Του εξωτερικού μας συνεργάτη, Ηλία Θεοδωρόπουλου: 

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα, κυβερνητικά, επίσημα, οικονομικά στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας, υπάρχει η πρόβλεψη ύφεσης της ελληνικής οικονομίας στο 4,7%, κυρίως λόγω των επιπτώσεων του 2ου τριμήνου του 2020. Ενδεικτικά, οι μακροοικονομικές  αλληλουχίες  της συρρίκνωσης του ΑΕΠ, του εμπορίου, η συρρίκνωση της καταναλωτικής ζήτησης και η απότομη πτώση της γενικότερης οικονομικής δραστηριότητας, θα δράσουν ως τροχοπέδη αναπτυξιακών ρυθμών, ενώ παράλληλα θα αποτελέσουν και το έναυσμα για μια παρατεταμένη υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας για τα επόμενα χρόνια.

Βασικός μοχλός στήριξης για κάθε οικονομία, η οποία είτε θέλει να ανακάμψει είτε να διατηρηθεί στο κυριαρχικό προσκήνιο, είναι η κατάσταση του εγχώριου σημείου ισορροπίας της ως προς την προσφορά και τη ζήτηση. Γεγονός που στην Ελλάδα, βάσει οικονομικού κλίματος και προβλέψεων, μοιάζει δύσκολο έως και αναπόφευκτο, το σημείο αυτό της ισορροπίας να διατηρηθεί σε βιώσιμα επίπεδα, προκείμενου να αποφύγουμε την οικονομική ολίσθηση. Πιο συγκεκριμένα, στο κομμάτι της εγχώριας ζήτησης, μπορούμε άφοβα να μιλήσουμε για συρρίκνωση, τουλάχιστον στο 4,1% της ιδιωτικής κατανάλωσης, το οποίο προκύπτει από την απώλεια του εισοδήματος, τη μείωση του επιπέδου παραγωγής και την αναβολή της καταναλωτικής δαπάνης. Όλα αυτά μαζί, συνεπαγωγικά, μάς οδηγούν σε μια καθολική συμπίεση των πωλήσεων στο σύνολο της οικονομίας, ενώ παράλληλα μπορούμε να διακρίνουμε μια προφανή αύξηση της δημόσιας δαπάνης για υγειονομική περίθαλψη. Αύξηση πολύ λογική, γιατί, ειδικά σε μια κατάσταση πανδημίας, το κράτος θα δράσει ως θεωρητικός επενδυτής και θα αυξήσει τις δαπάνες του για τον κλάδο ανάγκης.

Συνεπακόλουθα, το γενικότερο οικονομικό κλίμα που δημιουργείται και προβλέπεται να δημιουργηθεί, θα έχει επιπλέον να αντιμετωπίσει τις αρνητικές επιδράσεις από τη μείωση του εμπορίου και την σαφή πληγή της «βαριάς» βιομηχανίας της Ελλάδας, δηλαδή τον Τουρισμό. Καταστάσεις σαν αυτές πλήττουν και βυθίζουν ακόμα περισσότερο την εγχώρια ζήτηση και αλληλοσχετιζόμενα, μάς οδηγούν σε συρρίκνωση συνολικά των κλάδων των εισαγωγών και των εξαγωγών, καταλήγοντας σε σημαντική πτώση του εμπορικού ισοζυγίου μας.

Παράλληλα με όλα αυτά, σαν ένα πολύ σημαντικό στοιχείο, που αξίζει να σημειωθεί, είναι το γεγονός πως σε μήνες προ Covid-19 , δηλαδή Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου, το Εθνικό Εισόδημα της Ελλάδας είχε ήδη παρατεταμένη πτωτική πορεία. Αυτή η πτώση σήμαινε πως η οικονομική κατάσταση της χώρας είχε πάρει ήδη μια φθίνουσα πορεία, την ίδια στιγμή που ειδικά αυτούς τους 2 μήνες τα ΜΜΕ είχαν κυρίως επικεντρωθεί στην όποια ανάδειξη, κάποιας, ανοδικής πορείας της οικονομίας.

Επομένως, έχουμε κάποια βασικά στοιχεία να παρατηρήσουμε συνολικά, όπως αυτά της μείωσης της εγχώριας ζήτησης, της συρρίκνωσης του εμπορίου, της γενικής συμπίεσης της συνολικής ζήτησης, της πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς και το δεδομένο της προϋπάρχουσας μείωσης του Εθνικού Εισοδήματος. Αν κάποιος απλά παρέθετε τα στοιχεία αυτά αυτούσια σε έναν αναλυτή, χωρίς να του εξηγήσει για ποια χώρα μιλάμε, αλλά και το γενικότερο οικονομικό κλίμα που επικρατεί στη χώρα αυτή, είναι δεδομένο πως ο εικονικός αναλυτής θα μιλούσε για μια χώρα στα πρόθυρα, αν δεν έχει συμβεί ήδη, της πτώχευσης και της ανάγκης της οικονομίας αυτής για ρευστότητα και της εφαρμογής κάποιου σχεδίου οικονομικής ανάκαμψης.

