόνο που εδώ είχαμε καταστροφή εις το τετράγωνο.

Η Σοφία Γεωργοβασίλη, επίσης ασθενής, που συνδέεται με το Σερβετάλη στο έργο, ακολουθεί και αυτή το πρόγραμμα. Μόνο που είναι στο τμήμα των προχωρημένων. Συνδέεται με το Σερβετάλη, αλλά εν τέλει το κοινό δεν αντιλαμβάνεται κατά πόσο η ίδια δημιούργησε συναισθήματα για εκείνον ή απλά τον έβλεπε ως «συνεργάτη» στη διαδικασία δημιουργίας εικόνων. Νομίζω ότι επιβεβαιώνεται απλά ο Ρίτσος. Καθένας βαδίζει μονάχος του σ’ αυτή τη ζωή. Οι ρομαντικοί, οι ονειροπόλοι, τουλάχιστον κατά τα φαινόμενα, θα χάσουν, θα απογοητευτούν. Εγώ πάντως από την πλευρά μου, κρατάω κάτι άλλο. Όλοι ρομαντικοί είναι σε αυτή τη ζωή και όλοι έχουν συναισθήματα. Απλά οι συνθήκες, οι κοινωνικές νόρμες, οι απαιτήσεις του «γενικού συμφέροντος», μιας έννοιας ακαθόριστης, μας περιορίζουν ή μας αφαιρούν τα συναισθήματα.

Όσοι ψάχνετε πάντα ένα ωραίο αποτέλεσμα στη ζωή, ίσως απογοητευτείτε με την ταινία, αλλά για μας που ξέρουμε ότι αποτέλεσμα δεν υπάρχει, μας άρεσε το ταξίδι. Αυτά που γίνονται στην πορεία έχουν αξία. Αν σε ενδιαφέρει απλά το ενδιάμεσο, ενδεχομένως να φτάσεις και σε ένα λιμάνι. Αλλά αν κοιτάς, μόνο το λιμάνι, σ’ αρέσει αποκλειστικά η ιδέα του και όχι το ίδιο.

Μια ταινία για τους εκδρομείς λοιπόν, όχι για τους γραφειοκράτες!