Την Παρασκευή 18 Ιουνίου του 2021 οι Ιρανοί πολίτες πήγαν στα εκλογικά κέντρα των περιοχών τους για να εκλέξουν τον νέο πρόεδρο της χώρας τους μέσα σε ένα κλίμα οικονομικών δυσκολιών και αβεβαιότητας για το μέλλον. Όπως φάνηκε και από τους αριθμούς που ανακοινώθηκαν, υπήρξε σημαντική αποχή των πολιτών από το εκλογικό τους δικαίωμα, αποτέλεσμα μιας κοινωνίας που έχει κουραστεί, αλλά και απογοητευτεί από την συνολική κατάσταση των τελευταίων ετών. Από τους περίπου 60 εκατομμύρια καταγεγραμμένους, μόνο 28,6 εκατομμύρια ψηφοφόροι έλαβαν μέρος στις εκλογές που ισοδυναμεί με ιστορικά χαμηλή προσέλευση του 48%, το χαμηλότερο από την εποχή της Ισλαμικής Επανάστασης του 1979.
Το φλέγον ζήτημα στον προεκλογικό αγώνα ήταν η οικονομία, που έχει δεχτεί δυνατά πλήγματα από τις κυρώσεις των ΗΠΑ και από την πανδημία του COVID-19. Η ανεργία συνεχίζει να μαστίζει την ιρανική κοινωνία και ο πληθωρισμός έχει αγγίξει το 40% με χιλιάδες νεαρούς Ιρανούς να αδυνατούν να βρουν εργασία ή ακόμη και αν βρουν το εισόδημα να παραμένει χαμηλό. Ταυτόχρονα με τα εσωτερικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα το Ιράν βρίσκεται ακόμη μπλεγμένο σε έναν ψυχρό πόλεμο επιρροής στο γεωπολιτικό σύμπλοκο της Μέσης Ανατολής με την Σαουδική Αραβία και άλλες μοναρχίες του Αραβοπερσικού Κόλπου, την Τουρκία, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και το Ισραήλ.
Η διαδικασία των εκλογών
Πριν την έναρξη των εκλογών αλλά και κατά την διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, το Συμβούλιο των Φρουρών ή αλλιώς το Συνταγματικό Συμβούλιο, που είναι υπεύθυνο για την ερμηνεία του Συντάγματος του Ιράν, την εποπτεία των εκλογών και την έγκριση των υποψηφίων για την Συνέλευση των Εμπειρογνωμόνων, τον Πρόεδρο της χώρας και την Ισλαμική Συμβουλευτική Συνέλευση, απέκλεισε σχεδόν όλους τους μη συντηρητικούς υποψηφίους, αφήνοντας μόνο τέσσερις συνολικά να τρέξουν για το αξίωμα. Οι υποψήφιοι ήταν ο Μοχσέν Ρεζαΐ, ένας πρώην επικεφαλής διοικητής των Φρουρών της Επανάστασης, ο Αμπντολνασέρ Χεματί, ο μόνος μετριοπαθής και πρώην πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας, ο Εμπραχίμ Ραϊσί, ο Αρχιδικαστής της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν και τέλος, ο βουλευτής, Αμιρχοσεΐν Γαζιζαντέχ – Χασεμί.
Ανάμεσα στους τέσσερις υποψήφιους των φετινών εκλογών υπήρχε από την αρχή ένα φαβορί που είχαν ξεχωρίσει οι αναλυτές και γενικά ο διεθνής τύπος, ο Εμπραχίμ Ραϊσί. Ο Ραϊσί έχει στενούς δεσμούς με τους Φρουρούς της Επανάστασης του Ιράν και μια μακρόχρονη σχέση με τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη, γι’ αυτό θεωρείται και πως έχει μεγάλη στήριξη από αυτόν. Είναι γνωστός για το ρόλο του σε επιτροπή του 1988 που καταδίκασε χιλιάδες πολιτικούς κρατουμένους σε θάνατο. Ο Ραϊσί έχει επίσης προεδρεύσει σε μαζικές φυλακίσεις δημοσιογράφων και πολιτικών ακτιβιστών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν επιβάλει και οι δύο κυρώσεις στον Εμπραχίμ Ραϊσί για το ιστορικό του πάνω στα ανθρώπινα δικαιώματα. Η τελευταία θέση που κατείχε πριν τις εκλογές ήταν Αρχιδικαστής του Δικαστικού συστήματος της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν (Δικαστικής Αρχής), μιας ιδιαίτερα σημαντικής θέσης στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Στον πρόσφατο προεκλογικό του αγώνα ο Ραϊσί κατέβηκε ως πολεμιστής κατά της διαφθοράς που είναι όντως μεγάλο πρόβλημα στην καθημερινότητα του Ιράν, μίλησε για διαφάνεια και για αλλαγές στην διαχείριση της οικονομίας. Στις δημόσιες εμφανίσεις του ο Ραϊσί φοράει μαύρο τουρμπάνι, αυτό συμβολίζει ότι θεωρείται απόγονος του Προφήτη Μωάμεθ.
Εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική του Ιράν
Τελικά, τα αποτελέσματα της κάλπης έβγαλαν μεγάλο νικητή τον Εμπραχίμ Ραϊσί με περίπου 17,8 εκατομμύρια ψήφους. Ο νέος πρόεδρος θα αναλάβει τα καθήκοντά του τον Αύγουστο, καθώς το Ιράν επιδιώκει να σώσει την πυρηνική του συμφωνία το «Κοινό ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης» με τις μεγάλες δυνάμεις που είχε πετύχει ο Χασάν Ρουχανί το 2015 και να απαλλαγεί από τις κυρώσεις των ΗΠΑ που επί προεδρίας Ντόναλντ Τράμπ οδήγησαν σε απότομη ύφεση την ιρανική οικονομία. Οι Ιρανοί διπλωμάτες έχουν ξεκινήσει συνομιλίες για την αναβίωση της συμφωνίας στην πρωτεύουσα της Αυστρίας, Βιέννη, με τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς συναδέλφους τους.
Η δεκαετία που πέρασε είδε το Ιράν να μεγαλώνει τον γεωπολιτικό του ρόλο στην Μέση Ανατολή, με σταθεροποίηση της παρουσίας του στο Ιράκ, αποστολή μαχητών, όπλων και χρημάτων στην Συρία για βοήθεια στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσσαντ, ενδυνάμωση της Χεζμπολάχ στον Λίβανο, στήριξη των Παλαιστινιακών οργανώσεων στην κατεχόμενη Παλαιστίνη και των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη. Αυτό το έφερε σε σύγκρουση με την Σαουδική Αραβία στην Αραβική Χερσόνησο και τον Αραβοπερσικό Κόλπο σε αυτό που έχει περιγραφεί ως ψυχρός πόλεμος. Η σύγκρουση διεξάγεται σε πολλαπλά επίπεδα λόγω της γεωπολιτικής, οικονομικής και θρησκευτικής επιρροής που έχουν και οι δυο πλευρές στην επιδίωξη της περιφερειακής ηγεμονίας.
Ταυτόχρονα, η αντιπαράθεση με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ αυξήθηκε στα χρόνια της προεδρίας του Ντόναλντ Τράμπ, με το Ισραήλ να διεξάγει κρυφές επιχειρήσεις κατά ιρανικών εγκαταστάσεων αλλά και ανθρώπινων στόχων, κυρίως επιστημόνων που εργάζονταν στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους προσπάθησαν να συγκρατήσουν την αυξανόμενη ιρανική επιρροή απευθείας αλλά και μέσω των συμμάχων τους σε Ιράκ, Υεμένη και Συρία με ανάμεικτα αποτελέσματα. Το μεγαλύτερο γεγονός ήταν η δολοφονία του θρυλικού διοικητή της Δύναμης Quds των Φρουρών της Επανάστασης, Κασέμ Σολεϊμανί τον Ιανουάριο του 2020 στην Βαγδάτη.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως για την εξωτερική πολιτική του Ιράν δεν αποφασίζει μόνο ο πρόεδρος, αλλά και οι Φρουροί της Επανάστασης επίσης. Αυτό μπορεί να φέρει έντονες διαφωνίες και αντιπαραθέσεις μέσα στην πολιτική σκηνή της χώρας, η οποία είναι πολυπολική, με τον Χαμενεΐ περισσότερο διαιτητή, όταν δεν μπορεί να βρεθεί συναίνεση μεταξύ ηγετικών φατριών. Ο ρόλος των Φρουρών της Επανάστασης μεταξύ αυτών των φατριών είναι ιδιαίτερα συγκεκριμένος. Παρά την δύναμή τους ακόμη και το Σώμα των Φρουρών έχει τους δικούς του εσωτερικούς ανταγωνισμούς μεταξύ σκληροπυρηνικών και πραγματιστών.
Τώρα που ο μετριοπαθής Ρουχανί φευγεί απο την θέση του και αναλαμβάνει ο σκληροπυρηνικός Ραϊσί, μπορεί να δούμε μια πιο σκληρή εξωτερική πολιτική του Ιράν στα ζητήματα που αφορούν την διασφάλιση των ήδη κεκτημένων στην περιοχή, ειδικά στον άξονα Τεχεράνης – Βαγδάτης – Δαμασκού – Βυρητού, μεγαλύτερη πρόσδεση και εξάρτηση στο άρμα Κίνας – Ρωσίας, όμως οι προσπάθειες για επίτευξη συμφωνίας με την νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ πάνω στο πυρηνικό πρόγραμμα δεν θα κοπάσουν, γιατί η άρση των κυρώσεων και το άνοιγμα της ιρανικής οικονομίας είναι γραμμή ζωής για το μέλλον της χώρας. Το μόνο σίγουρο είναι πως τώρα πια ο Ανώτατος Ηγέτης Χαμενεΐ μέσω του Ραϊσί θα έχει ακόμη πιο έντονη εμφάνιση στα εσωτερικά και εξωτερικά θέματα της Ισλαμικής Δημοκρατίας.