Λαμβάνοντας υπόψιν την τελική μη συμφωνία για Ευρω-ομόλογο, με τη στήριξη της Ελλάδας σε αυτό, η ΕΕ εν τέλει κατέληξε στις 25 Απριλίου στο γνωστό μας Ταμείο Ανάκαμψης, ώστε να βοηθηθούν οι πληγείσες οικονομίες ελέω Covid-19. Η διάρθρωση του συγκεκριμένου ταμείου μοιάζει σαν τα CDOs Squared, δηλαδή τα γνωστά μας δομημένα ομόλογα, τα οποία τα συνθέτουν άλλα δομημένα ομόλογα. Αυτό σε όσους άμεσα έκαναν τον συσχετισμό, μοιάζει με τις ομολογιακές τακτικές που μας έφεραν στην κρίση του 2008, μόνο που τώρα, αυτή η διαδικασία μόχλευσης χρήματος θα γίνεται μέσω ενός καινούριου ταμείου, το οποίο στην ουσία θα είναι ένα ταμείο αέναου δανεισμού χωρών.

Σε αυτό το σημείο είναι που εισέρχεται ο ESM σαν κλειδί χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ο οποίος θα δανείσει στις χώρες, χωρίς προαπαιτούμενα, αλλά θα ήταν αφελές να πιστέψουμε πως δεν θα υπάρξουν μετα-απαιτούμενα αυτού του δανεισμού. Με ένα πιθανό δανεισμό από τον ESM, η Ελλάδα μπορεί και να ξεπεράσει το 220% του χρέους σε ποσοστό ΑΕΠ, το οποίο θα οδηγήσει ξανά σε ελλειμματικούς προϋπολογισμούς. Παράλληλα, η Deutsche Bank, σε έκθεσή της για την πορεία των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ευρωπαϊκών τραπεζών, ανέφερε πως οι τιτλοποιήσεις τους είναι σημείο-κλειδί, ώστε οι ελληνικές τράπεζες να πιάσουν το στόχο τους.

Επιπρόσθετα, βάσει προβλέψεων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών του ΟΟΣΑ, κατά την κρίση της πανδημίας, λόγω της μη ικανότητας αποπληρωμής δόσεων από πολλούς δανειολήπτες, θα αυξηθεί η αναλογία μη εξυπηρετούμενων δανείων προς τα συνολικά δάνεια των τραπεζών, με σαφή φόβο, έτσι , μια εκ νέου κρίση του τραπεζικού συστήματος της Ελλάδας.

Παράλληλα η Γερμανία έχει ανακοινώσει ανοιχτά τη στόχευσή της στο Schwarz Null (μαύρο μηδέν), δηλαδή την επίτευξη, έστω και σε μικρό ποσοστό, πλεονασματικού προϋπολογισμού και δεδομένου ότι η γερμανική  οικονομία είναι κρατούσα δύναμη του ευρωπαϊκού οικονομικού συστήματος, δεν θα επιτρέψει σε χώρες όπως η Ελλάδα να την συμπαρασύρουν σε μη αναπτυξιακούς κύκλους. Επομένως, εύλογα έρχονται τα μετα-απαιτούμενα να ζητηθούν ξανά επιτακτικά, σε ένα πιθανό ποσοστό της τάξεως του 10% του δημοσιονομικού χρέους, προκειμένου να σταματήσει η χρηματοπιστωτική ασφυξία.

Μια άλλη ή και παράλληλη λύση, προκειμένου να σωθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα, είναι η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, γεγονός που σε συνδυασμό με το έτσι κι αλλιώς αποδυναμωμένο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας τα τελευταία 12 χρόνια, είναι ικανό να μας οδηγήσει σε νέα μνημόνια δημιουργίας δημοσιονομικού χώρου για τουλάχιστον μια πενταετία ακόμα.

Συνεπώς, θα περιοριστεί πολύ ο χώρος πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας της Ελλάδας, θα υπάρξει μείωση ξανά της οριακής ροπής προς κατανάλωση και θα περιοριστούν εκ νέου οι βαθμοί ελευθερίας της ελληνικής οικονομίας, ενώ παράλληλα θα δυσκολευτεί να ανακάμψει η συνολική ζήτηση της οικονομίας.

Τα γρήγορα αντανακλαστικά στην επίλυση του προβλήματος που έρχεται, δεν έχουν φανεί. Πιθανώς, επειδή οι αρχικοί υπολογισμοί ήταν με γνώμονα τον δανεισμό μας από τις αγορές με ένα ολοένα και χαμηλότερο επιτόκιο. Όμως τα σημάδια υπήρχαν μήνες τώρα και καμία πολιτική κατεύθυνση εύρεσης λύσης δεν είχε προταθεί. Η ουσιαστική στήριξη της ραχοκοκαλιάς μιας οικονομίας, δηλαδή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, είναι οριακά ανύπαρκτη. Και μπορεί να συνέπεσε η παγκόσμια κρίση λόγω της πανδημίας και να καλύφθηκε ουσιαστικά η μεγάλη συρρίκνωση ξανά της ελληνικής οικονομίας, αλλά αφού περάσει το πρώτο κύμα της ύφεσης, τότε είναι που θα φανούν οι περισσότερες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία, όπως υποστηρίζει και η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο ΟΟΣΑ, καθώς και πληθώρα οίκων αξιολόγησης, που κάνουν λόγο ακόμα και για πάνω από 9,7% ύφεσης.

Τελικά, θα πιεστεί η ευρωπαϊκή οικονομία  εκ νέου, εξαιτίας του Schwarz Null; Θα δείξει η Ε.Ε την αρμόζουσα αλληλεγγύη αυτή τη φορά; Θα μπορέσουμε, ως χώρα, να συμβαδίσουμε με τους οικονομικούς, και όχι μόνο,  μετασχηματισμούς που έρχονται; Ή το 2008 σε ένα με δύο χρόνια θα μοιάζει ξανά πιο κοντά από ποτέ, όπως όλα δείχνουν;